Επί σχεδόν μια δεκαετία οι σουνίτες αντάρτες διεξήγαγαν έναν ανελέητο
πόλεμο κατά του αμερικανικού στρατού, αλλά τώρα οι δικοί τους εχθροί
έφυγαν και βρήκαν έναν άλλο: το σιιτικό Ιράν.
Η κατάληψη της Βαγδάτης στις 9 Απριλίου του 2003, η διάλυση του ιρακινού στρατού, η ανάληψη της εξουσίας από τους σιίτες 80 χρόνια μετά τη σουνιτική κυριαρχία, ήταν ένα πρόσφορο έδαφος για τους ιρακινούς και άραβες μαχητές του ιερού πολέμου για να βρουν έναν σκοπό.
Ωστόσο η αποχώρηση της τελευταίας αμερικανικής στρατιωτικής δύναμης στα τέλη του 2011, η συγκρότηση μιας δύναμης ασφαλείας 900.000 ανδρών, τα πολύ σκληρά πλήγματα που υπέστη, οδήγησαν τους αντάρτες να ορίσουν το Ιράν και το ιρακινό καθεστώς βασικούς πολέμιούς τους.
"Οι ένοπλες οργανώσεις χρειάζονται πάντα να δημιουργούν έναν εχθρό για να υπάρχουν και να δικαιολογούν την παρουσία τους", εξηγεί ο Χαμίντ Φάντελ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Βαγδάτης.
Με αφορμή την 9η επέτειο της πτώσης του Σαντάμ Χουσέιν και την έναρξη της κατοχής των υπό τις ΗΠΑ συμμάχων, αρκετές ένοπλες οργανώσεις εξαπολύουν φραστικές επιθέσεις στις ανακοινώσεις τους για το Ιράν και τους σιίτες.
Έτσι η Ισλαμική Ομάδα του Ιράκ (GII), ένας συνασπισμός 17 οργανώσεων ανταρτών που συγκροτήθηκε το 2010, τιτλοφορεί την ανακοίνωση του "Θα πολεμήσουμε το Ιράν με την ίδια δύναμη με την οποία πολεμήσαμε τους Αμερικανούς".
Το κείμενο που αναρτήθηκε σε ισλαμιστικές ιστοσελίδες δηλώνει ότι "οι αμερικανικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα αλλά την άφησαν σε μια πολύ χειρότερη κατοχή", "καθώς είναι φανερό ότι το Ιράν κατέχει το Ιράκ μέσω των συνεργών του. "Οι μαχητές μας δεν θα αποδυναμωθούν", προσθέτει.
Η γλώσσα αυτή χρησιμοποιεί την προγονική εχθρότητα μεταξύ Αράβων και Περσών και την προσβολή των σουνιτών που έχασαν την εξουσία προς όφελος των σιιτών. Η πικρία ενισχύθηκε από το γεγονός ότι πολλά νυν ιρακινά ηγετικά στελέχη διέμειναν στο Ιράν στα οκτώ χρόνια του πολέμου μεταξύ των δυο χωρών.
Χρησιμοποιώντας την ίδια ρητορική, η οργάνωση "το Λάβαρο του Δικαίου και του Τζιχάντ" διαβεβαιώνει ότι "θα συνεχίσει να πολεμά τον εχθρό" (Ιράν) και ζητεί από το Θεό να στηρίξει τους μαχητές της στον πόλεμό τους κατά των "Σαφαβιδών πρακτόρων του", όπως χαρακτηρίζει τους σιίτες μέσα στο στόμα των σουνιτών εξτρεμιστών.
Η δυναστεία των Σαφαβιδών που βασίλευσε στο Ιράν από το 1501 έως το 1736, προσηλύτισε τη χώρα στο σιιτισμό υπό τον πρώτο ηγεμόνα του, τον Ισμαήλ Α΄(1487-1524). Κατέλαβε τον 16ο αιώνα ένα μέρος αυτού που σήμερα είναι το Ιράκ, κυρίως τη Βαγδάτη το 1508, πριν εκδιωχθεί από τους Οθωμανούς σουνίτες τριάντα χρόνια αργότερα.
Από την πλευρά της, η "Ταξιαρχία Τζιχάντ αλ-Μουραμπιτούν" ορκίζεται ότι θα πολεμήσει τη σημερινή κυβέρνηση "την πουλημένη στον (αμερικανό) κατακτητή" ενώ ο "Ισλαμικός Στρατός του Ιράκ" διαπιστώνει ότι οι Αμερικανοί άφησαν πίσω τους "μια πιο ωμή και πιο άξεστη κατοχή".
Όσον αφορά το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ (ISI), μια συμμαχία οργανώσεων πιστών στην Αλ Κάιντα, δηλώνει ότι πραγματοποίησε από τις 28 Δεκεμβρίου έως 24 Φεβρουαρίου, 195 επιθέσεις κατά του "στρατού και της αστυνομίας των Σαφαβιδών".
Ο Χαμίντ Φάντελ βλέπει σε αυτή τη νέα στρατηγική των σουνιτών ανταρτών μια "περιφερειακή διάσταση". "Η πλειοψηφία των οργανώσεων που θεωρούν το Ιράν σαν τον εχθρό, είναι πιθανώς σε επαφή με άλλες χώρες της περιοχής που είναι σε σύγκρουση με την ιρανική πολιτική ή με το κόμμα Μπάαθ το οποίο απορρίπτει την πολιτική διαδικασία".
Ο Έζατ αλ-Ντούρι, τελευταίος ανώτερος αξιωματούχος του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσέιν, ο οποίος ακόμη διαφεύγει, δήλωσε σε βίντεο που αναρτήθηκε το Σάββατο στο Διαδίκτυο ότι "το Ιράν προσπαθεί να καταβροχθίσει το Ιράκ".
Οι πολιτοφυλακές των σιιτών, οι οποίες επίσης εναντιώθηκαν στον "κατακτητή", βρίσκονται χωρίς πραγματικό εχθρό. Επίσης αρκετές μεταξύ αυτών επέλεξαν την πολιτική διαδικασία.
Έτσι το "Άσαεμπ Αχ αλ Χακ" (Συμμαχία των Ενάρετων) που κατηγορείται ότι σκότωσε Αμερικανούς και Βρετανούς, μπήκε το Δεκέμβριο στο πολιτικό παιχνίδι και ο βουλευτής Τζαουάντ αλ Χασνάουϊ, του κόμματος του ριζοσπάστη ιερωμένου Σαντρ --του οποίου ο Στρατός του Μέχντι είχε πολεμήσει τους Αμερικανούς-- δήλωσε ότι στο εξής "ο υπ' αριθμόν ένα εχθρός είναι η διαφθορά, η ανεργία και η δικτατορία".
Πολλοί Ιρακινοί πίστεψαν στις 9 Απριλίου του 2003 ότι ο Σαντάμ Χουσέιν ανατράπηκε, ότι η ζωή θα γινόταν καλύτερη αλλά ύστερα από χρόνια βίας και δεινών, κανένα από τα όνειρά τους δεν πραγματοποιήθηκε.
Η χώρα εξακολουθεί να στερείται των βασικών υπηρεσιών, όπως η ηλεκτροδότηση, το πόσιμο νερό, περίπου 1,3 εκατομμύριο Ιρακινοί παραμένουν μακριά από τις εστίες τους και παρότι τα βίαια επεισόδια μειώθηκαν σαφώς σε σχέση με το 2006-2007, δεν εξαλείφθηκε.
Πριν από εννέα χρόνια στην πλατεία Φερντού, στο κέντρο της Βαγδάτης με τη βοήθεια ενός τεθωρακισμένου, οι αμερικανικές δυνάμεις έριξαν μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες από όλο τον κόσμο το γιγάντιο άγαλμα του Σαντάμ Χουσέιν, για να δείξουν συμβολικά το τέλος της δικτατορίας.
Ο Χουσέιν εκτελέστηκε το Δεκέμβριο του 2006. Η πτώση του καθεστώτος του έριξε τη χώρα σε έναν τρομερό κύκλο βίας εξαιτίας του αντάρτικου, μεταξύ αμερικανών στρατιωτών και ανταρτών, τις καθημερινών επιχειρήσεων, των βομβιστικών επιθέσεων και της κόλασης των θρησκευτικών συγκρούσεων.
Η κατάληψη της Βαγδάτης στις 9 Απριλίου του 2003, η διάλυση του ιρακινού στρατού, η ανάληψη της εξουσίας από τους σιίτες 80 χρόνια μετά τη σουνιτική κυριαρχία, ήταν ένα πρόσφορο έδαφος για τους ιρακινούς και άραβες μαχητές του ιερού πολέμου για να βρουν έναν σκοπό.
Ωστόσο η αποχώρηση της τελευταίας αμερικανικής στρατιωτικής δύναμης στα τέλη του 2011, η συγκρότηση μιας δύναμης ασφαλείας 900.000 ανδρών, τα πολύ σκληρά πλήγματα που υπέστη, οδήγησαν τους αντάρτες να ορίσουν το Ιράν και το ιρακινό καθεστώς βασικούς πολέμιούς τους.
"Οι ένοπλες οργανώσεις χρειάζονται πάντα να δημιουργούν έναν εχθρό για να υπάρχουν και να δικαιολογούν την παρουσία τους", εξηγεί ο Χαμίντ Φάντελ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Βαγδάτης.
Με αφορμή την 9η επέτειο της πτώσης του Σαντάμ Χουσέιν και την έναρξη της κατοχής των υπό τις ΗΠΑ συμμάχων, αρκετές ένοπλες οργανώσεις εξαπολύουν φραστικές επιθέσεις στις ανακοινώσεις τους για το Ιράν και τους σιίτες.
Έτσι η Ισλαμική Ομάδα του Ιράκ (GII), ένας συνασπισμός 17 οργανώσεων ανταρτών που συγκροτήθηκε το 2010, τιτλοφορεί την ανακοίνωση του "Θα πολεμήσουμε το Ιράν με την ίδια δύναμη με την οποία πολεμήσαμε τους Αμερικανούς".
Το κείμενο που αναρτήθηκε σε ισλαμιστικές ιστοσελίδες δηλώνει ότι "οι αμερικανικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα αλλά την άφησαν σε μια πολύ χειρότερη κατοχή", "καθώς είναι φανερό ότι το Ιράν κατέχει το Ιράκ μέσω των συνεργών του. "Οι μαχητές μας δεν θα αποδυναμωθούν", προσθέτει.
Η γλώσσα αυτή χρησιμοποιεί την προγονική εχθρότητα μεταξύ Αράβων και Περσών και την προσβολή των σουνιτών που έχασαν την εξουσία προς όφελος των σιιτών. Η πικρία ενισχύθηκε από το γεγονός ότι πολλά νυν ιρακινά ηγετικά στελέχη διέμειναν στο Ιράν στα οκτώ χρόνια του πολέμου μεταξύ των δυο χωρών.
Χρησιμοποιώντας την ίδια ρητορική, η οργάνωση "το Λάβαρο του Δικαίου και του Τζιχάντ" διαβεβαιώνει ότι "θα συνεχίσει να πολεμά τον εχθρό" (Ιράν) και ζητεί από το Θεό να στηρίξει τους μαχητές της στον πόλεμό τους κατά των "Σαφαβιδών πρακτόρων του", όπως χαρακτηρίζει τους σιίτες μέσα στο στόμα των σουνιτών εξτρεμιστών.
Η δυναστεία των Σαφαβιδών που βασίλευσε στο Ιράν από το 1501 έως το 1736, προσηλύτισε τη χώρα στο σιιτισμό υπό τον πρώτο ηγεμόνα του, τον Ισμαήλ Α΄(1487-1524). Κατέλαβε τον 16ο αιώνα ένα μέρος αυτού που σήμερα είναι το Ιράκ, κυρίως τη Βαγδάτη το 1508, πριν εκδιωχθεί από τους Οθωμανούς σουνίτες τριάντα χρόνια αργότερα.
Από την πλευρά της, η "Ταξιαρχία Τζιχάντ αλ-Μουραμπιτούν" ορκίζεται ότι θα πολεμήσει τη σημερινή κυβέρνηση "την πουλημένη στον (αμερικανό) κατακτητή" ενώ ο "Ισλαμικός Στρατός του Ιράκ" διαπιστώνει ότι οι Αμερικανοί άφησαν πίσω τους "μια πιο ωμή και πιο άξεστη κατοχή".
Όσον αφορά το Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ (ISI), μια συμμαχία οργανώσεων πιστών στην Αλ Κάιντα, δηλώνει ότι πραγματοποίησε από τις 28 Δεκεμβρίου έως 24 Φεβρουαρίου, 195 επιθέσεις κατά του "στρατού και της αστυνομίας των Σαφαβιδών".
Ο Χαμίντ Φάντελ βλέπει σε αυτή τη νέα στρατηγική των σουνιτών ανταρτών μια "περιφερειακή διάσταση". "Η πλειοψηφία των οργανώσεων που θεωρούν το Ιράν σαν τον εχθρό, είναι πιθανώς σε επαφή με άλλες χώρες της περιοχής που είναι σε σύγκρουση με την ιρανική πολιτική ή με το κόμμα Μπάαθ το οποίο απορρίπτει την πολιτική διαδικασία".
Ο Έζατ αλ-Ντούρι, τελευταίος ανώτερος αξιωματούχος του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσέιν, ο οποίος ακόμη διαφεύγει, δήλωσε σε βίντεο που αναρτήθηκε το Σάββατο στο Διαδίκτυο ότι "το Ιράν προσπαθεί να καταβροχθίσει το Ιράκ".
Οι πολιτοφυλακές των σιιτών, οι οποίες επίσης εναντιώθηκαν στον "κατακτητή", βρίσκονται χωρίς πραγματικό εχθρό. Επίσης αρκετές μεταξύ αυτών επέλεξαν την πολιτική διαδικασία.
Έτσι το "Άσαεμπ Αχ αλ Χακ" (Συμμαχία των Ενάρετων) που κατηγορείται ότι σκότωσε Αμερικανούς και Βρετανούς, μπήκε το Δεκέμβριο στο πολιτικό παιχνίδι και ο βουλευτής Τζαουάντ αλ Χασνάουϊ, του κόμματος του ριζοσπάστη ιερωμένου Σαντρ --του οποίου ο Στρατός του Μέχντι είχε πολεμήσει τους Αμερικανούς-- δήλωσε ότι στο εξής "ο υπ' αριθμόν ένα εχθρός είναι η διαφθορά, η ανεργία και η δικτατορία".
Πολλοί Ιρακινοί πίστεψαν στις 9 Απριλίου του 2003 ότι ο Σαντάμ Χουσέιν ανατράπηκε, ότι η ζωή θα γινόταν καλύτερη αλλά ύστερα από χρόνια βίας και δεινών, κανένα από τα όνειρά τους δεν πραγματοποιήθηκε.
Η χώρα εξακολουθεί να στερείται των βασικών υπηρεσιών, όπως η ηλεκτροδότηση, το πόσιμο νερό, περίπου 1,3 εκατομμύριο Ιρακινοί παραμένουν μακριά από τις εστίες τους και παρότι τα βίαια επεισόδια μειώθηκαν σαφώς σε σχέση με το 2006-2007, δεν εξαλείφθηκε.
Πριν από εννέα χρόνια στην πλατεία Φερντού, στο κέντρο της Βαγδάτης με τη βοήθεια ενός τεθωρακισμένου, οι αμερικανικές δυνάμεις έριξαν μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες από όλο τον κόσμο το γιγάντιο άγαλμα του Σαντάμ Χουσέιν, για να δείξουν συμβολικά το τέλος της δικτατορίας.
Ο Χουσέιν εκτελέστηκε το Δεκέμβριο του 2006. Η πτώση του καθεστώτος του έριξε τη χώρα σε έναν τρομερό κύκλο βίας εξαιτίας του αντάρτικου, μεταξύ αμερικανών στρατιωτών και ανταρτών, τις καθημερινών επιχειρήσεων, των βομβιστικών επιθέσεων και της κόλασης των θρησκευτικών συγκρούσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου