Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2008

Έρωτας δίχως ανταπόκριση

Η ελληνοκυπριακή πλευρά επιμένει σε σημαντικές υποχωρήσεις, για τη διατήρηση του «καλού κλίματος», χωρίς κανένα αντάλλαγμα από την τουρκική πλευρά

Η «επαναπροσέγγιση» κολλάει στην αδιαλλαξία Ταλάτ

Το 1951, ο Στάλιν αποφάσισε ξαφνικά να ασχοληθεί με την γλωσσολογία (για την οποία δεν γνώριζε τίποτα). Το άρθρο του κάλυψε ολόκληρη την σελίδα της «Πράβδα», και την επόμενη την πρώτη σελίδα όλων των εφημερίδων των Κ.Κ., από Ινδονησία μέχρι Χιλή!
Στα καλά του καθουμένου, το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα άρχισε μια σουρεαλιστική διεθνή καμπάνια για τα γλωσσολογικά «θέματα»!

Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Μια κλασική καμπάνια, γεμάτη απεριόριστη (και ανεξάρτητη από τα γεγονότα!) αισιοδοξία, άρχισε τώρα η «Χαραυγή», όργανο του κυβερνώντος κυπριακού ΑΚΕΛ. Τις προάλλες είχε μια μεγάλη φωτογραφία των χαμογελαστών Ταλάτ και Χριστόφια, πλαισιώνοντας το πρωτοσέλιδο θέμα, που, με αφορμή μια εκδήλωση «επαναπροσέγγισης», μιλούσε για τη νέα σελίδα που ανοίγει στο νησί. Για όσους δεν πείστηκαν από το πρωτοσέλιδο, η εφημερίδα φιλοξενούσε και ένα μεγάλο «σαλόνι» στο εσωτερικό της.

Ο προσεκτικός αναγνώστης θα δυσκολευόταν ίσως να συνδυάσει τους πανηγυρικούς τόνους με τις σκληρές επικρίσεις κατά Ταλάτ, που διατύπωνε ο «Σουσλόφ» του ΑΚΕΛ, σύντροφος Άντρος Κυπριανού, στην τρίτη σελίδα του ίδιου φύλλου! Ή να καταλάβει γιατί, ένα άλλο πρωτοσέλιδο της «Χαραυγής» έβρισκε θετικό το ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης που ζητούσε απευθείας εμπόριο των Κατεχομένων, εμμέσως πλην σαφώς αναγνωρίζοντας την «ΤΔΒΚ» (ψήφισμα που, σε μια επίδειξη ελαφράς σχιζοφρένειας, υπερψήφιζαν οι εκπρόσωποι του ΑΚΕΛ και ΔΗΣΥ στο Στρασβούργο).

«Ήρωες»



Ο Πρόεδρος της «ΤΔΒΚ», Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, έχει γίνει τώρα ο «μεγάλος ήρωας» της Κύπρου και η ελπίδα των ηγετών της να βρεθεί επιτέλους η πολυπόθητη, αν και ουδέποτε περιγραφόμενη με σαφήνεια, λύση του Κυπριακού ,(το 80% των τηλεθεατών απάντησαν σε ερώτημα του ΡΙΚ, δηλώνοντας ότι αγνοούν τι είναι η διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία», πολίτευμα του κράτους που υποτίθεται θέλουν να δημιουργήσουν οι Κύπριοι. Κανείς, άλλωστε, δεν έχει περιγράψει ποιος θα κυβερνάει, ποιος θα ασκεί εξουσία, ποιος θα κάνει κουμάντο σε αυτό το κράτος, αφού θα είναι το μόνο στο κόσμο χωρίς στρατό και με ομοσπονδιακή αστυνομία πιο αδύνατη από τις ομόσπονδες).

Ο ίδιος ο κ. Χριστόφιας θεώρησε σκόπιμο να επαινέσει προ ημερών τις προοδευτικές «περγαμηνές» του Ταλάτ, ο οποίος όχι μόνο συμμετείχε μαζί με την γυναίκα του στην ακροδεξιά, τρομοκρατική και σύμμαχο των Βρετανών οργάνωση ΤΜΤ, αλλά και εξήρε, στο πρόσφατο παρελθόν, τη συμμετοχή του σε αυτή.

