Κατά κάποιον τρόπο έχει γίνει κοινοτοπία το να εξηγείς την ύπαρξη των Βαλκανίων ως επίπτωση της θρησκευτικής απόκλισης. Το πλεονέκτημα αυτής της άποψης είναι ότι είναι απλή· το μειονέκτημα είναι ότι είναι απλοϊκή. Στην πραγματικότητα, περιορίζουμε τη διαδικασία της βαλκανοποίησης στο αποτέλεσμά της δηλαδή στο να γνωρίζουμε τα Βαλκάνια. Αυτή η απώλεια δυναμικής πληροφόρησης προκαλεί μία στατική προβολή και αποκλείει μία χρονική ερμηνεία.
Όμως, τα Βαλκάνια σίγουρα έχουν γίνει το αντικείμενο μίας βαλκανοποίησης, αν μπορούμε να χρησιμοποιούμε αυτή την έκφραση. Δεν θα ήταν πιο συνετό να προσεγγίσουμε το πρόβλημα από γεωστρατηγικής απόψεως και να αναλύσουμε, μεταξύ άλλων, τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, τη Συνθήκη του Βερολίνου, τη Συνθήκη των Παρισίων και τη Συνθήκη της Λωζάννης χωρίς να ξεχνούμε τη Συνθήκη των Σεβρών στο πλαίσιο τεκτονικών κινήσεων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, της Αυτοκρατορίας της Αυστρο-Ουγγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας;
Σ’ αυτό το καινούργιο πλαίσιο, τι να πούμε για την τοπική θρησκευτική απόκλιση πριν τη σφαιρική επίδραση του οθωμανικού ιμπεριαλισμού; Η εμφάνιση της τοπικής απόκλισης δεν θα φαινόταν πλέον ως ένα δεδομένο a priori, αλλά ως μία εξήγηση στρατηγικής φύσεως. Η επιθυμία να εξισλαμισθεί η περιοχή αποτελεί ένα στρατηγικό όραμα που εκμεταλλεύεται τη βία των ανθρώπινων σχέσεων για να πετύχει μία ενότητα και μία συνοχή.
Στην πραγματικότητα, μία αυτοκρατορία, εξ ορισμού, προχωρεί πέραν των εθνικών συνόρων και τότε επιδιώκει μία ενοποίηση των στοιχείων της. Σ’ αυτή την επιδίωξη, έρχεται φυσιολογικά αντιμέτωπη με μία ανάλογη επιδίωξη μίας άλλης αυτοκρατορίας. Έτσι εμφανίζονται φαινόμενα φθοράς που αποτελούν εξωτερικές τριβές για να κάνουμε χρήση μίας ορολογίας ανάλογης αυτής του Clausewitz.
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν είχε άλλο μέσο να επεκτείνει της σφαίρα επιρροής της παρά να χρησιμοποιήσει τη θρησκεία ως όπλο. Αυτό εξηγεί την εμφάνιση της Αλβανίας, της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και του Κόσσοβου στην καρδιά της Σερβίας. Μόνο που αυτή η θρησκευτική επικάλυψη πραγματοποιήθηκε πάνω σ’ ένα γλωσσικό υπόβαθρο που δεν ήταν συμβατό με την ιδέα της ενοποίησης.
Αυτή τη διαδικασία βαλκανοποίησης τη συναντούμε επίσης και στον Καύκασο, αυτή τη φορά με τις κινήσεις της Αυτοκρατορίας της Ρωσίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ή ακόμα και στη Μεσοποταμία. Κάθε φορά, προβάλλουμε τη θρησκευτική ερμηνεία έστω και αν η σύγκρουση δεν είναι μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων, όπως στη Μεσοποταμία με το κουρδικό πρόβλημα.
Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχουμε ένα όραμα συνοχής από γεωστρατηγικής απόψεως εφόσον αυτό ανταποκρίνεται σε αλληλοσυγκρουόμενες επεκτατικές κινήσεις. Είναι, λοιπόν, δυνατόν να ερμηνεύσουμε αυτή τη βαλκανοποίηση ως ένα πρόβλημα των συνόρων των δεξαμενών έλξης που ελέγχονται από διαφορετικούς ελκυστές.
Για να πάμε πιο πέρα μ’ αυτή την προσέγγιση, ας θεωρήσουμε το εξής μαθηματικό σημείο. Εάν θέλουμε τα σημεία ενός συνόρου να ανήκουν τουλάχιστον σε τρεις δεξαμενές έλξης, τότε το σύνορο έχει μία μορφοκλασματική φύση.
Τώρα, ας ερμηνεύσουμε ξανά τις τρεις περιπτώσεις με τη βοήθεια των τριπλών: {Αυστρο-Ουγγαρία, Ρωσία, Οθωμανοί}, {Ρωσία, Περσία, Οθωμανοί}, {Περσία, Ιράκ, Οθωμανοί}. Είναι, λοιπόν, δυνατόν να ερμηνεύσουμε το φαινόμενο της βαλκανοποίησης ως μία επίπτωση της σύγκρουσης και επομένως του ανταγωνισμού έλξης των δεξαμενών. Οι ζώνες επιρροών των ελκυστών που αντιπροσωπεύουν τις αυτοκρατορίες δεν επιτρέπουν την ύπαρξη μίας σταθερής γεωστρατηγικής οντότητας.
Η βαλκανοποίηση αντιπροσωπεύει ένα φαινόμενο αστάθειας που προέρχεται από την ανταγωνιστική επαφή των σταθερών ζωνών. Η βαλκανοποίηση, λοιπόν, προέρχεται από την ιδιομορφία που προκαλείται από το τριπλό σημείο επαφής των δεξαμενών.
Στη συνέχεια, μπορούμε να ερμηνεύσουμε τους εγκλωβισμένους ως κατάλοιπα της διείσδυσης. Χωρίς να χρησιμοποιούμε το θρησκευτικό στοιχείο με διαφορετικό τρόπο παρά μόνο ως ένα απλό εργαλείο της στρατηγικής, μπορούμε να κατανοήσουμε τη βαλκανοποίηση ως γεωστρατηγικό σχήμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου