Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

ΙΑΤΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ - ΤΙ ΕΧΕΙ ΝΑ ΕΠΙΔΕΙΞΕΙ Η ΔΥΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ;

Για οσους (ακόμη) πιστεύουν ότι το Βυζάντιο ήταν περίοδος σκοταδισμού και παρακμής των επιστημών (ας μας πουν τι το αναλογο έχει να επιδείξει η Δυτική Ευρώπη την ίδια περίοδο).

Αναγνώστης


ΔΗΜ. ΚΑΡΑΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
«Βυζαντινή θεραπευτική»

στον τόμο Πρακτικών Συνεδρίου Βυζάντιο-Βενετία-Νεώτερος Ελληνισμός.
Μία περιπλάνηση στον κόσμο της επιστημονικής σκέψης.
(7-9 Νοεμβρίου 2003), Εθνικό Ιδρυμα Ερεθνών
Αθήνα 2004, σελ.91-100


Καθ' όλη την διάρκεια της Βυζαντινής περιόδου (330-1453 μ. Χ.) παρατηρείται συνεχής χρήση της κληρονομιάς των ιατρών της αρχαιότητος, τα κείμενα των οποίων συχνά χρησιμοποιούνται, όπως του Ιπποκράτους, Γαληνού, Διοσκουρίδη, Αρεταίου, Ρούφου. Οι ιατροί της βυζαντινής περιόδου αξιοποιούν τα έργα τους με αποτέλεσμα να επισυμβεί μία φυσιολογική μετάβαση από την αρχαία ιατρική στην ιατρική της βυζαντινής περιόδου. Κατ' αυτόν τον τρόπο η αρχαία ελληνική ιατρική παράδοση διατηρήθηκε και προστατεύθηκε από την αφάνεια.

Κατά τη βυζαντινή περίοδο διέπρεψαν ιατροί, στων οποίων τα κείμενα αποτυπώνεται το επίπεδο της ιατρικής [1] της περιόδου αυτής. Περιγράφονται τα νοσήματα των οργάνων του ανθρωπίνου σώματος και παράλληλα η θεραπευτική με φάρμακα, υγιεινοδιαιτητική αγωγή και χειρουργικές επεμβάσεις. Συνοπτικά γίνεται αναφορά στους σημαντικότερους ιατρούς συγγραφείς της βυζαντινής περιόδου και τα έργα τους, στα οποία καταγράφεται η εφαρμοζόμενη θεραπευτική της εποχής.

Κατά το 4ο αι. σημαντικός ιατρός ήταν ο Ορειβάσιος [2], γιατρός του αυτοκράτορα Ιουλιανού. Είχε συγγράψει το Συναγωγαί Ιατρικαί, το Σύνοψις των Οριβασίου εννέα λόγων προς τον υιόν αυτού Ευστάθιο, και ένα εκλαϊκευτικό βιβλίο Ευπόριστα για την καταπολέμηση του κομπογιαννιτισμού. Στην αρχή του Α΄ Βιβλίου του έργου του Συναγωγαί ιατρικαί απευθυνόμενος προς τον Ιουλιανό γράφει μεταξύ άλλων ότι συγκέντρωσε από τους επιφανείς ιατρούς τα σημαντικότερα, «Πάντων των αρίστων ιατρών αναζητήσαντά με τα καιριώτατα συναγαγείν και πάντα όσα χρησιμεύει προς αυτό το τέλος της ιατρικής».

Ο Ορειβάσιος μεταξύ των άλλων εφαρμόζει τεχνική για τη χειρουργική των αρτηριακών ανευρυσμάτων, φλεβίτιδων, τραυμάτων, υποσπαδία, αποστήματος ήπατος και ιδιαίτερα μνημονεύει την θεραπευτική αγωγή για την επιληψία, τη νεφρίτιδα, των ιλίγγων και της αιμοπτύσεως. Το έργο του είχε επηρεάσει μεταγενέστερους ιατρούς, όπως τον Αέτιο τον Παύλο Αιγινήτη, τον Νικόλαο Μυρεψό κ. ά. Τα συνοπτικά έργα του Ορειβασίου μεταφράσθηκαν στη λατινική γλώσσα, όπως διαπιστώνεται από χειρόγραφα του 7ου , 9ου και 12ου αι., που δείχνουν την επίδραση του στη δυτική ιατρική [3].

Ένας άλλος συγγραφέας της ίδιας εποχής ήταν ο Νεμέσιος [4] επίσκοπος Εμέσης και έργο του το Περί φύσεως ανθρώπου. Αναφέρεται και στην ανατομική κατασκευή του σώματος. Σημειώνεται ότι το έργο του Νεμεσίου μεταφράσθηκε τον 11ο αι. στη λατινική γλώσσα από τον αρχιεπίσκοπο του Σαλέρμο Alphanus, ο οποίος ήταν και γιατρός.

Κατά τον 6ο αι. σημαντικός ιατρός ήταν ο πολυγραφώτατος Αέτιος Αμιδηνός [5], αρχίατρος του αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Στο έργο του Βιβλία Ιατρικά με τους δεκαέξι λόγους του παρατίθεται η προγενέστερη ιατρική γνώση, αλλά προσθέτει και δικά του στοιχεία. Σημειώνεται ότι από τον Αέτιο χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το κολχικό στη θεραπευτική. Το έργο του επέδρασε στους μεταγενέστερους ιατρούς Παύλο Αιγινήτη, Θεοφάνη Νόννο, Ψελλό και Αλέξανδρο Τραλλιανό.

Επίσης γιατρός του 6ου αι. ήταν ο Αλέξανδρος Τραλλιανός [6] και έργο του το Θεραπευτική σε 12 βιβλία, που χαρακτηρίζεται ως ιατρική εγκυκλοπαίδεια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι επί υπερτάσεως εκτός από τα φάρμακα και τη φλεβοτομία συνιστούσε υγιεινοδιαιτητικές οδηγίες με περιορισμό του άλατος. Διέκρινε τα διάφορα είδη των ελμίνθων. Κάνει αναφορά στους λίθους της χοληδόχου κύστεως και καθιέρωσε την ειδικότητα του «τεχνίτου ιατρού» δηλ. του μικροβιολόγου. Χρησιμοποίησε το κολχικό στην ουρική αρθρίτιδα, την παροχέτευση του πλευριτικού υγρού με παρακέντηση του θώρακος. Μεταφράσεις του έργου του υπάρχουν λατινικές, αραβικές, εβραϊκές και συριακές [7].

Επίσης τον ίδιο αιώνα ήταν και ο Παλλάδιος ο Αλεξανδρινός [8], ιατροσοφιστής, ο οποίος συνέγραψε το έργο του Περί πυρετών σύντομος σύνοψις. Ενδεικτικά μνημονεύεται μία παρατήρησή του για την μικροβιαιμία, για την οποία χαρακτηριστικά γράφει ότι «το αίμα...ει σαπή, ποιήσει απόστημα».

Κατά τον 7ο αι. ο Θεόφιλος Πρωτοσπαθάριος [9], αρχίατρος του αυτοκράτορα Ηρακλείου και έργα του Περί σφυγμών, Περί ούρων, Περί διαχωρημάτων, Αποθεραπευτική. Χαρακτηριστική είναι η λεπτομερής διαγνωστική του με την εξέταση των ούρων και των κοπράνων. Ακόμη κάνει αναφορά στην υπογλυκαιμία, τον διαβήτη των παιδιών και αποδίδει σε σηπτικό παράγοντα τους κακοήθεις όγκους. Σημειώνεται ότι τα έργα για τους σφυγμούς και τα ούρα μεταφράσθηκαν στα λατινικά από τον Κωνσταντίνο τον Αφρικανό [10].

Ο Παύλος Αιγινήτης [11] ονομαστός ιατρός από την Αίγινα, ο οποίος έζησε κατά τον 7ο αιώνα μ. Χ. και σπούδασε στην Αλεξάνδρεια. Εργο του το πολύτομο Περί Ιατρικής Eπτά Βιβλία, ή Επιτομή, το οποίο στηρίζεται κατά κανόνα στους προγενέστερους ιατρούς Γαληνό, Διοσκουρίδη, Ορειβάσιο και Αέτιο, αλλά έχει καταγράψει και την προσωπική του πείρα. Στο προοίμιο του έργου του σημειώνει μεταξύ των άλλων ότι είναι δύσκολο να θυμάται κανείς τις διάφορες ιατρικές μεθόδους γι' αυτό και συνέθεσε την Επιτομή, «την δε την επιτομήν εκ των αρχαίων συνεστησάμην συναγωγήν», συμπληρώνοντας ότι πρόσθεσε και μερικές δικές του παρατηρήσεις από την άσκηση της ιατρικής.

Επίσης αναφέρει στο Προοίμιο ότι διαίρεσε σε επτά βιβλία το έργο του και συγκεκριμένα στο Πρώτο Βιβλίο ομιλεί περί υγιεινής, στο Δεύτερο περί πυρετών, στο Τρίτο περί των παθών κατά τόπους δηλ. των οργάνων, από το κεφάλι έως τα πόδια, στο Τέταρτο βιβλίο περί των εξωτερικών παθών δηλ. του δέρματος, στο Πέμπτο περί των ιοβόλων πληγών και δηγμάτων, στο Εκτο περί χειρουργικής και στο ΄Εβδομο Βιβλίο περί των ιδιοτήτων των απλών και συνθέτων φαρμάκων, δηλ. περί φαρμακολογίας, στοιχεία τα οποία έλαβε από τον Διοσκουρίδη (2ος αι. μ. Χ.).

Ο Παύλος Αιγινήτης ήταν ικανός χειρουργός, όπως διαπιστώνεται από το Εκτο Βιβλίο περί χειρουργικής, στο οποίο αναγράφονται και οι προσωπικές του απόψεις. Περιγράφει τον καθετηριασμό της ουροδόχου κύστεως και χρησιμοποιώντας καθετήρες ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Σχετικά με την λιθοτριψία στην ουροδόχο κύστη κάνει λεπτομερή περιγραφή του τρόπου εισαγωγής του λιθοθρύπτη και την αποφυγή της αιμορραγίας. Στις παθήσεις της ουροδόχου κύστεως έκανε εγχύσεις μετά από καθετηριασμό περιγράφοντας και τις καμπύλες της ουρήθρας. Στο Κεφάλαιο «Περί ανευρύσματος» αφού ο Παύλος Αιγινήτης παραθέτει κείμενο του Γαληνού από το έργο του «Περί των παρά φύσιν όγκων» [12], σημειώνει «Ταύτα μεν ο Γαληνός. Ημείς δε διακρίνομεν αυτά απ' αλλήλων ούτως», επεξηγώντας στη συνέχεια τις απόψεις του περί ανευρύσματος. Στο Κεφάλαιο ΜΕ΄ «Περί καρκίνου» σημειώνει ότι κυρίως εμφανίζεται σε πολλά μέρη του σώματος, κυρίως όμως στη μήτρα και μαστούς των γυναικών, με την επεξήγηση της ονοματολογίας «καρκίνος» εκ του γεγονότος ότι «έχουσι δε τα φλέβας πανταχόθεν περιτεταμένας, ώσπερ το ζώον καρκίνος τους πόδας, όθεν αυτώ και τούνομα τέθειται».

Οι χειρουργικές μέθοδοι για τη βουβωνοκήλη, την αμυγδαλεκτομή, του ηπατικού αποστήματος, τη λιθοτριψία και τον τρυπανισμό διατηρήθηκαν μέχρι τον 17ο αιώνα. Στην Επιτομή του Παύλου Αιγινήτη συγκεντρώνονται όλες οι μέχρι τότε γνώσεις σχετικά με την παιδιατρική και τη μαιευτική και οι οποίες διατηρήθηκαν μέχρι την Αναγέννηση. Μας δίνει πλήρη περιγραφή της χειρουργικής του οφθαλμού καθώς και της στρατιωτικής χειρουργικής της αρχαιότητας.