Για ό,τι κακό κάνει ο Ταλάτ, κατά τους Ελληνοκύπριους ιθύνοντες φταίει η επιρροή της Τουρκίας που τον «αναγκάζει», ενώ κάθε ελληνοκυπριακή υποχώρηση δικαιολογείται από την ανάγκη να «βοηθηθεί» ο Ταλάτ.

Πάντως, το αντικείμενο αυτού του ξαφνικού «έρωτα» των Ελληνοκυπρίων ιθυνόντων δεν δείχνει μεγάλη ευγνωμοσύνη για τα «αισθήματα» που φαίνεται να προκαλεί και αντιδρά σε κάθε παραχώρηση, σκληραίνοντας τη στάση του.

Επιμένει σε κάθε δήλωσή του, με αφοπλιστική σαφήνεια και γαϊδουρινή υπομονή, ότι θέλει δύο κράτη στην Κύπρο, που θα έλθουν σε έναν «συνεταιρισμό» με «παρθενογένεση», συνεταιρισμό όπου το 20% του πληθυσμού θα έχει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με το 80% και που θα τελεί υπό την εγγύηση και το δικαίωμα παρέμβασης του τουρκικού στρατού, ενώ αρνείται να συζητήσει θέμα εποίκων!

Επειδή ακόμα και μέσα στο ΑΚΕΛ δυσκολεύονται να αντιληφθούν τι ακριβώς συζητά ο Πρόεδρος με την άλλη πλευρά, υπό παρόμοιες συνθήκες, ο κ. Χριστόφιας υποστηρίζει ότι «άλλα λέει έξω και άλλα λέει μέσα στις διαπραγματεύσεις ο Ταλάτ», ο οποίος με τη σειρά του τού απαντά, αποκαλώντας τον «ψεύτη» και «απατεώνα», χωρίς, πάντως, μέχρι στιγμής , να κλονίζονται οι σχέσεις του ιδιόμορφου αυτού «ζευγαριού».

Ο κύριος λόγος που συμβαίνει αυτό είναι η, κατά τα φαινόμενα, εδραία πεποίθηση του Κύπριου Προέδρου ότι μόνο με την ακολουθούμενη μέθοδο μπορεί να «λυθεί το Κυπριακό» ή, τουλάχιστον, Λονδίνο και Ουάσινγκτον «να αποδώσουν την ευθύνη ενός ναυαγίου» στην Τουρκία και να την «πιέσουν».


Παραδόξως, επί των ημερών της «κομμουνιστικής» διακυβέρνησης, η Κύπρος έχει πολύ καλύτερες σχέσεις με το Λονδίνο και την Ουάσινγκτον από ό,τι επί των ημερών του κ. Παπαδόπουλου, που και ο ίδιος προτιμούσε μάλλον Ρώσους, Γάλλους και Κινέζους, αλλά και είχε γίνει το «κόκκινο πανί» του «αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλισμού», κατά την ΑΚΕΛική ορολογία.

Χαμηλοί τόνοι


Ενώ ο κ. Ταλάτ και ο κ. Γκιουλ διασχίζουν τον κόσμο ολόκληρο, υπογραμμίζοντας τις ευθύνες των Ελληνοκυπρίων για τη μη λύση του Κυπριακού, επικρίνοντας τον Χριστόφια και υπερασπιζόμενοι τον «ειρηνευτικό» χαρακτήρα της τουρκικής εισβολής, η Λευκωσία προτιμά να κρατά «χαμηλούς τόνους» έναντι Τουρκίας και Τουρκοκυπρίων για να διατηρήσει, όπως λένε κυβερνητικοί παράγοντες, το «καλό κλίμα».

