Στο
χρονικό διάστημα 6-9 Απριλίου 1941 οι Έλληνες μαχητές έγραψαν ένα έπος
εφάμιλλο εκείνου της Αλβανίας στα οχυρά της Γραμμής Μεταξά πολεμώντας
εναντίον της Ναζιστικής Γερμανίας. Ακολουθεί ο αγώνας ενός από αυτά, του
Πυραμιδοειδούς στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου, μέσα από την έκθεση που
υπέβαλε ο διοικητής του Λοχαγός Ρογκάκος Πάναγιώτης
Το οχυρό με το όνομα Πυραμιδοειδές μαζί με το οχυρό Λίσσε κατασκευάστηκαν με αποστολή να φράξουν σε συνεργασία την βόρεια είσοδο της στενωπού Γρανίτη από την οποία περνάει η κύρια οδός από Βουλγαρία μέσω Νευροκοπίου προς τη Δράμα. Το Πυραμιδοειδές, όπως και το Λίσσε, σκάφτηκε μέσα σε συμπαγή βράχο στις βόρειες προσβάσεις του υψώματος Σούλεντζε σε απόσταση τρεισήμισι χιλιομέτρων από το οχυρό Λίσσε. Το οχυρό αποτελούταν από ένα στεγανό συγκρότημα και δυο μεμονωμένα πολυβολεία. Περιλάμβανε τέσσερα απλά και τρία διπλά πολυβολεία, ένα σύνθετο πολυβολείο – θέση προβολέα, δυο αντιαρματικά πυροβολεία, τρία παρατηρητήρια, πέντε εξόδους και δυο διπλές θέσεις βομβιδοβόλων.
Το ανάπτυγμα των υπογείων σκεπάστρων ήταν 250 τρέχοντα μέτρα ενώ το μήκος των υπογείων στοών συγκοινωνίας 650 μέτρα. Ήταν σημαντικά μικρότερο από το οχυρό Λίσσε που πρέπει να σημειωθεί ότι λόγω της θέσης του ήταν ένα από τα ισχυρότερα και δύσκολο να καταληφθούν οχυρά της γραμμής Μπέλες – Νέστος.
Η προβλεπόμενη δύναμη του οχυρού και ο οπλισμός του ήταν:
4 αξιωματικοί
173 οπλίτες
2 αντιαρματικά πυροβόλα 37 χιλ
11 πολυβόλα
6 οπλοπολυβόλα
7 βομβιδοβόλα
Το οχυρό με το όνομα Πυραμιδοειδές μαζί με το οχυρό Λίσσε κατασκευάστηκαν με αποστολή να φράξουν σε συνεργασία την βόρεια είσοδο της στενωπού Γρανίτη από την οποία περνάει η κύρια οδός από Βουλγαρία μέσω Νευροκοπίου προς τη Δράμα. Το Πυραμιδοειδές, όπως και το Λίσσε, σκάφτηκε μέσα σε συμπαγή βράχο στις βόρειες προσβάσεις του υψώματος Σούλεντζε σε απόσταση τρεισήμισι χιλιομέτρων από το οχυρό Λίσσε. Το οχυρό αποτελούταν από ένα στεγανό συγκρότημα και δυο μεμονωμένα πολυβολεία. Περιλάμβανε τέσσερα απλά και τρία διπλά πολυβολεία, ένα σύνθετο πολυβολείο – θέση προβολέα, δυο αντιαρματικά πυροβολεία, τρία παρατηρητήρια, πέντε εξόδους και δυο διπλές θέσεις βομβιδοβόλων.
Το ανάπτυγμα των υπογείων σκεπάστρων ήταν 250 τρέχοντα μέτρα ενώ το μήκος των υπογείων στοών συγκοινωνίας 650 μέτρα. Ήταν σημαντικά μικρότερο από το οχυρό Λίσσε που πρέπει να σημειωθεί ότι λόγω της θέσης του ήταν ένα από τα ισχυρότερα και δύσκολο να καταληφθούν οχυρά της γραμμής Μπέλες – Νέστος.
Η προβλεπόμενη δύναμη του οχυρού και ο οπλισμός του ήταν:
4 αξιωματικοί
173 οπλίτες
2 αντιαρματικά πυροβόλα 37 χιλ
11 πολυβόλα
6 οπλοπολυβόλα
7 βομβιδοβόλα
Η ύπαρξη του οχυρού Πυραμιδοειδούς συνδέεται με τον διοικητή του λοχαγό Ρογκάκο ο οποίος το διοικούσε από τις 16 Μαρτίου 1938. Στο διάστημα αυτό πέρασαν από το οχυρό τέσσερις κλάσεις οπλιτών και συνεχίστηκε η εξωτερική οργάνωση του εδάφους με την κατασκευή αντιαρματικών εμποδίων, συρματοπλεγμάτων, εξωτερικών έργων κ λ π. Στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου στάλθηκαν στο μέτωπο της Αλβανίας όλοι οι μόνιμοι αξιωματικοί του οχυρού, τα δυο αντιαρματικά πυροβόλα των 37 χιλιοστών με το προσωπικό και τα πυρομαχικά τους καθώς και τα μισά πυρομαχικά πολυβόλων, οπλοπολυβόλων και τυφεκίων. Από τα αντιαρματικά πυροβόλα το ένα με το προσωπικό και τα βλήματά του επέστρεψε από το μέτωπο της Αλβανίας πέντε ημέρες πριν την Γερμανική εισβολή.