Κατά τον 8ο αιώνα ο μοναχός Μελέτιος, ιατροσοφιστής, έγραψε το «Περί της του ανθρώπου κατασκευής ή πόνημα εν συνόψει περί φύσεως ανθρώπου» [13]. Στο Προοίμιο σημειώνει ότι δεν επινόησε κάτι καινούργιο «αλλά σύντομον και ανελλιπή πραγματείαν εκθέσθαι τοις φιλομαθέσι και φιλοπόνοις βουλομένου». Και τούτο διότι όπως παρατηρεί μέχρι τότε δεν είχε γραφεί μία «πραγματεία», αν και «πολλοί των αρχαίων σοφών, πολλούς κατά αποταγήν, ή εν συντόμω περί της φύσεως ημών λόγους συνέθεντο, αλλ' ουδείς ανελλιπή και ανυστέρητον ταύτην απήρτησεν». Γι' αυτό και ο Μελέτιος «τα ούν διεσπαρμένα, ως εν ταις τούτων βίβλοις εγκείμενα, αυτός εκλαβών, το παρόν ως ενόν συνεστησάμην δη σύγγραμμα». Ενδιαφέρον έχει να σημειώσουμε ότι γίνεται, ίσως για πρώτη φορά, αναφορά στα «τριχοειδή» [14] αγγεία: «εισί τριχοειδή φλεβία λεπτά κατά τα μόρια κείμενα... ευκόλως διοδεύεται το αίμα, προς τε τα λεπτά των αγγείων και προς άπαν το σώμα δια των τριχοειδών φλεβίων». Κατά την περιγραφή των ανατομικών μερών του ανθρωπίνου σώματος δίδεται επί πλέον και η ετυμολογία εκάστου εξ αυτών.

Κατά τον 9ο αι. επί αυτοκράτορος Θεοφίλου ιατρός συγγραφέας ήταν ο Λέων ο ιατροσοφιστής [15], ο οποίος έγραψε Σύνοψις ιατρικής, Σύνοψις εις την φύσιν του ανθρώπου και Περί ιδιωμάτων ανθρώπων. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι μεταξύ των άλλων εφήρμοσε τη μονόπλευρη αμυγδαλεκτομή, έδωσε τον ορισμό του άσθματος και συνέδεσε την πληκτροδακτυλία με τις πνευμονικές παθήσεις.

Κατά τον 10ο αι. συγγραφέας ιατρός ήταν ο Θεοφάννης ο Νόννος [16], αρχίατρος του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Ζ΄ του Πορφυρογεννήτου, και έργο του «Σύνοψις εν Επιτομή της ιατρικής απάσης τέχνης» σε 297 κεφάλαια. Ακολουθεί τον Ορειβάσιο, Αέτιο και Αλέξανδρο Τραλλιανό, αλλά καταγράφει και πρωτότυπες θεραπείες και απόψεις, όπως μεταξύ των άλλων τη χρήση λιθοτριπτικών φαρμάκων επί χολολίθων, τη θεραπευτική αγωγή επί καρκίνου του οφθαλμού. Χρησιμοποίησε τον όρο «Παρακέντηση» της κοιλίας για τον ασκίτη. Η Επιτομή του επηρέασε το ομώνυμο έργο του Κωνσταντίνου του Αφρικανού. Ενας άλλος ιατρός ήταν ο Ρωμανός [17], ο οποίος κατείχε υψηλή θέση στο αυτοκρατορικό νοσοκομείο του Μυρελαίου και έργο του το Περί σημείων οξέων και χρονίων παθών, με πρωτότυπη διαγνωστική και σημειολογία.

Κατά τον 11ο αι. ο πολυτάλαντος και πολυγραφότατος Μιχαήλ Ψελλός [18] είχε γράψει και ιατρικά έργα όπως Πόνημα ιατρικόν άριστον δι' ιάμβων, Περί καινών ονομάτων των εν νοσήμασιν, Περί λουτρού. Ιατρικά θέματα περιέχονται και στα άλλα έργα του, όπως για παράδειγμα η ποδάγρα του Κωνσταντίνου Θ΄ και η πλευρίτιδα του Ισαακίου Κομνηνού. Εφαρμόζει τον καθετηριασμό της ουροδόχου κύστεως επί θρομβώσεων, τη λαρυγγοτομία, και καθορίζει τις ενδείξεις της λουτροθεραπείας επί πνευμονικών, δερματολογικών παθήσεων. Προτείνει νέες φαρμακευτικές ουσίες και εισάγει τον αμέθυστο λίθο στη θεραπεία των αλκοολικών.

Ένας άλλος γιατρός του 11ου αι. ήταν ο Συμεών Σήθ [19], σημαντικός εγκυκλοπαιδιστής,, ο οποίος έγραψε «Λεξικόν κατ' αλφάβητον ερμηνεύον ακριβώς τας βοτάνας». Σε πολλά ακολουθεί τον Διοσκουρίδη, αλλά εισάγει νέες φαρμακευτικές ουσίες από τις αραβικές χώρες και την Ινδία. Επίσης έγραψε το έργο «Σύνταγμα κατά στοιχείον περί τροφώνδυνάμεων», στο οποίο δίνει πληροφορίες για τις ιατρικές ιδιότητες των φυτών και των καρπών τους. Είναι ο πρώτος που αμφισβήτησε τον Γαληνό στο έργο του «Αντιρρητικός προς Γαληνόν» [20].

Ο Ιωάννης επίσκοπος Πρισδρυανών [21], κατά τον 12 αι., έγραψε «Περί ούρων διάγνωσις και πραγματεία αρίστη», «Παρεκβολαί εκ των παλαιών ιατρών συλλεγείσαι περί διαχωρημάτων», «Εκ των Παλλαδίου, Αρχελάου, Στεφάνου Αλεξανδρέως και διαφόρων παλαιών ιατρών περί εντέρων». Με την εξέταση των ούρων και κοπράνων φθάνει στις διαγνώσεις των νόσων, όπως για παράδειγμα του καρκίνου. Ερευνά τον παιδικό διαβήτη, την υπογλυκαιμία και τοις παθήσεις των εντέρων.

Κατά τον 13 αι. ο Δημήτριος Πεπαγωμένος [22], ιατρός του αυτοκράτορος Μιχαήλ Η΄ του Παλαιολόγου, ήταν ειδικός στην ουρική αρθρίτιδα και έργο του το «Σύνταγμα περί ποδάγρας». Προτείνει μέθοδο πρόληψης των κρίσεων της ουρικής αρθρίτιδος, ενώ σε έτερο έργο του «Πίναξ εκλογών», που βρίσκεται σε χειρόγραφο, εφαρμόζει μέθοδο ταχέως τοκετού, θεραπεία των αλλεργικών αντιδράσεων και της πάρεσης της γλώσσας.

Ο Νικόλαος Μυρεψός [23], δηλ. παρασκευαστής αλοιφών, φαρμακοποιός, ήταν ιατρός του αυτοκράτορος Δούκα του Βατάτζη στη Νίκαια και έργο του το Μέγα Δυναμερόν, το οποίο αποτελεί μια συλλογή συνταγών και συνοψίζει τις μέχρι της εποχής του φαρμακολογικές γνώσεις. Το έργο αυτό το Μέγα Δυναμερόν ήταν η επίσημη Φαρμακοποιϊα της εποχής του και των μετέπειτα Ιατρικών Σχολών και μία από τις βασικές πηγές της σύγχρονης φαρμακολογίας. Μεταφράσθηκε στα λατινικά και τυπώθηκε κατά τον 16ο αι., ενώ μέχρι και τον 17ο αι. ίσχυε ως επίσημη φαρμακολογία στη Γαλλία.

Το Δυναμερόν του Νικολάου Μυρεψού περιέχει περί τις 2600 συνταγές φαρμάκων, μεταξύ των οποίων τα ψυχοδραστικά βότανα, όπως μανδραγόρας, υοσκύαμος, μήκων, ελλέβορος μέλας κ. ά. Επί πλέον αποτελούν ένα παράδειγμα επίδρασης του Δυναμερού στις μεταγενέστερες φαρμακοποιϊες. Το όπιο που προέρχονταν από τις κεφαλές της μήκωνος από τον Μυρεψό δίδονταν ως παυσίπονο, αντιβηχικό και εναντίον της υστερίας, και μάλιστα μέχρι τις ημέρες μας προστίθεται στα αντιβηχικά και αναλγητικά σκευάσματα. Σημειώνουμε ότι στη θεραπεία του αλκοολισμού ο Νικόλαος Μυρεψός για να θεραπεύσει τους αλκοολικούς χορηγούσε ένα φαρμακευτικό υγρό με το οποίο προκαλούσε απέχθεια σε εκείνους που έπιναν κρασί. Το παρασκεύασμα αυτό περιείχε «χυλό αψινθέας, πικρά αμύγδαλα, σπέρμα και φύλλα κράμβης, μαράθρου, λαπάθου, τετραγκάθου, και μέλι αττικό».

Ο Μάξιμος Πλανούδης [24], στο έργο του «Περί των υελίων πασών των ασθενειών», το οποίο είναι γραμμένο σε στίχους ασχολείται, με τις παθήσεις των νεφρών και με την εξέταση των ούρων οδηγείται στη διάγνωση των ασθενειών. ΄Εχει γράψει και το «Περί αιμάτων».

Κατά τον 14 αι. ο Ιωάννης Ακτουάριος [25] επί αυτοκράτορος Ανδρονίκου του Γ΄ συνέγραψε τα έργα «Περί διαγνώσεως παθών», «Περί συνθέσεως φαρμάκων», «Ιατρική μέθοδος», «Περί ούρων». Ασχολείται με την αρτηριοσκλήρυνση των αγγείων και την επίπτωση της στη λειτουργία της καρδιάς, χορηγεί καρδιοτονωτικά φάρμακα, χειρουργεί τα αρτηριακά ανευρύσματα με όργανα που προκαλούν και αιμόσταση. Εισάγει νέα αντίδοτα, και με τη λεπτομερή ανάλυση των ούρων φθάνει στη διαφορική διάγνωση των νόσων. Στους ηλικιωμένους χορηγούσε φάρμακα για την ανανέωση των γερασμένων κυττάρων. Το έργο του Ιωάννη Ακτουαρίου «Περί ούρων», στο οποίο εξετάζονται οι φυσιολογικές και παθολογικές ιδιότητές τους, έμεινε κλασσικό μέχρι τον 17ο αιώνα.

Στη Βυζαντινή θεραπευτική εισήχθηκαν νέες φαρμακευτικές ουσίες, νέες χρήσεις των ήδη γνωστών φαρμακευτικών ουσιών και έχουμε τροποποιήσεις στη σύνθεση των συνταγών, που χρησιμοποιούνταν. Επίσης εφαρμόζονται χειρουργικές θεραπευτικές επεμβάσεις [26] όπως ενδεικτικά αναφέρουμε επί βουβωνοκήλης, κιρσοκήλης, υδροκήλης, ερμαφρόδιτων, υποσπαδία, αποστημάτων του ορθού, αρτηριακών ανευρυσμάτων, βρογχοκήλης, στην οποία επέμβαση ο χειρουργός κατά τον Παύλο τον Αιγινήτη έπρεπε να προσέχει «τας τε καρωτίδας αρτηρίας και τα παλινδρομούντα νεύρα», η αποκοπή των οποίων καθιστούσε άφωνους τους χειρουργημένους. Εφαρμόζονταν η ολική υστερεκτομή, μαστεκτομή και η λαρυγγοτομία.

Σημειώνουμε ότι κατά τον 10ο αι. έχουμε ίσως και την πρώτη χειρουργική προσπάθεια διαχωρισμού σιαμαίων διδύμων [27], τα οποία ήταν συνενωμένα κατά την κοιλιά και διακομίστηκαν στην Κωνσταντινούπολη από την Αρμενία. Κατά τον χρονικογράφο τα σιαμαία αυτά δίδυμα διώχθηκαν από την πόλη διότι θεωρήθηκαν ως κακός οιωνός. Όμως τα επανέφεραν όταν το ένα από τα δίδυμα απεβίωσε και οι έμπειροι ιατροί χειρουργικώς προσπάθησαν να τα διαχωρίσουν, παραμένοντας στη ζωή το έτερο μόνο για τρεις ημέρες. Στη χρονογραφία του Σκυλίτση υπάρχει μια κακότεχνη εικόνα των σιαμαίων αυτών διδύμων και η προσπάθεια διαχωρισμού τους.

Μια σημαντική κατάκτηση της Βυζαντινής θεραπευτικής ήταν η ανάπτυξη των νοσοκομείων [28]. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ευρισκόμενο στη μονή του Παντοκράτορος, το οποίο αναπτύχθηκε επί αυτοκράτορος Ιωάννη Β΄ Κομνηνού (1136) και για το οποίο υπάρχει μια λεπτομερής περιγραφή στο «Τυπικόν». Στα νοσοκομεία της βυζαντινής περιόδου εφαρμόζονταν και η εκπαίδευση των γιατρών.

Επί πλέον η Βυζαντινή θεραπευτική [29] μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως (1453) είχε επίδραση στα «Ιατροσόφια», τα οποία κατακλύζουν στη συνέχεια τον ελληνικό χώρο, οι κάτοικοι του οποίου τα χρησιμοποιούσαν ως θεραπευτικούς οδηγούς, λόγω ελλείψεως κατά κανόνα επιστημόνων ιατρών.

--------------------------------------------------------------------------------

[1] Ενδεικτκκά βλ. Γ. Κ. Πουρναρόπουλος, Συμβολή ες την ιστορίαν της βυζαντινής ιατρικής, Αθήναι 1942, Αριστ. Ευτυχιάδης, Εισαγωγή εις την Βυζαντινήν Θεραπευτικήν, Αθήναι 1983, Αριστ. Ευτυχιάδης, Η άσκησις της Βυζαντινής ιατρικής επιστήμης και κοινωνικαί εφαρμογαί αυτής κατά σχετικάς διατάξεις, Αθήναι 1983, F. H. Garrison, An Introduction to the History of Medicine, επανατύπωση τέεταρτης έκδοσης, 1961, σελ. 121 κ. εξ., Herbert Hunger, Βυζαντινή λογοτεχνία. Η λόγια κοσμική γραμματεία των Βυζαντινών, έκδ. Μορφωτικό ΄Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, τόμ. Γ΄, Β΄έκδ. Αθήνα 2000, «Ιατρική», σελ.105-153, όπου και σχετική βιβλιογραφία, Φαίδων Κουκουλές, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, 1955, τόμ. Στ΄, «Ιατρικά», σελ. 9-35, John Scasborouth (ed.), Byzantine Medicine, Dumbarton Oaks Papers, τόμ. 38, 1984, όπου περιέχονται ειδικές μελέτες και σχετική βιβλιογραφία.

[2] Το έργο του Ορειβασίου, Ιατρικαί συναγωγαί, εκδόθηκε από τους Bassemaker και Daremberg, Παρίσι 1851-1862, σε τέσσερις τόμους.

[3] Βλ. H. Hunger, Βυζαντινή λογοτεχνία, ελλνική μετάφραση, Β΄ έκδ. Αθήνα 2000, σελ. 117.

[4] Νεμεσίου επισκόπου Εμέσης, Περί φύσεως ανθρώπου, έκδ. Moreno Morani, Bibliotheca Scriptorum Graecorun et romanorum Teubneriana, Λειψία 1987, και Patrologia Graece, έκδ. J. P. Migne, τόμ. 40, στήλες 504-816. Gerhard Baader «Early Medieval Latin adaptations of Byzantine Medicine in Western Europe», Byzantine Medicine, Dumbarton Oaks Papers,τόμ. 38, 1984, σελ. 259.

[5] Το έργο του Αετίου, Βιβλία ιατρικά εκκαίδεκα εκδόθηκε κατά το 1535 και από τον A. Olivieri, Λιψία 1935 και 1950, (Corpus Medicorum Graecorum VII 1-2). Ορισμένα επί πλέον κείμενα έχει δημοσιεύσει ο Σκεύος Ζερβός, «Αετίου Αμιδινού, Λόγος πεντεκαιδέκατος», Αθηνά, τόμ. 21, 1909, σελ. 3-144, «Περί των εν μήτρα παθών ήτοι Λόγος έκκαιδέκατος», Λιψία 1901, «Περί δακνόντων ζώων και ιοβόλων ήτοι λόγος δέκατος τρίτος», Αθηνά, τόμ. 18, 1906, σελ. 241-302, «Λόγος ένατος», Αθηνά, τόμ. 23, 1911, σελ. 265-392. Επίσης ο Α. Γ. Κωστομοίρης, Αετίου Λόγος δωδέκατος, Παρίσι 1892. Ο Φώτιος ο Μέγας στη Μυριόβιβλο (Βιβλιοθήκη), ΙΙΙ, 140 θεωρεί το έργο του Αετίου επικρατέστερο του έργου του Ορειβασίου, βλ. και Π. Π. Παναγιώτου, «Τα ιατρικά και παραϊατρικά του Μεγάλου Φωτίου», Παρνασσός, τόμ. 28, 1986, σελ. 9.

[6] Alexander von Tralles. Original Text und Ubersetzungnebst einer einleitendenAbhandlung.Ein Beitrag zur Geschichte der Medicin, έκδ. Th. Puschmann, 2 τόμοι, Βιέννη 1878-79. Αλεξάνδρου Τραλλιανού, «Επιστολή περί ελμίνθων», στον τόμο J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci Minores, Ι, Βερολίνο 1841, σελ. 305-311.

[7] Βλ. H. Hunger, Βυζαντινή φιλολογία, ελληνική μετάφραση, Β΄ έκδοση 2000, σελ. 122.

[8] Παλλαδίου, Περί πυρετών σύντομος σύνοψις, έκδ. με λατινική μετάφραση από κώδικα της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης, Lugduni Batavorum, 1745 και η παραπομπή στη σελ. 22. Επίσης το έργο του Παλλαδίου περιέχεται στον τόμο του J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci Minores, Ι, Βερολίνο 1841, σελ. 107-120.

[9] «Θεοφίλου περί ούρων βιβλίον» και «Πρί διαχωρημάτων», στον τόμο J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci Minores, Ι, Βερολίνο 1841, σελ. 261-283 και 397-408. Αρ Κούζης, "The Apotherapeytic of Theophilos according the Laurentian Codex Plut. 75,19", Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τόμ. 19, 1944, σελ. 35-45.

[10] K. Dimitriadis, Byzantinische Uroskopie, διδ. διατρ., Βόννη 1971, σελ. 13, αναφέρεται από τον H. Hunger, Βυζαντινή λογοτεχνία, τόμ. Γ΄, Β΄ έκδ. 2000, σελ. 134.

[11] Παύλου Αιγινήτου, ιατρού αρίστου, Βιβλία επτά, έκδ. Aldus, Venetiis, 1528.

[12] Βλ. εκδ. G. C. Kuehn, Γαληνού Απαντα, Λειψία 1824, τόμ. 7, σελ. 725. Με την ευκαιρία σημειώνουμε ότι ο Francis Adams στην μετάφραση του έργου του Παύλου Αιγινήτη στην αγγλική γλώσσα, 1844-1847, παρατηρεί ότι οι αρχαίοι ιατροί με πρώτον τον Γαληνό χρησιμοποίησαν θεραπευτική μέθοδο για το ανεύρυσμα και όχι ο John de Vico, (1460-1525), τον οποίο μνημονεύει ο Kurt Sprengel στην Ιστορία της ιατρικής του.

[13] Βλ. Patrologia Graeca, έκδ. J. P. Migne, τόμ. 64, στήλες 1076-1309 και για τα τριχοειδή στη στήλη 1029. Επίσης, Robert Renehan, " Meletius' chapter on the eyes. An unidentified source", στον τόμο Byzantine Medicine, Dumbarton Oaks Papers,τόμ. 38, 1984, σελ. 159-168.

[14] Βλ. Αριστ. Ευτυχιάδη, Φύση και Πνεύμα, Αθήνα 1995, σελ. 86.

[15] Λέοντος φιλοσόφου και ιατρού, Σύνοψις ιατρικής, έκδ. F. Z. Ermerins, Anecdota Medica Graeca, Lugduni Batavorum, 1840. Αρ. Κούζης, "The written tradition of the works of Leo the iatrosophist", Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τόμ. 19, 1944, σελ. 170-177, όπου μνημονεύονται και τα άλλα δύο έργα του Λέοντος.

[16] Noni Medici Clarissimi, De Omniun Particularum morborum curatione..,έκδ. Hier. Martius, 1568, και με λατινική μετάφραση. Επίσης βλ. Joseph Sonderkamp, «Theophanus Nonnus: Medicine in the circle of Constantine Porphyrogenitus», στον τόμο Byzantine Medicine, Dumbarton Oaks Papers, 1984, σελ. 29-41.

[17] Για τον Ρωμανό σχετικά έχει γράψει ο. Αρ. Κούζης, «Medical work of Romanos according to the Vatican greek codex 280», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τόμ. 19, 1944, σελ. 162-170.

[18] «Του σοφωτάτου Ψελλού και υπερτίμου Πόνημα ιατρικόν άριστον δι' ιάμβων» και «Ψελλού Περί λίθων δυνάμεων», στον τόμο J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci Minores, Ι, Βερολίνο 1841, σελ. 203-243 και 244-249. H. Hunger, Βυζαντινή λογοτεχνί, ό. π., σελ. 135.

[19] «Συμεώνος Μαγίστρου και φιλοσόφου Σήθ του Αντιοχείας, Φιλοσοφικά και ιατρικά. Περί οσφρήσεως». στον τόμο J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci Minores, τόμ. ΙΙ, Βερολίνο 1841, σελ. 283-285. Επίσης την πραγματεία Σύνταγμα κατά στοιχείον περί τροφών δυνάμεων συγγραφέν παρά Συμεώνος μαγίστρου αντιοχένου του Σηθί, έκδ. Bernandus Langkavel, Bibliotheca Teubneri, Lipsiae 1868.

[20] Βλ. H. Hunger, Βυζαντινή λογοτεχνία, ό. π., σελ. 137, Σπ. Μαρκέτου, Εικονογραφημένη Ιστορίας της Ιατρικής, Γ΄ έκδ., Αθήνα 1996, σελ. 175.

[21] Αριστ. Κούζη, «Το ¨Περί ούρων¨ έργον του Ιωάννου επισκόπου Πρισδριανών», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τόμ. 10, 1933, σελ. 362-382 και τιςσχετικές παρατηρήσεις του H. Hunger, Βυζαντινή λογοτεχνία, ό. π., σελ. 139.

[22] Δημητρίου Πεπαγωμένου, Σύνταγμα περί ποδάγρας, Παρίσι, 1558, με λατινική μετάφραση το 1743, και από τον Αριστ. Κούζη το 1909. Αρ, Ευτυχιάδη, Εισαγωγή εις την Βυζαντινήν θεραπευτικήν, 1983, σελ. 307.

[23] H. Hunger, Βυζαντινή φιλολογία, ό. π., σελ. 142, Αρ, Ευτυχιάδη, ό. π. σελ. 311.

[24] «Του σοφωτάτου κυρίου Μαξίμου του Πλανούδη Περί των υελίων πασών των ασθενειών εν τοις ανθρώποις, επερχομένων στίχοι», στον τόμο J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci Minores, τόμ. ΙΙ, Βερολίνο 1842, σελ. 318-322.

[25] «Το περί ούρων του Σοφωτάτου Ιωάννου Ακτουαρίου. Περί διαφοράς ούρων, Περί διαγνώσεως ούρων, Περί αιτίας ούρων, Περί προγνώσεως ούρων», «Περί διαγνώσεως παθών», στον τόμο J. L. Ideler, Physici et Medici Graeci minores, Vol. II, Berolini, 1842, σελ. 3-192 και 353-463 αντίστοιχα. Ιωάννου Ακτουαρίου, Ιατρική μέθοδος έκδ. Αλδου, Παρίσι 1556. Βλ. Armin Hohlweg, «John Actuarius' De methodo medendi-on the new edition", στον τόμο Byzantine Medicine, Dumbarton Oaks Papers, τόμ. 38, 1984, σελ. 121-133.

[26] Σημειώνεται ότι έχουν καταγραφεί χειρουργικά εργαλεία της βυζαντινής εποχής πέραν των γνωστών της αρχαιότητας, βλ. Lawrence J Bliquez, "Two lists of Greek surgical instruments and the state of surgery in Byzantine times", στοn τόμο Byzantine Medicine, Dumbarton Oaks Papers, τόμ. 38, 1998, σελ. 187-204.

[27] Φαίδ. Κουκουλέ, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, 1955, τόμ. Γ΄, σελ. 254, G. E. Lascaratos, "A surgical operation performed on Siamese twins in the tenth centuryin Byzantium", Bull.Hist. Med., τόμ. 59, 1984, σελ. 99-102.,

[28] Για τα νοσοκομεία της βυζαντινής περιόδου ενδεικτικά βλ. Timothy S. Myller, Η γέννησις του νοσοκομείου στην Βυζαντινή αυτοκρατορία, απόδοση στην ελληνική γλώσσα Ν. Κελέρμενος, Αθήνα 1998, P. Guatier, "Le Typikon du Christ Sauveur Pantocrator", Revue des Etudes Byzantines, τόμ. 32, 1974, σελ. 1-145.

[29] Βλ. Armin Hohlweg, «Διάδοση και επιδράσεις της Βυζαντινής ιατρικής στους μετά την Αλωση χρόνους», και Αγαμέμνων Τσελίκας, «Τα ελληνικά γιατροσόφια: Μία περιφρονημένη κατηγορία χειρογράφων», στον τόμο Θ. Διαμαντόπουλος (επιμ.), Ιατρικά Βυζαντινά χειρόγραφα, Αθήνα 1995, σελ. 31-56 και 57-69 αντίστοιχα. Σημειώνουμε ακόμη ότι καταγραφή των ανωνύμων Ιατροσοφίων έχει γένει από τον Γιάννη Καρά, Οι Επιστήμες στην Τουρκοκρατία. Χειρόγραφα και έντυπα, τόμ. Γ΄ Οι επιστήμες της Ζωής., Αθήνα 1994., σελ. 160-329.


ιατρική στο Βυζάντιο 2

ΔΗΜ. ΚΑΡΑΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
«Παύλος Αιγινήτης» [1]
Ιστορικά, Ελευθεροτυπία, αρ. 227
11 Μαρτίου 2004
σελ. 38-41
Ονομαστός ιατρός από την Αίγινα, ο οποίος έζησε κατά τον 7ο αιώνα μ. Χ. και σπούδασε στην Αλεξάνδρεια. Εργο του είναι η «Επιτομή» σε επτά βιβλία, το οποίο στηρίζεται κατά κανόνα στους προγενέστερους ιατρούς Γαληνό, Διοσκουρίδη, Ορειβάσιο και Αέτιο, αλλά έχει καταγράψει και την προσωπική του πείρα. Στο προοίμιο του έργου του σημειώνει μεταξύ των άλλων ότι είναι δύσκολο να θυμάται κανείς τις διάφορες ιατρικές μεθόδους γι' αυτό και συνέθεσε την Επιτομή, «την δε την επιτομήν εκ των αρχαίων συνεστησάμην συναγωγήν», συμπληρώνοντας ότι πρόσθεσε και μερικές δικές του παρατηρήσεις από την άσκηση της ιατρικής. Ακόμη παρατηρεί ότι το έργο του Οριβασίου «η εβδομιντάβιβλος» περιέχει «πάσαν της τέχνης υπόθεσιν», αλλά όμως όπως επισημαίνει δεν ήταν εύχρηστη λόγω του όγκου, ενώ και η «Επιτομή προς τον Ευστάθιον τον υιόν αυτού» είχε πολλές ελλείψεις. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Παύλος ο Αιγινήτης κατέφυγε στη συγγραφή του έργου των Επτά Βιβλίων του, το οποίο θα ήταν χρήσιμο στους άλλους και στον ίδιο μια συγγραφική άσκηση, «όθεν επί το παρόν ήκω σύνταγμα, τοις μέν , ως εικός, έχειν αυτό βουλομένοις υπόμνημα γενησόμενον, εμοί δε γυμνάσιον».

Αναφέρει στο Προοίμιο ότι διαίρεσε σε επτά βιβλία το έργο του και συγκεκριμένα στο Πρώτο Βιβλίο ομιλεί περί υγιεινής, στο Δεύτερο περί πυρετών, στο Τρίτο περί των παθών κατά τόπους δηλ. των οργάνων, από το κεφάλι έως τα πόδια, στο Τέταρτο βιβλίο περί των εξωτερικών παθών δηλ. του δέρματος, στο Πέμπτο περί των ιοβόλων πληγών και δηγμάτων, στο Εκτο περί χειρουργικής και στο ΄Εβδομο Βιβλίο περί των ιδιοτήτων των απλών και συνθέτων φαρμάκων, δηλ. περί φαρμακολογίας, στοιχεία τα οποία έλαβε από τον Διοσκουρίδη (2ος αι. μ. Χ.).

Ο Παύλος Αιγινήτης ήταν ικανός χειρουργός, όπως διαπιστώνεται από το Εκτο Βιβλίο περί χειρουργικής, στο οποίο αναγράφονται και οι προσωπικές του απόψεις. Περιγράφει τον καθετηριασμό της ουροδόχου κύστεως και χρησιμοποιώντας καθετήρες ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Σχετικά με την λιθοτριψία στην ουροδόχο κύστη κάνει λεπτομερή περιγραφή του τρόπου εισαγωγής του λιθοθρύπτη και την αποφυγή της αιμορραγίας. Στις παθήσεις της ουροδόχου κύστεως έκανε εγχύσεις μετά από καθετηριασμό περιγράφοντας και τις καμπύλες της ουρήθρας. Στο Κεφάλαιο «Περί ανευρύσματος» αφού ο Παύλος Αιγινήτης παραθέτει κείμενο του Γαληνού από το έργο του «Περί των παρά φύσιν όγκων»[2], σημειώνει «Ταύτα μεν ο Γαληνός. Ημείς δε διακρίνομεν αυτά απ' αλλήλων ούτως», επεξηγώντας στη συνέχεια τις απόψεις του περί ανευρύσματος. Στο σημείο αυτό ενδιαφέρον έχει να γίνει αναφορά στους σχολιασμούς του Francis Adams, στην μετάφραση του έργου του Παύλου Αιγινήτη στην αγγλική γλώσσα, ο οποίος παρατηρεί ότι οι αρχαίοι ιατροί με πρώτον τον Γαληνό χρησιμοποίησαν θεραπευτική μέθοδο για το ανεύρυσμα και όχι ο John de Vico, (1460-1525), τον οποίο μνημονεύει ο Kurt Sprengel, στην Ιστορία της ιατρικής του.

Στο Κεφάλαιο ΜΕ΄ «Περί καρκίνου» σημειώνει ότι κυρίως εμφανίζεται σε πολλά μέρη του σώματος, κυρίως όμως στη μήτρα και μαστούς των γυναικών, με την επεξήγηση της ονοματολογίας «καρκίνος» εκ του γεγονότος ότι «έχουσι δε τα φλέβας πανταχόθεν περιτεταμένας, ώσπερ το ζώον καρκίνος τους πόδας, όθεν αυτώ και τούνομα τέθειται».

Οι χειρουργικές μέθοδοι για τη βουβωνοκήλη, την αμυγδαλεκτομή, του ηπατικού αποστήματος, τη λιθοτριψία και τον τρυπανισμό διατηρήθηκαν μέχρι τον 17ο αιώνα. Στην Επιτομή του Παύλου Αιγινήτη συγκεντρώνονται όλες οι μέχρι τότε γνώσεις σχετικά με την παιδιατρική και τη μαιευτική και οι οποίες διατηρήθηκαν μέχρι την Αναγέννηση. Μας δίνει πλήρη περιγραφή της χειρουργικής του οφθαλμού καθώς και της στρατιωτικής χειρουργικής της αρχαιότητας.

Το έργο του Παύλου Αιγινήτη είχε μεταφρασθεί στην αραβική τον 9ο αι. και στη λατινική γλώσσα το 1532 και 1556. Στη γαλλική γλώσσα μεταφράσθηκε το 6ο βιβλίο από τον Rene Briau, Παρίσι 1855, ενώ στην Αγγλική όλο το έργο σε τρείς τόμους, Λονδίνο 1844-1847, δια την Sydenham Society από τον Francis Adams, ο οποίος σε κάθε κεφάλαιο παραθέτει σχετικούς σχολιασμούς και τις πηγές που χρησιμοποίησε ο Παύλος Αιγινήτης από τους προγενέστερους ιατρούς Γαληνό, Διοσκουρίδη, Ορειβάσιο και Αέτιο. Μεταφράσθηκε επίσης στη γερμανική με σχολιασμό κατά το 1908-1913.

Εκδόσεις του έργου έχουμε στη Βενετία το 1528 και 1553 με τίτλο «Παύλου Αιγινήτου ιατρού αρίστου, Βιβλία επτά», στη Βασιλεία το 1538, ενώ εκδόθηκε σε δύο τόμους, 1921 και 1924, στο Corpus Graecorum Medicorum από τον J.L.Heiberg . Από τον Αρ. Κούζη εκδόθηκε μέρος από το έργο του Παύλου Αιγινήτη στη σειρά Βυζαντινών ιατρών τα ευρισκόμενα.

Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι μέρος από το έργο του Παύλου Αιγινήτη έχουν εντοπισθεί σε έξι χειρόγραφα[3] του ΙΕ΄-ΙΖ΄αι.: τέσσερα χειρόγραφα βρίσκονται σε βιβλιοθήκες του Αγίου ΄Ορους (τρία στη Μονή Μεγίστης Λαύρας και ένα στη Μονή Ιβήρων) και από ένα στην Πατριαρχική Βιβλιοθήκη Ιεροσολύμων και στη Βιβλιοθήκη Αλεξίου Κολυβά. Το περιεχόμενο των χειρογράφων είναι κατά κανόνα «ιατροσόφια», δηλ. συνταγές, που χρησιμοποιούσε ο λαός κατά την εποχή της τουρκοκρατίας, για να καλύψει τις θεραπευτικές του ανάγκες, λόγω κυρίως έλλειψης επιστημόνων ιατρών. Το κείμενο έχει αποδοθεί σε γλώσσα της εποχής για να είναι κατανοητή στο λαό και ο αντιγραφέας έπαιρνε εκείνα τα τμήματα από το έργο του Παύλου Αιγινήτη, που νόμιζε ότι θα ήταν απαραίτητα για τις θεραπευτικές του ανάγκες.

Το έργο του Παύλου Αιγινήτη συνέβαλε στην πρόοδο της βυζαντινής και της αραβικής ιατρικής, αφού το έργο του μεταφράσθηκε στα αραβικά κατά τον 9ο αιώνα, και της ευρωπαϊκής, λόγω της διδασκαλίας του έργου του στις ιατρικές Σχολές του Σαλέρμο και του Μονπελιέ.

[1] Βλ. Arturo Castiglioni, Ιστορία της Ιατρικής, ελληνική μετάφραση, τόμ. 1, Αθήνα 1961, σελ.252-255.

Francis Adams, The seven books of Paulus Aegineta. Translated from greek with a commentary embracing a complete view of the knowledge possessed by the Greeks, Romans and Arabians on all subjects connected with medicine and surgery. In τhree volumes, London 1844-47. Rene Briau, Chirurgie de Paul d' Egine, Paris, 1855, με εισαγωσή και παράθεση του ελληνικού κειμένου του 6ου Βιβλίοου Περί χειρουργικής από την Επιτομή του Παύλου Αιγινήτη.

[2] Βλ. εκδ. G. C. Kuehn, Γαληνού Απαντα, Λειψία 1824, τόμ. 7, σελ. 725

[3] Βλ. Γιάννη Καρά, Οι Επιστήμες στην Τουρκοκρατία. Χειρόγραφα και έντυπα. τόμ. Γ΄. Οι Επιστήμες της Ζωής, Αθήνα 1994, σελ. 398-402.


karaberopoulos.gr

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Αν πας στο βρετανικό μουσείο θα δεις σε μια αίθουσα κατι αγγεια που είναι μια μπάλα πηλού όπου κάποιος έχει βυθίσει την γροθιά του. αυτό ήτο πιάτο. Λέω πρέπει να είμαστε κάπου στο 1000 προ Χρτιστού....όχι, ήμασταν στο 1300 μετά Χριστόν στην δυτική Ευρώπα.

Οι άνθρωποι ζούσαν στα Δέντρα. Ο πολιτισμός τού Βυζαντίου ήτο αστρονομικός. Αν δεν υπήρχαν οι νενεκοι προδότες, η αυτοκρατορία τών ΕΛΛΗΝΩΝ θα κρατούσε ίσαμε σήμερα!!!!!

Όταν έπεσε η Πόλις φύγαν τα μυαλά και τα υπόλοιπα συγγράμματα, τα περισσότερα φύγανε το 1204, και πήγανε δυτικά. Εκεί οι Έλληνες διδάξανε ΣΚΕΨΙ και ΑΡΧΑΙΟΥΣ και διαδόσανε τον πολιτισμό....δυστυχως διαστρεβλώθησαν όλα και καταλήξαμε στην τεχνοκρατία τής παγκοσμίου διακυβερνήσεως φίλε μου....