Ο κ. Χριστόφιας, μάλιστα, μοίρασε, μιλώντας στον ΟΗΕ, εξίσου ευθύνες για το 1974 στο πραξικόπημα της χούντας και στην τουρκική εισβολή, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι την εποχή εκείνη η CIA είχε επιβάλλει δικτατορία στην Ελλάδα, ακριβώς για να «λυθεί το Κυπριακό», κάτι το οποίο έφτασε να ζητήσει «συγγνώμη» ο Αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον, και επομένως συνιστά μείζονα ιστορική αδικία να αποδίδεται «στην Ελλάδα» η οποιαδήποτε ευθύνη για το 1974, πλην ίσως της απροθυμίας των ηγετών της, μετά την κατάρρευση της δικτατορίας, να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.

Προχωρώντας ένα βήμα περισσότερο, ο Κύπριος υπουργός Άμυνας απαξίωσε, με δηλώσεις του, ως πυροτέχνημα χωρίς σημασία το «ενιαίο αμυντικό δόγμα» Ελλάδας-Κύπρου, δηλαδή τον βασικό άξονα της κυπριακής άμυνας! Έτρεχε μετά ο Κύπριος Πρόεδρος να διασκεδάσει τις εντυπώσεις που προκάλεσε ο υπουργός του και να πείσει ότι «τίποτε δεν άλλαξε».

Ενισχύσεις


Για να βοηθήσουν, άλλωστε, τη «συμφιλίωση» και «επαναπροσέγγιση» Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, κατέφθασαν στην Μεγαλόνησο οι κυρίες Ρεπούση και Κουλούρη,οι (αποδοκιμασθείσες εν Ελλάδι με τον περίφημο «συνωστισμό» της Σμύρνης) επικεφαλής του ελληνικού ιστορικού «αναθεωρητισμού», προσκεκλημένες σε συνέδριο φιλολόγων του υπουργού Παιδείας, Ανδρέα Δημητρίου.

Άξονας των αντιλήψεων της κ. Ρεπούση και του ρεύματος που εκπροσωπεί είναι η εξίσωση θύματος και θύτη, εθνισμού του καταπιεζόμενου και εθνικισμού του καταπιεστή και η καταδίκη αμφοτέρων στο «πυρ το εξώτερον».


Όσο για τον κ. Δημητρίου, έχει χαρακτηρίσει «ημέρα πένθους» την ημέρα απόρριψης του Σχεδίου Ανάν και ανήκει στους οπαδούς της «υπέρβασης των εθνοτήτων» προς όφελος της κοινής «κυπριακής ταυτότητας», μια ιδέα παλιά όσο και οι Άγγλοι στην Κύπρο, που, στο παρελθόν, επέκρινε με δριμύτητα το ΑΚΕΛ. Ο κ. Δημητρίου επιχείρησε (ανεπιτυχώς) να καθιερώσει το βρετανικό δίπλωμα GCE ως προαπαιτούμενο για την εισαγωγή στα κυπριακά βρετανικά πανεπιστήμια μέρους των φοιτητών.

Όλα αυτά θα ήταν ίσως λιγότερο σοβαρά, αν δεν συνέβαιναν σε μια χώρα που έχασε σε έναν μήνα εισβολής το ίδιο ποσοστό του πληθυσμού της με το Ιράκ σε τρία χρόνια, όπου ο τουρκικός στρατός έδιωξε με φωτιά και τσεκούρι από τα σπίτια και τις περιουσίες τους 200.000 Έλληνες και της οποίας το βόρειο κατεχόμενο τμήμα αποτελεί, σύμφωνα με τις εκθέσεις του ΟΗΕ, το πιο στρατιωτικοποιημένο έδαφος της υφηλίου!


Σε παρόμοιες συνθήκες, η εξίσωση εθνικισμού θύματος και θύτη και η γενική αποδοκιμασία (sic!) του εθνικού φαινομένου(!) συνιστούν όχι απλή γραφικότητα ή ιδιορρυθμία, αλλά την ιδεολογία που επιτρέπει και δικαιολογεί την «αποδοχή των πραγματικοτήτων», έστω και αν είναι προϊόν βίας και εθνοκάθαρσης.

Πηγή:Κόσμος του Επενδυτή
αρ.φυλ.307
σελ.26

Δεν υπάρχουν σχόλια: