Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Ὁ ΤΙΠΟΤΑ ΛΑΘΡΟμετανάστης.

Ἀπὸ τὸν/τὴν Φιλονόη ἐκ τοῦ Πόντου

Ἄτυχος, καϋμένος, φουκαρᾶς, πρόσφυγας, κυνηγημένος, ταλαίπωρος…

Γιατί;

Ποιός τοῦ ζήτησε νά ἀφήσῃ τήν ἑστία του καί νά φθάσῃ ἔως ἐδῶ, μέσα ἀπό τίς ἀμέτρητες περιπέτειες ποὺ ἐβίωσε; Ἡ ἀνάγκη;

Ἀλήθεια, πόσοι ἀπό αὐτούς ἔχουν πράγματι ἀνάγκη; Πόσοι;

Ὅταν μέσα στὴν Ἑλληνικὴ ἐπικράτεια διαβιοῦν τοὐλάχιαστον 5,5-6 ἑκατομμύρια ΛΑΘΡΟμετανᾶστες, πόσοι ἀπό αὐτούς προέρχονται ἀπό χῶρες πού πάσχουν; Οἱ 50.000; Οἱ 100.000; Οἱ 500.000; Οἱ λοιποί;

Μήπως ὁ Ἀλβανός, ὁ Βούλγαρος, ὁ Ῥουμᾶνος, ὁ ‘Ρῶσος προέρχονται ἀπό ἐμπόλεμες ζῶνες; Μήπως προέρχεται ἀπό ἐμπόλεμη ζώνη ὁ Μαροκινός; Ὁ Πακιστανός; Ὁ κάθε ἀφροασιάτης;

Κάποιοι σίγουρα εἶχαν πρόβλημα στὶς πατρίδες τους. Οὐδεῖς ζήτησε ἀπὸ τοὺς κρατικοὺς μηχανισμοὺς νὰ τοὺς ἀγνοήσουν. Ὅλοι οἱ ἄλλοι, ποὺ σαφῶς εἶναι ἡ πλειοψηφία, κανένα ἀπολύτως πρόβλημα δὲν εἶχαν.

Ἴσως στὶς χῶρες τους νὰ ἔχουν φτώχεια. Ἐν τάξει. Ἀλλὰ τί ἔκαναν γιά νά τό ἀλλάξουν; Τίς παράτησαν; Εἶναι δῆλα δή καί φυγόπονοι;

Ἀπὸ τὴν ἄλλην, ποιός τούς χρηματοδοτεῖ τόσο ἀπλόχερα, πρό κειμένου νά διανύσουν τόσες χιλιάδες χιλιόμετρα; Τί στό καλό; Ἀπό ποῦ ῥέουν τά χρήματα; Καί γιατί δέν τό σταματοῦν οἱ κρατικοί φορεῖς; Μήπως κι αὐτοί ἐμπλέκονται; Μήπως ἡ προμήθεια γιά τήν δουλεμπορία εἶναι πάρα πολύ μεγάλη; Μήπως τρῶνε πάαααρα πολύ καλά, πάρα πολλοί;

Τό κυριότερον ὅμως, αὐτὸ ποὺ δὲν μοῦ ἐπιτρέπει πλέον νὰ τοὺς ἀντιμετωπίζω ὡς ὄντα ἰσότιμα καὶ ἰσόνομα εἶναι ἡ προδοσία. Ἡ ἄρνησις τους γιὰ τὴν ἴδια τὴν ἀνθρώπινο φύσι τους!

Προδίδουν τοὺς ἑαυτούς τους, τὴν πατρίδα τους, τὴν καταγωγή τους, τὴν μάνα τους, τὸν πατέρα τους, τὸ παιδί τους, τὴν ἀνθρωπότητα. Ἀπαρνοῦνται μόνοι τους τὸ δικαίωμα τῆς ὑπάρξεως μὲ τὸ νὰ πετοῦν, νὰ καῖνε, νὰ καταστρέφουν ὁποιοδήποτε ἔγγραφο ἀποδεικνύει τό ποιοὶ εἶναι. Ὑπάρχει μεγαλυτέρα προδοσία ἀπό αὐτήν; Ἡ ἄρνησις τοῦ ἴδιου σου τοῦ εἶναι; Τῆς ἱστορίας σου; Τοῦ ὀνόματός σου;

Μὴν βιαστεῖ κάποιος νὰ ἰσχυριστῇ τὸ ἀντίθετον.

Ὅλοι μας ἔχουμε μίαν θέσι, μικρὴ ἀλλὰ ὑπαρκτή, στὸν πλανήτη. Αὐτὴν τὴν θέσι, αὐτὸν τὸν τόπο, αὐτὴν τὴν μερίδα τὴν προασπίζουμε καὶ τὴν διασφαλίζουμε. Δὲν ἐπιτρέπουμε σὲ κανέναν νὰ μᾶς ἀλλάξῃ γιὰ παράδειγμα τὴν πίστη μας. Ἢ τὴν καταγωγή μας. Ἢ τὴν κατάστασι ἐλευθερίας μας. Ἤ τὸ δικαίωμα τῆς ὑπάρξεως. Ἤ τὸ ὄνομά μας.

Ἔχουμε ἕνα ὄνομα καὶ τὸ τιμοῦμε. Ἀποδεικνύει τὴν καταγωγή μας, ἐπιβεβαιώνει τὴν σχέσι μας μὲ ἕναν τόπο καὶ μὲ κάποιους ἄλλους ἀνθρώπους. Διεκδικοῦμε ἔως τρέλλας τὴν ὀρθή του γραφή. Τὸ μεταφέρουμε στὰ ἐγγόνια μας.

Ἔχουμε ἕνα ὄνομα! Ὑπάρχουμε κι αὐτὸ τὸ ὄνομα τὸ ἀποδεικνύει!

Ὅλη μας ἡ ὕπαρξις γενικῶς ἀποδεικνύει τὴν συνειδητότητά μας. Ἀκόμη κι ἐὰν ξενιτευτοῦμε, τὸ ὄνομά μας, τὶς ῥίζες μας, τὴν ἱστορία μας, τὴν Πατρίδα μας τὰ κουβαλᾶμε μαζύ μας. Ποῦ λοιπόν εἶναι τό δικό τους ὄνομα; Ποῦ ἡ ὑπερηφάνια τους γιά τήν καταγωγή τους; Ποῦ ἡ τιμή πού ἀποτίουν στήν ἱστορία τους;

Πουθενὰ δὲν εἶναι!

Αὐτὰ τὰ ὄντα ἀγοράζονται ὡς δοῦλοι, ἀνώνυμοι, ΤΙΠΟΤΑ. Δέχονται τὴν συναλλαγή, ἀρνούμενοι τὴν ἀνθρώπινη φύσι τους, γιὰ τοὺς δικούς τους λόγους. Δὲν μὲ ἐνδιαφέρει ἐὰν εἶναι πρόσφυγες, θρησκοφανατικοὶ ἢ ὄργανα προπαγάνδας. Μὲ ἐνδιαφέρει πὼς ἀπαρνοῦνται τὴν ἀνθρώπινόν τους φύσι. Ἀπαρνοῦνται κι ἀπαξιώνουν τὴν ἴδια τους τὴν ὕπαρξι.

Εἶναι κάτι ποὺ κάνουν μόνοι τους. Ἀπολύτως συνειδητά! Κι ὄχι μὲ ἐκφοβισμὸ ἢ παραπληροφόρησι! Μόνοι τους μεταπηδοῦν στὸ ΤΙΠΟΤΑ!

Λίγα μέτρα πρὶν περάσουν τὰ σύνορα, τραβοῦν μίαν γραμμὴ καὶ ἀφανίζουν ὅλο τους τὸ παρελθόν. Ἀπὸ ἐκείνην τὴν στιγμὴ καὶ μετὰ εἶναι ἀνύπαρκτοι! Δῆλα δή, ΤΙΠΟΤΑ!

Γιατί λοιπόν νά σεβαστῶ κάποιον πού ἀποφασίζῃ νά περάσῃ στήν ἀνυπαρξία; Γιά ποιόν λόγο νά σεβαστῶν κάποιον πού πρῶτος αὐτός ἔχει ἐξαφανίσει τόν ἑαυτόν του; Αὐτός δέν τό ἐπέλεξε; Τώρα γιατί μοῦ κλαίγεται καί μέ παρακαλᾶ νά τόν λυπηθῶ; Γίνεται νά σεβαστῶ, ἢ ἔςτῳ νά λυπηθῶ τό ΤΙΠΟΤΑ; Δὲν γίνεται!

Πρὸς τοῦτον καὶ μόνον ἀναρωτιέμαι τόσα χρόνια γιὰ τὴν ὑστερία τῶν κρατούντων, τῶν «ἀνθρωπιστῶν» καὶ τῶν «ἀλληλεγγύων»!!!

Εἶμαι Ἄνθρωπος ἐπάνω ἀπὸ ὅλα. Τὸ γνωρίζω πάρα πολὺ καλὰ καὶ τὸ γνωρίζουν ὅσοι μὲ γνωρίζουν. Ἀλλὰ εἶμαι Ἄνθρωπος μὲ ὅσους τιμοῦν τὴν Φύσι τους! Μὲ ὅσους τήν ἀπαρνοῦνται γιατί νά εἶμαι;

Ῥατσίστρια δὲν ἢμουν, δὲν εἶμαι καὶ δὲν θὰ γίνω ποτέ. Ἀλλὰ ἔμαθα πὼς τὸν σεβασμὸ τὸν κερδίζουμε. Οὔτε τὸν κλέβουμε, οὔτε τὸν ἐπιβάλλουμε, οὔτε τὸν δεχόμαστε ὡς ἐλεημοσύνη.

Φιλονόη.

φωτογραφία

Δεν υπάρχουν σχόλια: