Η φωτογραφία της Μαρίας Παντίσκα που φιλοξενήθηκε στο εξώφυλλο του περιοδικού «Life» στις 27 Νοεμβρίου 1944, προκαλώντας παγκόσμια συγκίνηση. Αριστερά, γυναίκες του Διστόμου μπροστά στα μνήματα των θυμάτων λίγο μετά τη σφαγή
Στις 10 Ιουνίου 1944 ο πειθαρχικός 2ος Λόχος του 7ου Συντάγματος των SS έλαβε διαταγή να μετακινηθεί από τη Λιβαδειά προς την Αμφισα μέσω Διστόμου με σκοπό τον εντοπισμό ανταρτών.
Μετά τη μάχη οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο και σε αντίποινα για τις απώλειές τους άρχισαν να σφάζουν όσους κατοίκους βρίσκονταν στο χωριό.
Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της Ρώμης έκανε δεκτή την υποβολή απαιτήσεων απέναντι στο γερμανικό Δημόσιο
Ενταση ανάμεσα στις δύο χώρες με αφορμή τις αποζημιώσεις θυμάτων της σφαγής
Τον ασκό του Αιόλου για το γερμανικό Δημόσιο άνοιξε η απόφαση του ιταλικού δικαστηρίου που δικαιώνει τις οικογένειες και τους συγγενείς των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου ως προς το ζήτημα των αποζημιώσεων. Σύμφωνα με την «επαναστατική», όπως τη χαρακτηρίζουν νομικοί κύκλοι, απόφαση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου της Ρώμης, τα θύματα εγκλημάτων πολέμου μπορούν πλέον να υποβάλουν στην Ιταλία τις απαιτήσεις τους για αποζημίωση τις οποίες έχουν απέναντι στο γερμανικό Δημόσιο, σε σημείο τέτοιο που να περιλαμβάνονται ακόμη και κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού κράτους τα οποία βρίσκονται επί ιταλικού εδάφους.
Το χωριό του Διστόμου, όπου στις 10 Ιουνίου 1944 βρήκαν μαρτυρικό θάνατο 228 άνθρωποι
Ηδη η ένταση ανάμεσα στη γερμανική και στην ιταλική κυβέρνηση κορυφώνεται, καθώς γερμανικοί κυβερνητικοί κύκλοι θεωρούν ότι δεν ασκήθηκαν οι απαιτούμενες πιέσεις προς τις δικαστικές αρχές της Ιταλίας, με τις οποίες θα ετίθετο υπ΄ όψιν τους με διακριτικό τρόπο η τελευταία απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου (2005), η οποία δικαίωνε τις γερμανικές θέσεις κατά της οποιασδήποτε περίπτωσης αποζημίωσης. «Το λιγότερο που πρέπει να συμβεί τώρα από ιταλικής πλευράς είναι να τεθεί “βέτο” στην εκτέλεση της απόφασης,όπως είχε πράξει η ελληνική κυβέρνηση το 2000» τόνιζαν χθες υψηλόβαθμοι κρατικοί λειτουργοί του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, υπενθυμίζοντας τη σχετική απόφαση που είχε λάβει η τότε ελληνική κυβέρνηση. Οι ίδιοι αξιωματούχοι έσπευδαν επίσης να σημειώσουν ότι «σε κάθε περίπτωσηη απόφαση δεν μας δεσμεύει,καθώς αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της αρχής της ετεροδικίας».
Ηδη η ένταση ανάμεσα στη γερμανική και στην ιταλική κυβέρνηση κορυφώνεται, καθώς γερμανικοί κυβερνητικοί κύκλοι θεωρούν ότι δεν ασκήθηκαν οι απαιτούμενες πιέσεις προς τις δικαστικές αρχές της Ιταλίας, με τις οποίες θα ετίθετο υπ΄ όψιν τους με διακριτικό τρόπο η τελευταία απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου (2005), η οποία δικαίωνε τις γερμανικές θέσεις κατά της οποιασδήποτε περίπτωσης αποζημίωσης. «Το λιγότερο που πρέπει να συμβεί τώρα από ιταλικής πλευράς είναι να τεθεί “βέτο” στην εκτέλεση της απόφασης,όπως είχε πράξει η ελληνική κυβέρνηση το 2000» τόνιζαν χθες υψηλόβαθμοι κρατικοί λειτουργοί του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, υπενθυμίζοντας τη σχετική απόφαση που είχε λάβει η τότε ελληνική κυβέρνηση. Οι ίδιοι αξιωματούχοι έσπευδαν επίσης να σημειώσουν ότι «σε κάθε περίπτωσηη απόφαση δεν μας δεσμεύει,καθώς αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της αρχής της ετεροδικίας».
Süddeutsche Zeitung: «Σε κίνδυνο η περιουσία της Γερμανίας στην Ιταλία»
Η γερμανική πλευρά προτίθεται να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο με έδρα το Ντένχαμ της Ολλανδίας, το οποίο επιλαμβάνεται θεμάτων αποσαφήνισης ετεροδικίας και διεθνών διαφορών, προκειμένου να ανατραπεί η απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Οι νομικοί του γερμανικού Δημοσίου επικαλούνται ως επιχείρημα ότι αποτελεί παραβίαση της αρχής της ετεροδικίας η δικαστική συνδρομή τρίτου κράτους σε διαφορές ενός πολίτη με τις δημόσιες αρχές κράτους διαφορετικού από εκείνο της υπηκοότητάς του. Το Ακυρωτικό Δικαστήριο της Ρώμης αποδέχθηκε, από την πλευρά του, ότι δύναται να επιληφθεί της υπόθεσης, καθώς σε περιπτώσεις που άπτονται παραβίασης του δικαίου του πολέμου, αποτελούν δηλαδή εγκλήματα πολέμου, δεν αναγνωρίζει την ισχύ της παραπάνω αρχής. Αξίζει να σημειωθεί ότι παράλληλα με τις ελληνικές διεκδικήσεις, το δικαστήριο έλαβε θετική απόφαση και για 50 υποθέσεις Ιταλών, θυμάτων καταναγκαστικής εργασίας στα γερμανικά εργοστάσια κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανοίγοντας έτσι και για αυτούς τον δρόμο της αποζημίωσής τους από τα γερμανικά κρατικά ταμεία.
Η γερμανική πλευρά προτίθεται να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο με έδρα το Ντένχαμ της Ολλανδίας, το οποίο επιλαμβάνεται θεμάτων αποσαφήνισης ετεροδικίας και διεθνών διαφορών, προκειμένου να ανατραπεί η απόφαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου. Οι νομικοί του γερμανικού Δημοσίου επικαλούνται ως επιχείρημα ότι αποτελεί παραβίαση της αρχής της ετεροδικίας η δικαστική συνδρομή τρίτου κράτους σε διαφορές ενός πολίτη με τις δημόσιες αρχές κράτους διαφορετικού από εκείνο της υπηκοότητάς του. Το Ακυρωτικό Δικαστήριο της Ρώμης αποδέχθηκε, από την πλευρά του, ότι δύναται να επιληφθεί της υπόθεσης, καθώς σε περιπτώσεις που άπτονται παραβίασης του δικαίου του πολέμου, αποτελούν δηλαδή εγκλήματα πολέμου, δεν αναγνωρίζει την ισχύ της παραπάνω αρχής. Αξίζει να σημειωθεί ότι παράλληλα με τις ελληνικές διεκδικήσεις, το δικαστήριο έλαβε θετική απόφαση και για 50 υποθέσεις Ιταλών, θυμάτων καταναγκαστικής εργασίας στα γερμανικά εργοστάσια κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανοίγοντας έτσι και για αυτούς τον δρόμο της αποζημίωσής τους από τα γερμανικά κρατικά ταμεία.
Μια από τις χειρότερες θηριωδίες του ναζισμού
Η παρέμβαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου αναζωπύρωσε τη δικαστική διαμάχη μεταξύ των θυμάτων του Διστόμου και του γερμανικού Δημοσίου, η οποία είχε κορυφωθεί την τελευταία δεκαετία. Τα ελληνικά δικαστήρια, σε πρώτη φάση, επιδίκασαν στα θύματα της σφαγής αποζημιώσεις συνολικού ύψους 28 εκατ. ευρώ, απόφαση την οποία επικύρωσε και τμήμα του Αρειου Πάγου στο οποίο είχε φθάσει η διαδικασία, έπειτα από αναίρεση των δικηγόρων του γερμανικού κράτους. Το «βέτο» όμως της ελληνικής κυβέρνησης το 2000, το οποίο κήρυξε ουσιαστικά την απόφαση ανεκτέλεστη, καθώς και οι αποφάσεις στις δικαστικές αίθουσες του συνταγματικού δικαστηρίου της Καρλσρούης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου, που δικαίωναν με τη σειρά τους το γερμανικό Δημόσιο, έδειχναν ότι είχε τεθεί τέλος στις υποθέσεις αποζημιώσεων.
Η παρέμβαση του Ακυρωτικού Δικαστηρίου αναζωπύρωσε τη δικαστική διαμάχη μεταξύ των θυμάτων του Διστόμου και του γερμανικού Δημοσίου, η οποία είχε κορυφωθεί την τελευταία δεκαετία. Τα ελληνικά δικαστήρια, σε πρώτη φάση, επιδίκασαν στα θύματα της σφαγής αποζημιώσεις συνολικού ύψους 28 εκατ. ευρώ, απόφαση την οποία επικύρωσε και τμήμα του Αρειου Πάγου στο οποίο είχε φθάσει η διαδικασία, έπειτα από αναίρεση των δικηγόρων του γερμανικού κράτους. Το «βέτο» όμως της ελληνικής κυβέρνησης το 2000, το οποίο κήρυξε ουσιαστικά την απόφαση ανεκτέλεστη, καθώς και οι αποφάσεις στις δικαστικές αίθουσες του συνταγματικού δικαστηρίου της Καρλσρούης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου, που δικαίωναν με τη σειρά τους το γερμανικό Δημόσιο, έδειχναν ότι είχε τεθεί τέλος στις υποθέσεις αποζημιώσεων.
Μουσείο θυμάτων ναζισμού
Η επιμονή ωστόσο των δικηγόρων της πλευράς των θυμάτων, που υποστήριζαν ότι είναι νομικώς πρωτοφανές το να μην επιλαμβάνονται πλέον των αγωγών τα γερμανικά δικαστήρια και να παραβιάζεται έτσι η αρχή του φυσικού δικαστή (για κάθε υπόθεση υπάρχει δικαστής για να την επιλύσει με βάση τα δεδομένα της), οδήγησε στην προσφυγή στις δικαστικές αίθουσες της Ιταλίας και στο παραπάνω αποτέλεσμα.
Η επιμονή ωστόσο των δικηγόρων της πλευράς των θυμάτων, που υποστήριζαν ότι είναι νομικώς πρωτοφανές το να μην επιλαμβάνονται πλέον των αγωγών τα γερμανικά δικαστήρια και να παραβιάζεται έτσι η αρχή του φυσικού δικαστή (για κάθε υπόθεση υπάρχει δικαστής για να την επιλύσει με βάση τα δεδομένα της), οδήγησε στην προσφυγή στις δικαστικές αίθουσες της Ιταλίας και στο παραπάνω αποτέλεσμα.
To χρονικό της σφαγής
Στις 10 Ιουνίου 1944 ο πειθαρχικός 2ος Λόχος του 7ου Συντάγματος των SS έλαβε διαταγή να μετακινηθεί από τη Λιβαδειά προς την Αμφισα μέσω Διστόμου με σκοπό τον εντοπισμό ανταρτών.
Αφού συναντήθηκε με τον 10ο και τον 11ο Λόχο του 3ου Τάγματος από την Αμφισα, κατευθύνθηκαν προς το Δίστομο. Στη θέση Καταβόθρα έπεσαν σε ενέδρα ανταρτών του 34ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, η οποία εξελίχθηκε σε δεινή ήττα των Γερμανών.
Μετά τη μάχη οι Γερμανοί μπήκαν στο Δίστομο και σε αντίποινα για τις απώλειές τους άρχισαν να σφάζουν όσους κατοίκους βρίσκονταν στο χωριό.
Δεν έκαναν διακρίσεις ούτε σε γυναικόπαιδα ούτε σε ηλικιωμένους. Ο ιερέας του χωριού αποκεφαλίστηκε, βρέφη εκτελέστηκαν, γυναίκες βιάστηκαν προτού θανατωθούν. Η σφαγή σταμάτησε μόλις έπεσε η νύχτα. Τότε οι Γερμανοί αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη Λιβαδειά.
Προτού αποχωρήσουν, πυρπόλησαν τα σπίτια του χωριού, αφήνοντας πίσω τους 228 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 53 παιδιά.
Προτού αποχωρήσουν, πυρπόλησαν τα σπίτια του χωριού, αφήνοντας πίσω τους 228 νεκρούς, μεταξύ των οποίων 53 παιδιά.
1 σχόλιο:
Όπως πάντα, όπου υπάρχει ήττα της Ελλάδας, υπάρχει από πίσω, εκείνο το ελεεινό ανθρωπάκι, ο Σημίτης. Έτσι το 2000 έβαλε το χεράκι του και ακυρώθηκε η απόφαση. Αυτός άραγε πότε θα "φάει" ήττα;
Δημοσίευση σχολίου