Με την έναρξη των επιχειρήσεων το οχυρό διέθετε:
-Τον διοικητή του, δυο μόνιμους υπαξιωματικούς ως διμοιρίτες, έναν ανθυπολοχαγό ως αξιωματικό πυροβόλων, δυο εφέδρους ανθυπιάτρους και ένα ανθυπασπιστή μηχανικού .
-205 οπλίτες παντός όπλου
-2 πυροβόλα των 75 χιλ πεδινά ως αντιαρματικά και κατά προσωπικού με 800 βλήματα
-1 αντιαρματικό πυροβόλο των 75 χιλ με 1000 βλήματα
-13 ενεργά και 4 εφεδρικά πολυβόλα με 400000 φυσίγγια
-18 οπλοπολυβόλα υποδείγματος 1915 με 40000 φυσίγγια
-7 βομβιδοβόλα με 800 οπλοβομβίδες
-140 τυφέκια Μάνλινχερ με 60000 φυσίγγια
-Τροφές για 35 ημέρες και διπυρίτη για 17 ημέρες
-Νερό για πέντε ημέρες
-Πλήρες χειρουργείο και νοσηλευτήριο με όλα τα μέσα
Κατά τη διάρκεια της μάχης έγινε ανεφοδιασμός του οχυρού με 500 βλήματα των 37 χιλ και 200 των 75 χιλ.
Διοικητικά το οχυρό υπαγόταν στην VII Μεραρχία Πεζικού, στον Τομέα Φαλακρού στο 26 Σύνταγμα Πεζικού, στον VIIα2 Συνοριακό Τομέα και στο Γ’ Συγκρότημα Οχυρών Λίσσε που περιλάμβανε τα οχυρά Λίσσε, Πυραμιδοειδές και Ντάσαβλι. Διοικητής του Λίσσε ήταν ο Ταγματάρχης Πεζικού Δετοράκης Γεώργιος και του Ντάσαβλι ο Υπολοχαγός Πεζικού Κόνιαρης Ιωάννης.
Αποστολή του οχυρού ήταν η απαγόρευση των κινήσεων των τμημάτων του εχθρού προς την κατεύθυνση Νευροκόπι – Δράμα, η πλαγιοφύλαξη και η διασταύρωση πυρών μετά του οχυρού Λίσσε και η απαγόρευση κινήσεων στον αυχένα του υψώματος Ουσόγια.
Προ της γραμμής των οχυρών του υψιπέδου βρίσκονταν τρεις λόχοι προκαλύψεως με έδρες (από τα δυτικά) το ύψωμα Στραγκάτς, το χωριό Παγονέρι και το χωριό Λευκόγια. Αποστολή τους ήταν να ενημερώσουν την κύρια τοποθεσία για την εμφάνιση του εχθρού και να συμπτυχθούν επιβραδύνοντας τις δυνάμεις εισβολής.
Την παραμονή της Γερμανικής επίθεσης ο διοικητής του συνοριακού υποτομέα στον οποίο υπαγόταν το πυραμιδοειδές, αντισυνταγματάρχης Παπαδομαρκάκης επισκέφθηκε τα τμήματα προκαλύψεως τα οποία κάλυπταν το χώρο από τα σύνορα μέχρι το υψίπεδο του Νευροκοπίου και στη συνέχεια διανυκτέρευσε στο Πυραμιδοειδές. Στις 03.30 της 6 Απριλίου 1941, ημέρα Κυριακή, ο διοικητής του οχυρού και του υποτομέα ειδοποιήθηκαν τηλεφωνικά ότι τις πρωινές ώρες θα ενεργοποιούνταν οι αντιαρματικοί υπόνομοι που ήταν από καιρού προετοιμασμένοι. Περίπου την 05.00 ο διοικητής του λόχου προκαλύψεως Παγονερίου ανέφερε στον Ρογκάκο την εμπλοκή των τμημάτων προκαλύψεως με τον εχθρό για να ακολουθήσει μετά από λίγο ο διοικητής του λόχου Στραγκάτς . Ο διοικητής του Πυραμιδοειδούς διέταξε την επάνδρωση των θέσεων εντός και εκτός οχυρού και ενημέρωσε όλες τις διοικήσεις για την έναρξη της Γερμανικής επίθεσης. Ο διοικητής του υποτομέα αναχώρησες για την έδρα του αμέσως.
Όπως αναφέρει στην έκθεσή του ο λοχαγός Ρογκάκος το ηθικό και ο ενθουσιασμός των υπερασπιστών του οχυρού ήταν απερίγραπτος. Και δεν υπάρχει ίχνος υπερβολής στα γραφόμενα αυτού του ηρωικού αξιωματικού αν ληφθεί υπόψη ο αγώνας των ανδρών, όπως και των ανδρών των άλλων οχυρών, το τριήμερο 6-9 Απριλίου 1941. Η σύμπτυξη των τμημάτων υπό την κάλυψη πυρών πυροβολικού έγινε με τάξη με εναλλαγή πυρός και κινήσεως μέχρι που έφτασαν πίσω από τα αντιαρματικά κωλύματα του Πυραμιδοειδούς. Ο διμοιρίτης του φυλακίου Εξοχής, ανθυπολοχαγός Παυλίδης, λιποθύμησε μόλις έφτασε προ του οχυρού κρατώντας τη σημαία του φυλακίου του. Στις 08.30 εμφανίστηκαν τα πρώτα εχθρικά τμήματα, ταυτόχρονα εκτελέστηκαν όλες οι προβλεπόμενες καταστροφές και ετοιμάστηκαν τα αντιαρματικά πυροβόλα για αντιμετώπιση των αρμάτων. Την ίδια ώρα ένα γερμανικό αεροπλάνο που δέχτηκε πυρά από το Λίσσε και το Πυραμιδοειδές κατέπεσε στην περιοχή του χωριού Βαθύλακος. Στην πραγματικότητα ο λοχαγός Ρογκάκος το είδε να πέφτει αλλά στην πραγματικότητα βληθέν έκανε αναγκαστική προσγείωση και το εκ πέντε ανδρών πλήρωμά του αιχμαλωτίστηκε. Το αεροπλάνο ήταν αναγνωριστικό και είχε σταλεί για να ρίξει προκηρύξεις στις θέσεις των Ελλήνων οι οποίες μεταξύ άλλων έλεγαν ότι οι Γερμανοί δεν έρχονταν σαν εχθροί αλλά σαν φίλοι…
Στις 09.30 ένα γερμανικό σύνταγμα κινήθηκε από το Κάτω Νευροκόπι προς τα οχυρά. Όπως συνέβη στο υψίπεδο ενήργησε η 72η Γερμανική Μεραρχία της οποίας το 105ο Σύνταγμα κινήθηκε κατά του οχυρού Λίσσε που αποτελούσε και την κύρια προσπάθεια. Το Γερμανικό πεζικό που ενεργούσε σε ακάλυπτο έδαφος υπέστη μεγάλη φθορά από τις βολές πυροβολικού από τα οχυρά Λίσσε και Πυραμιδοειδές. Ακολούθησαν τρεις επιθέσεις κατά του Λίσσε στις 12.00, 13.30 και 16.30 που απέτυχαν και οι τρεις. Οι Γερμανοί έχασαν πέντε άρματα. Μετά την αποτυχία αυτή οι Γερμανοί προσπάθησαν να βάλουν με αντιαρματικά πυροβόλα κατά των φατνωμάτων του Λίσσε. Και η προσπάθεια αυτή απέτυχε με βαριές απώλειες των επιτιθεμένων από τα πυρά του Ελληνικού πυροβολικού και ιθ Γερανοί αποφάσισαν να υπερκεράσουν το Λίσσε και το Πυραμιδοειδές. Για την πρώτη περίπτωση κινήθηκαν μεταξύ του Λίσσε και του οχυρού Περιθώρι και για την δεύτερη επιχείρησαν να καταλάβουν το ύψωμα Ουσόγια. Ένα εχθρικό άρμα καταστράφηκε από τα πυρά του Πυραμιδοειδούς και το πλήρωμά του το εγκατέλειψε για να φονευθεί με πυρά πολυβόλων του οχυρού. Όμως τελικά Γερμανικά τμήματα κατάλαβαν τον υψοδείκτη 972 του υψώματος Ουσόγια και από εκεί έβαλαν με αυτόματα όπλα κατά των φατνωμάτων του Πυραμιδοειδούς. Συνολικά έβαλαν κατά του οχυρού 35 αυτόματα όπλα και 8 αντιαρματικά πυροβόλα μικρού διαμετρήματος. Όλα τα όπλα σίγησαν με εύστοχα πυρά πολυβόλων από το οχυρό και πυροβολικού εντός και εκτός οχυρού. Ο λοχαγός Ρογκάκος κάνει ιδιαίτερη μνεία στον πολυβολητή στρατιώτη Τάσιο ο οποίος στην προσπάθεια εξουδετέρωσης των όπλων του εχθρού έβαλε με το πολυβόλο του περί τις 9000 φυσίγγια και έπαθα ελαφρά δηλητηρίαση από αναθυμιάσεις πυρίτιδας. Όμως τελικά ο εχθρό αγκιστρώθηκε στον υψοδείκτη 972 έχοντας απέναντί του Ελληνικά τμήματα στον υψοδείκτη 1070 του υψώματος Ουσόγια.
Το πρωί της 7 Απριλίου παρατηρήθηκαν ισχυρά τμήματα στην κοιλάδα πίσω από το ύψωμα Ουσόγια και έγινε αντιληπτό ότι οι Γερμανοί προετοίμαζαν νέα επίθεση κατά των οχυρών Πυραμιδοειδές και Λίσσε. Τα εχθρικά τμήματα βλήθηκαν από πυρά πυροβολικού και έμμεσα πυρά δεκατεσσάρων πυροβόλων από το Πυραμιδοειδές, διαλύθηκαν και κατευθύνθηκαν στο Κάτω Νευροκόπι. Ο εχθρός συνέχισε τις προσπάθειές του κατά του Λίσσε όπου κατόρθωσε μεν να καταστρέψει ένα αντιαρματικό πυροβόλο των 37 χιλιοστών και δυο πολυβόλα αλλά δεν επέτυχε να εκπορθήσει το οχυρό. Την εποχή εκείνη το Νευροκόπι καλύπτεται από πυκνή ομίχλη. Οι Γερμανοί επωφελούμενοι της ομίχλης κατόρθωσαν να καταστρέψουν ένα μικρό πολυβολείο στον υψοδείκτη 972 του υψώματος Ουσόγια και μέχρι τις 16.00 να εγκαταστήσουν τμήματά τους μεταξύ των υψοδεικτών 972 και 1070. Στην δράση του οχυρού Πυραμιδοειδούς την ημέρα εκείνη προστέθηκε ο θανάσιμος τραυματισμός Γερμανού ανώτερου αξιωματικού ο οποίος μετέβαινε έφιππος για να αντικαταστήσει συνάδελφό του που είχε τεθεί εκτός μάχης και έχασε το δρόμο του με αποτέλεσμα να εκτεθεί στα πυρά του οχυρού και η αιχμαλωσία ενός Γερμανού στρατιώτη ποδηλάτη ο οποίος μετέφερε ασύρματο. Ανακρινόμενος ο στρατιώτης αποκάλυψε την ύπαρξη σταθμού διοικήσεως μονάδος στο Νευροκόπι. Με βάση αυτές τις πληροφορίες εκτοξεύθηκαν πυρά πυροβολικού με αποτέλεσμα την καταστροφή του οικήματος στο οποίο στεγαζόταν ο σταθμός διοικήσεως.
Τη νύχτα 7 προς 8 Απριλίου εκτοξεύθηκε επίθεση από τμήματα εκτός οχυρών (ενός λόχου πεζικού από το ύψωμα Γρανίτης) για την ανακατάληψη του τμήματος υψώματος Ουσόγια που είχε καταληφθεί από τους Γερμανούς. Επρόκειτο για μια άκαιρη ενέργεια η οποία δεν προετοιμάστηκε σωστά και κατά συνέπεια απέτυχε. Επιπλέον οι Γερμανοί απώθησαν τα τμήματα που επάνδρωναν τον υψοδείκτη 1070. Τα οχυρά Λίσσε και Πυραμιδοειδές παρέμεναν απόρθητα, πιο δυτικά στο Περιθώρι συντρίφτηκαν όλες οι επιθέσεις των Γερμανών, όμως τμήματα κατόρθωσαν να κινηθούν προς Καλαπότι και να καταλάβουν ζωτικό ύψωμα απειλώντας σοβαρά την ομώνυμη διάβαση. Όμως η VII Μεραρχία αντέδρασε έγκαιρα και ενίσχυσε με σημαντικές δυνάμεις την περιοχή δίνοντας εντολή να κρατηθεί με κάθε θυσία η διάβαση Καλαποτίου.
Όμως ενώ συνεχιζόταν ο ηρωικός αγώνας σε όλη την έκταση της τοποθεσίας Μπέλες – Νέστος, στην Γιουγκοσλαβία κατέρρεε η αντίσταση προετοιμάζοντας την ακούσια διακοπή του αγώνα τμημάτων που δεν είχαν ηττηθεί.
Ξημέρωνε η 8 Απριλίου όταν οι Γερμανοί μετά την κατάληψη του 1070 άρχισαν να βάλουν με πυροβόλα ευθυτενούς τροχιάς κατά των φατνωμάτων του Πυραμιδοειδούς και με όλμους κατά του υδραγωγείου που το τροφοδοτούσε. Το οχυρό απάντησε με σφοδρά πυρά πολυβόλων και πυροβολικού κατά των εχθρικών τμημάτων επί του υψώματος 1070 με αποτέλεσμα να ματαιώσει κάθε προσπάθειά τους. Στη συνέχεια το Πυραμιδοειδές υποστήριξε δια πυρών το οχυρό Λίσσε που δέχτηκε μια ακόμα, ανεπιτυχή και αυτή τη φορά, επίθεση του εχθρού.
Περί την 14.00 έφτασε στο Πυραμιδοειδές ο διοικητής της VII Μεραρχίας, υποστράτηγος Ζωιόπουλος Χρήστος. Στην είσοδο του οχυρού το πολυβόλο που την κάλυπτε επανδρωνόταν από τον στρατιώτη Σουρή τρεις αδελφοί του οποίου μάχονταν στην Αλβανία. Ο στρατιώτης ανέφερε στον μέραρχο: Είμαστε άγρυπνοι φρουροί των οχυρών της πατρίδας, είμεθα υπερήφανοι γι’ αυτό και γι’ αυτό νικούμε τον εχθρό και είμαστε έτοιμοι να θυσιαστούμε παρά να εγκαταλείψουμε το οχυρό μας. Η επίσκεψη του στρατηγού χαιρετίστηκε με επευφημίες και ζητωκραυγές από τους στρατιώτες και με καταιγισμό πυρών από όλα τα όπλα του Πυραμιδοειδούς. Ο μέραρχος έμεινε στο οχυρό μέχρι τις 15.30 παρατηρώντας τις κινήσεις του εχθρού και διευθύνοντας προσωπικά τη μάχη, οπότε και αναχώρησε για το στρατηγείο της μεραρχίας. Τη νύχτα της 8 προς 9 Απριλίου το Πυραμιδοειδές έβαλε με παρενοχλητικά πυρά τα Γερμανικά τμήματα επί των υψωμάτων 972 και 1070.
Στις 9 Απριλίου 1941 τα πυρά συνεχίστηκαν ενώ οι Γερμανοί έχοντας αντιληφθεί ότι η προσπάθεια να διανοίξουν την στενωπό του Γρανίτη ματαιώθηκε λόγω της δράσης των οχυρών Λίσσε και Πυραμιδοειδές, έστρεψαν τις προσπάθειές τους στο συγκρότημα οχυρών Περιθώρι, Παρταλούσκα και Ντάσαβλι. Όμως εκείνο το πρωί ο λοχαγός Ρογκάκος ενημερώθηκε από το παρατηρητήριο του οχυρού Λίσσε ότι ένα άρμα με λευκή σημαία κινούνταν προς το Πυραμιδοειδές. Ο λοχαγός διέταξε παύση πυρών και έστειλε μια περίπολο και τον χειρούργο του οχυρού, ανθυπίατρο Παναγιωτόπουλο που γνώριζε γερμανικά να κινηθεί προς το άρμα και να παραλάβει τυχόν κήρυκα που έστελναν οι Γερμανοί. Πραγματικά η περίπολος επέστρεψε μαζί με τον Γερμανό λοχαγό Χεκ του ΙΙ Γραφείου της 72 Μεραρχίας (ο λοχαγός Ρογκάκος γράφει στην έκθεσή του «της έναντι των οχυρών δρώσης Γερμανικής στρατιάς» αλλά μάλλον πρόκειται περί λάθους γιατί στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου ενεργούσε η 72 Μεραρχία) ο οποίος συνοδευόταν από ένα ελληνομαθή Γερμανό στρατιώτη. Ο λοχαγός Χεκ χαιρέτησε την σημαία, συνεχάρη τον διοικητή και τους άνδρες του οχυρού για τον ηρωισμό τους και συνέταξε στην Γερμανική και Ελληνική το παρακάτω πρωτόκολλο.
Πρωτόκολλον
Ως κήρυξ των Γερμανικών στρατευμάτων ενεφανίσθη εις τα Ελληνικά στρατεύματα μάχης της περιοχής οχυρών ο Λοχαγός του επιτελείου του στρατηγείου ΧΕΚ.
Ανακοινοί εις τον Έλληνα διοικητήν Λοχαγόν Παναγιώτην Ρογκάκον τα ακόλουθα:
1. Μετά την εισβολή Γερμανικών Μηχανοκινήτων δυνάμεων εις Θεσσαλονίκην, ο διοικητής των εντεύθεν, ανατολικώς του Αξιού Ελληνικών Στρατευμάτων Μετώπου επρότεινεν διαπραγματεύσεις.
2. Ο Ανώτερος Γερμανός Διοικητής εδέχθη τας διαπραγματεύσεις.
3. Την 8.4.41 λαμβάνουν χώρα διαπραγματεύσεις.
4. Τα Γερμανικά Στρατεύματα σταματούν την επίθεσιν έχουν όμως την διαταγήν να απαντήσουν δια των όπλων αν τα Ελληνικά στρατεύματα δεν σταματήσουν το πυρ.
5. Ο Λοχαγός Παναγιώτης Ρογκάκος παρακαλείται να το ανακοινώσει εις τον Διοικητήν του όπως και τα δυο μέρη σταματήσουν ίνα μη χυθεί περισσότερον αίμα.
Ο Λοχαγός του Επιτελείου περιμένει εδώ για την απάντησιν της Ελληνικής Διοικήσεως
Το πρωτόκολλο υπογράφτηκε στο οχυρό Πυραμιδοειδές από τους δυο λοχαγούς και τους δυο διερμηνείς. Στη συνέχεια ο λοχαγός Ρογκάκος επιχείρησε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον διοικητή της VII Μεραρχίας τον οποίο δεν κατόρθωσε να βρει. Μετά από πολλές προσπάθειες ο τηλεφωνητής της μεραρχίας του είπε με χαμηλή φωνή: «Μας εγκατέλειψαν». Εδώ ο λοχαγός Ρογκάκος δεν υπερβάλει καθόλου στην διατύπωση αυτής της τραγικής φράσης. Ο τηλεφωνητής είχε δίκιο! Ο διοικητής της VII Μεραρχίας μόλις ενημερώθηκε στις 8 Απριλίου για την έναρξη των διαπραγματεύσεων, θεώρησε … περιττή την παραμονή του στην μεραρχία φοβούμενος μην αιχμαλωτιστεί και αναχώρησε μαζί με τον επιτελάρχη, τον αρχηγό πυροβολικού της μεραρχίας και μερικούς άλλους αξιωματικούς από τη Δράμα και μετέβη στην Καβάλα. Από εκεί κατευθύνθηκε στην Αθήνα με ατμόπλοιο. Ο αρχηγός πυροβολικού διαφώνησε μαζί του στην Καβάλα –ίσως να μεταμελήθηκε- δεν τον ακολούθησε και επέστρεψε στην έδρα της μεραρχίας. Ο μέραρχος έφτασε στην Αθήνα και διατέθηκε μαζί με τους αξιωματικούς που τον ακολούθησαν στο Τμήμα Στρατιάς Ηπείρου όπου ανέλαβε την διοίκηση Ομάδας Μεραρχιών από 12ης Απριλίου. Η αντίδραση του λοχαγού Ρογκάκου περιγράφεται γλαφυρά στην έκθεσή του τις αντιδράσεις του όταν αντί του μεράρχου εμφανίστηκε στο τηλέφωνο ο αρχηγός πυροβολικού :
Οποία απελπισία, ποία αγανάκτηση, ποία ταραχή με κατέλαβεν. Τι να απαντήσω εις τον αντίπαλον αξιωματικόν. Συγκρατούμαι όμως …και λέγω εις τον κ. Αρχηγόν Πυροβολικού (τον ανανήψαντα…), τον παρουσιαζόμενον οτέ μεν ως μέραρχον και οτέ ως επιτελάρχην τα του Γερμανού αξιωματικού και αιτώ διαταγάς του.
Η μεραρχία δεν έδωσε κάποια υπεύθυνη απάντηση στον διοικητή του Πυραμιδοειδούς και εκείνος ανέφερε τα συμβάντα στον διοικητή του Λίσσε και τους διοικητάς Τομέως Φαλακρού και Συνοριακού Υποτομέως. Μέχρι να πάρει απάντηση ο λοχαγός Ρογκάκος συνομίλησε με τον λοχαγό Χεκ ο οποίος τόνισε την γενναιότητα των Ελλήνων μαχητών και δήλωσε ότι ο ηρωικότερος στρατός που αντιμετώπισαν οι Γερμανοί μέχρι τότε ήταν ο Ελληνικός. Ο Έλληνας λοχαγός ρώτησε τότε γιατί αφού ο Γερμανικός λαός έχει φιλικά αισθήματα προς τον Ελληνικό επιτέθηκε στη χώρα του και ο Γερμανός έδωσε την στερεότυπη απάντηση ότι η Γερμανία πολεμά τους Άγγλους τους οποίους θα χτυπά σε οποιοδήποτε σημείο της γης και αν τους βρουν. Στη συνέχεια όταν ρωτήθηκε γιατί εξόρμησαν από την Βουλγαρία, χώρα εχθρική που υποβλέπει την ελευθερία της Ελλάδος, ο Γερμανός λοχαγός απάντησε κατηγορηματικά ότι ούτε ένας Βούλγαρος στρατιώτης δεν βρίσκεται ούτε θα βρεθεί στο Ελληνικό έδαφος.
Μετά από δυο ώρες ο διοικητής του Λίσσε ταγματάρχης Δετοράκης και ο διοικητής του Συνοριακού Υποτομέα αντισυνταγματάρχης Παπαδομαρκάκης διέταξαν τον λοχαγό Ρογκάκο να επιδώσει στον Γερμανό αξιωματικό την παρακάτω απάντηση.
Απάντησις επι της ειρημένης προτάσεως
του διαβήματος του γενομένου υπό του Στρατηγού Μπακοπούλου έχομεν γνώσιν δηλαδή ότι απέστειλεν εις τον Διοικητήν των Γερμανικών Στρατευμάτων επιστολήν δι’ ης επρότεινε κατάπαυσιν των εχθροπραξιών υπό ορισμένους όρους.
Ταυτόχρονα διέταξε κατάπαυσιν των πυρών εφ’ όσον και τα Γερμανικά στρατεύματα δεν επιτίθενται.
Κατά συνπέπειαν ευρισκόμεθα εν αναμονή νεωτέρων διαταγών εν σχέσει με το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων των αντιπάλων στρατευμάτων παραμενόντων εις τα θέσεις των. Εάν λάβωμεν νεωτέρας διαταγάς θα γνωρίσωμεν εις αυτούς ταύτας όπως και αυτοί εάν λάβωσιν διαταγάς θα γνωρίσωσι ταύτας εις ημάς. Εάν όμως προχωρήσωσι θα βληθώσι. Εν αναμονή των απαντήσεων του Γερμανικού Στρατού.
Μετά από αυτό ο Γερμανός λοχαγός αναχώρησε με την γραπτή απάντηση που του δόθηκε. Όμως το παράδειγμα του μεράρχου της VII Μεραρχίας ακολούθησαν και άλλοι από το φόβο της αιχμαλωσίας. Το συγκρότημα Καραντάγ που βρισκόταν δυτικά των οχυρών του συγκροτήματος Λίσσες συμπτύχθηκε αφήνοντας ανοιχτό το δρόμο προς Δράμα.
Ο Λοχαγός Ρογκάκος
σχολιάζει:
Μια δίκη των ανωτέρων μου γίνεται στο μυαλό μου και το κατηγορητήριον ετέθη δια των λέξεων ΠΡΟΔΟΣΙΑ – ΔΕΙΛΙΑ- ΣΥΝΕΣΙΣ. Ποία εκ των ανωτέρω λέξεων αρμόζει εις τους ανωτέρους μου η ιστορία θα ομιλήσει.
Στο οχυρό οι άνδρες έχουν πληροφορηθεί την κατάσταση και η ιδέα της παράδοσης δεν μπορεί να γίνει ανεκτή από άνδρες που πολέμησαν, κράτησαν τις θέσεις τους και δεν νικήθηκαν. Στρατιώτες φιλούν τα πολυβόλα και τα πυροβόλα που πρέπει να παραδώσουν και για μια στιγμή ο Ρογκάκος σκέφτεται να μην δεχτεί την παράδοση και ετοιμάζει τους άνδρες του για έξοδο. Όπως γράφει στην έκθεσή του κοινοποίησε την απόφασή του στον αντισυνταγματάρχη Παπαδομαρκάκη για να πάρει την απάντηση:
Παναγιώτη παιδί μου μην κάνεις μητέρες χωρίς παιδιά, μην κάνεις ορφανά και χήρες γυναίκες.
Στις 22.00 εκείνης της ημέρας οι διοικητές των οχυρών του συγκροτήματος Λίσσε μετέβησαν στο στρατηγείο της μεραρχίας στο 25ο χιλιόμετρο της οδού Δράμα – Κάτω Νευροκόπι όπου ενημερώθηκαν για τους γνωστούς πια όρους της παράδοσης των δυνάμεων του Τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας. Πολλοί αξιωματικοί ανάμεσά τους και ο Ρογκάκος δυσκολεύτηκαν να ‘καταπιούν’ την απόφαση να παραδώσουν τα οχυρά τους και στην συγκέντρωση έγινε πραγματική μάχη για να πεισθούν όσοι είχαν πολεμήσει και δεν είχαν νικηθεί να παραδοθούν. Όπως γράφει ο λοχαγός Ρογκάκος:
Ένα καθήκον προς την Πατρίδα, προς τας μητέρας και τα τέκνα των εν Ηπείρω μαχομένων στρατιωτών, μια αγανάκτηση δια την μη χρησιμοποίηση των όπλων, εις αναλογισμός των δεινών και των συμφορών του πολυβασανισμένου Ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας, το αίμα των προγόνων μας και των εις Μακεδονίαν πεσόντων γονέων και συγγενών, οι αγώνες και τα δίκαια της φυλής μας δια την χώραν ταύτην, το χρήμα και το αίμα του Ελληνικού λαού δια την αμυντικήν οργάνωσιν ….ζητώ να δηλωθεί πού είναι ο μέραρχος και το επιτελείο του…. διατί αφού είμεθα νικηταί μας παραδίδουν αιχμαλώτους….δηλώ ότι δεν θα τους ακολουθήσω εις την αιχμαλωσία διότι θεωρώ προδοσίαν την ενέργεια ενός τμήματος το οποίο νικά και εγκαταλείπει τον αγώνα και παραδίδεται.
Ο λοχαγός Ρογκάκος στις 02.30 κάλεσε στο τηλέφωνο τον επιλοχία του οχυρού και διέταξε την αναχώρηση της φρουράς η οποία πραγματοποιήθηκε αφού καταστράφηκε μεγάλο μέρος του πολεμικού υλικού. Ο ίδιος συναντήθηκε με τους άνδρες του στο 25ο χιλιόμετρο της οδού Δράμα – Κάτω Νευροκόπι. Στο σημείο εκείνο έγιναν μάρτυρες μιας συγκινητικής σκηνής. Ο διοικητής του 26ου Συντάγματος Πεζικού αντισυνταγματάρχης Αδαμόπουλος Αδάμ έκαιε την σημαία του συντάγματος -η οποία είχε διασωθεί κατά την μάχη του ιδίου συντάγματος στην κοιλάδα του Αλή Βεράν στην Μικρά Ασία- υπό τα δάκρυα και τις ευλογίες του ιερέα του συντάγματος.
Ο λοχαγός οδήγησε τους άνδρες του στην Δράμα όπου επικρατούσε χάος και είχαν λεηλατηθεί αποθήκες με στρατιωτικό υλικό. Την άλλη ημέρα, 11 Απριλίου, μαζί με άλλους αξιωματικούς και στρατιώτες που τους ακολούθησαν κατευθύνθηκαν στο προς το Άγιο Όρος μέσω Σταυρού Χαλκιδικής και έφθασαν μετά από πολλά εμπόδια στην Ιερισσό και από εκεί στην Μονή Εσφιγμένου όπου και φιλοξενήθηκαν. Παρόμοια φιλοξενία τους παρασχέθηκε και στην Μονή Βατοπεδίου όπου συνάντησαν και άλλο οργανωμένο τμήμα με την πολεμική σημαία του υπό την διοίκηση του αντισυνταγματάρχη Κίτσου Λουκά. Ο λοχαγός Ρογκάκος δεν αναφέρει την ταυτότητα του τμήματος αυτού αλλά πρόκειται για το 70ο Σύνταγμα Πεζικού που ενεργούσε στον Τομέα Ροδοπόλεως. Από τις μονές Εσφιγμένου και Βατοπεδίου τα τμήματα αναχώρησαν με βενζινόπλοια για Λήμνο και Σκύρο εγκαταλείποντας άθελά τους την Μακεδονία. Και η έκθεση του διοικητή του οχυρού Πυραμιδοειδούς καταλήγει:
Δεν θα ασχοληθώ με κρίσεις και συμπεράσματα ταύτα ανήκουσι εις τον ιστορικόν κριτικόν. Θα τονίσω μόνο ότι οι γενναίοι υπερασπισταί των οχυρών θα προσέθετον μια ακόμα σελίδα δόξης εις την πολεμικήν ιστορίαν του Έθνους μας….Οι άνθρωποι θα αναγεννώνται ενώ η ιστορία των λαών μένει οι δε ηγήτορες πρέπει να σέβωνται την ιστορίαν και τας υπ’ αυτής κληροδοτουμένας ιεράς παρακαταθήκας.
Καθήκον ιερόν με αναγκάζει να εκφράσσω την ευγνωμοσύνην μου εις τους ηρωικούς υπερασπιστάς του οχυρού μου πράξαντας με ηρωισμόν και αυτοθυσίαν το καθήκον τους εκτελέσαντας μετά πλήρους τάξεως και ακριβείας απάσας τας εντολάς των και δοθείσας διαταγάς μου, επιδείξαντες κατά τας επιχειρήσεις και μετά ταύτας άφθαστον θάρρος, ηρωισμόν και αυτοθυσίαν.
Η έκθεση του λοχαγού Παναγιώτη Ρογκάκου συντάχθηκε και υποβλήθηκε στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας της υποδούλου Ελλάδας και στο Υπουργείο Στρατιωτικών (ΓΕΣ) του ελεύθερου Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής τον Μάρτιο του 1942. Η περιγραφή του αγώνα των οχυρών Λίσσε και Πυραμιδοειδές στον τόμο ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΘΡΑΚΗ της ΔΙΣ/ΓΕΣ δεν διαφέρει από την περιγραφή της μάχης στην έκθεση του λοχαγού Ρογκάκου η οποία είναι περισσότερο λεπτομερής και ζωντανή δεδομένου ότι συντάχθηκε εντός ενός έτους από την εποποιία των οχυρών της Γραμμής Μεταξά. Κατά την παράθεση αυτούσιων τμημάτων διατηρήθηκε η ορθογραφία και στίξη του συντάκτη του οποίου η συγκινησιακή φόρτιση δεν είχε εκτονωθεί ακόμα ένα χρόνο μετά τον νικηφόρο αγώνα που έδωσε με τους άνδρες του μέσα στο οχυρό Πυραμιδοειδές, στο υψίπεδο Κάτω Νευροκοπίου.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΔΙΣ/ΓΕΣ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΥΤΙΚΗ ΘΡΑΚΗ Αθήναι 1950
Αντίγραφο της Πολεμικής Έκθεσης Οχυρού ΠΥΡΑΜΙΔΟΕΙΔΟΥΣ που συντάχθηκε από τον διοικητή του Λοχαγό Ρογκάκο Παναγιώτη.
Geopolitics-Gr.blogspot
trikalagr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου