Υπόμνημα (Memorandum) περί της αναστήλωσης των εκκλησιών – Εξαφάνιση της σερβικής κληρονομιάς στο Κόσσοβο και τα Μετόχια
Η Ιερά Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης μαζί με το Υπουργείο για το Κόσσοβο και τα Μετόχια της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Σερβίας εξέδωσαν πρόσφατα βιβλίο με τίτλο «Αστήρικτη αναστήλωση», όπου αναφέρεται πως εφαρμόζεται εδώ και τρία πλήρη χρόνια το Υπόμνημα περί της αναστήλωσης των σερβικών ιερών στο Κόσσοβο και τα Μετόχια.
Το βιβλίο εκατό σελίδων περιέχει δυο Εκθέσεις περί των αποτελεσμάτων της πραγματοποιημένης αναστήλωσης (μαζί με την σύγκριση με την επίσημη Έκθεση της Επιτροπής για την εκτέλεση της αναστήλωσης) - της αρχ. Γκόρντανας Μάρκοβιτς και του καθ. Δρ Μίλαν Γκλίσιτς από την Αρχιτεκτονική Σχολή του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, τις Ανακοινώσεις προς το κοινό τα οποία εκδόθηκαν αμέσως μετά την υπογραφή του Υπομνήματος το 2005, το κείμενο απεύθυνσης του Μητροπολίτη Αρτεμίου προς τους πρέσβεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών τον Απρίλιο του 2007, καθώς και τον πρόλογο του καθηγητή Δρ Σλομπόνταν Σαμάρτζιτς (τότε υπουργού για το Κόσσοβο και τα Μετόχια).
Το πλήρες περιεχόμενο του αναφερθέντος βιβλίου στην αγγλική γλωσσα μπορείτε να κατεβάσετε από εδώ (το μέγεθος του αρχείου είναι 3,5 MB). Το βιβλίο είναι πλούσια εικονογραφημένο με φωτογραφίες, οι οποίες εντυπωσιακά μαρτυρούν περί του φιάσκο τέτοιου είδους διαδικασίας της αναστήλωσης και του ολέθρου του Υπομνήματος αυτού, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι ολόκληρη αυτή η διαδικασία της αναστήλωσης ακολουθήθηκε με επίσημες Εκθέσεις, οι οποίες αναληθώς και μη αντικειμενικά εξέθεταν για τα πραγματοποιηθέντα έργα, με σκοπό να δημιουργηθεί στο κοινό μια ψεύτικη εικόνα περί της επιτυχημένης αναστήλωσης. Οι δημιουργοί τέτοιων Εκθέσεων ήταν η ίδια η Επιτροπή για την εκτέλεση της αναστήλωσης και, δυστυχώς, η Ιερά Μονή Βισόκι Ντετσάνι, ήτοι ο βοηθός επίσκοπος Θεοδόσιος Σίμπαλιτς.
Αυτή η ψεύτικη εικόνα περί της επιτυχημένης αναστήλωσης αφ’ ενός, χρησίμευσε στο να δημιουργηθεί και να προωθηθεί το ανεξάρτητο Κόσσοβο, ενώ αφ’ ετέρου η ολέθρια πραγματικότητα της αποτυχημένης αναστήλωσης χρησίμευσε στο να εξολοθρευτεί η σερβική πολιτιστική κληρονομιά και η ίδια να αρπαχτεί από το αλβανικό στοιχείο, καθώς και να συνεχιστεί ο περαιτέρω εξευτελισμός του σερβικού λαού. Είναι τραγικό και οδυνηρό το γεγονός ότι οι δράστες αυτής της διαδικασίας αναστήλωσης ήταν οι πράγματι οι εκπρόσωποι του σερβικού λαού και, δυστυχώς, οι μεγαλοσχήμονες της Σερβικής Εκκλησίας.
Υφίσταται ανάγκη να διευκρινιστεί η διαδικασία πραγματοποίησης του Υπομνήματος περί της αναστήλωσης των σερβικών ιερών και από άλλες όψεις, για τις οποίες μέχρι στιγμής λίγο, ή καθόλου δεν έχει γίνει ο λόγος.
Η Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης απαρασάλευτα ισχυρίζεται ότι πριν την έναρξη αναστήλωσης των κατεδαφισμένων σερβικών ναών και μοναστηριών θα έπρεπε να είχε γίνει η εκτίμηση της πραγματοποιημένης ζημιάς. Αυτή ήταν φυσική και λογική πορεία των γεγονότων - πρώτον να υπολογιστεί πόση ζημιά έχει γίνει από την κατεδάφιση και εξολόθρευση της σερβικής πολιτιστικής κληρονομιάς, και ύστερα να γίνουν τα επόμενα βήματα.
Με τον σκοπό αυτό η Μητρόπολη ξεκίνησε τη διαδικασία εκτίμησης της ζημιάς ήδη το 2004, μετά το πογκρόμ της 17ης Μαρτίου, και τα αποκτημένα στοιχεία έπρεπε να χρησιμοποιηθούν, εκτός αυτού, και στην δικαστική διαδικασία την οποία η Ιερά Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης ξεκίνησε ενώπιον του Διεθνούς δικαστηρίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Στρασβούργο εναντίον τεσσάρων ευρωπαϊκών κρατών (Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας), λόγω της ευθύνης τους για τις 150 γκρεμισμένες εκκλησίες.
Αυτή η καταγγελία της Μητρόπολης Ράσκας και Πριζρένης, η οποία υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα κωλύματα για να πραγματοποιηθεί η ιδέα του ανεξάρτητου Κοσσυφοπεδίου, αποσύρθηκε, δυστυχώς, μόνο λίγους μήνες ύστερα από την υποβολή της, χάρη στη μεγάλη εμμονή και δραστηριότητα, πρώτα απ’ όλα, της Ιεράς Μονής Βισόκι Ντετσάνι (άλλωστε η δραστηριότητα αυτή ήτανε σε στενό συντονισμό με ορισμένους κύκλους από τις ΗΠΑ), και έπειτα στην απερίγραπτη πίεση και επιμονή από πλευράς μερικών Αρχιερέων (κυρίως του Μητροπολίτη Αμφιλοχίου και του Μητροπολίτη Αθανασίου Γιέβτιτς), πάλι σύμφωνα με τις οδηγίες οι οποίες, μέσω των διεθνών αντιπροσώπων, έφταναν από τη Δύση.
Αμέσως μετά την αναγκαστική απόσυρση της καταγγελίας την οποία έχουν καταφέρει (τον Ιανουάριο του 2005), η οποία είχε ως σκοπό την πραγματοποίηση των δικαιωμάτων τους και τον κολασμό των υπεύθυνων για τα εγκλήματα εναντίων των Σέρβων και της σερβικής πολιτιστικής κληρονομιάς, οι ίδιοι προηγουμένως αναφερθέντες δράστες προέβησαν στην πραγματοποίηση μιας νέας διαδικασίας (και αυτήν την φορά με τις καθοδηγήσεις και την υπαγόρευση που ερχόταν από τη Δύση, από την Αμερική και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης) – στην εφαρμογή του Υπομνήματος για την αναστήλωση των γκρεμισμένων ναών (τον Μάρτιο του 2005)
Μια από τις πιο δύσκολες, όταν πρόκειται περί των σερβικών ενδιαφερόντων, επιπτώσεις της εφαρμογής του Υπομνήματος τούτου ήταν ακριβώς η ανοικοδόμηση των γκρεμισμένων κτισμάτων χωρίς να είχε γίνει προηγουμένως η εκτίμηση της ζημιάς. Με τον τρόπο αυτό, μετά από την απόσυρση της καταγγελίας, οι αναφερθέντες δράστες ξεκίνησαν τη διαδικασία της «αναστήλωσης», με την οποία θα αφαιρεθούν τα ίχνη του εγκλήματος, δίχως να τεθεί το ζήτημα της ευθύνης των εγκληματιών (των Κοσσοβάρων Αλβανών και μερικών δυτικών χωρών) για τα πραχθέντα, πράγμα με το οποίο οι δράστες και οι υπεύθυνοι για τα διαπραττόμενα εγκλήματα στην ουσία δεν φέρουν ευθύνη, και ταυτόχρονα οι ίδιοι οι δράστες, με καλά σχεδιασμένη και διοργανωμένη προπαγάνδα, μιλούσαν αποκλειστικά για τις μη υφιστάμενες επιτυχίες της «αναστήλωσης», οδηγώντας έτσι το κοινό στην παραπλάνηση πως στο ζήτημα αυτό υπάρχει πρόοδος, αποκρύπτοντας, παράλληλα, τα δεδομένα τα οποία μαρτυρούν περί του πραγματικού χαρακτήρα της αναστήλωσης και των αποκτημένων αποτελεσμάτων επί τόπου!
Και αντί να θέσουν το ερώτημα περί της υπευθυνότητας για τα πραχθέντα εγκλήματα, αυτοί οι δράστες ξεκίνησαν την «αναστήλωση» μέσω του Υπομνήματος, η οποία επιπρόσθετα βοήθησε στην κάλυψη της κατάστασης στην οποία βρίσκονταν τα ιερά μετά την καταστροφή, με τον τρόπο αυτό απενεργοποιώντας τη σωστή και την ακριβή εκτίμηση της ζημιάς που έγινε, δημιουργώντας την αμνησία σε γενιές του σερβικού λαού και την εντύπωση σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, και πως με τους «γείτονες Αλβανούς» θα ζήσουν και στο μέλλον «καλά όπως και παλιότερα», υποστηρίζοντας έτσι την προδιάθεση να διασφαλισθεί στους εγκληματίες να κινούνται ελεύθερα και ανεμπόδιστα, και πιθανώς αργότερα να συνεχίσουν τη δουλειά που ήδη έχουν αρχίσει.
Εν τω μεταξύ, ούτε από την πλευρά των θεσμών του σερβικού κράτους στην περασμένη μακροχρόνια περίοδο δεν τονίστηκε η πρωτοβουλία να ξεκινήσει η διαδικασία εκτίμησης της ζημιάς. Αυτό θα αποτελούσε ακριβώς έναν από τους φανερούς δείκτες πως το κράτος της Σερβίας θεωρεί την σερβική κληρονομιά στο Κόσσοβο και τα Μετόχια δική του, ότι μεριμνά για αυτήν με την προσοχή του καλού νοικοκύρη, και ότι θα κάνει τα πάντα να την προστατέψει από την επιπλέον καταστροφή και να κάνει ό,τι είναι δυνατό να την αποκαταστήσει ώστε να μπορεί να χρησιμεύει στα συμφέροντα και στις ανάγκες των μελλοντικών γενεών του σερβικού λαού.
Η Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης και με τον τρόπο τούτο επικαλείται τις νεοσύστατες αρχές της Σερβίας, να συμβάλουν στην πρωτοβουλία της Μητρόπολης και ουσιωδώς να βοηθήσουν στη διαδικασία εκτίμησης της ζημιάς την οποία η Μητρόπολη εκ νέου ξεκίνησε.
Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα σημεία της «αναστήλωσης» σύμφωνα με το Υπόμνημα, με την έννοια της εκτέλεσης έργων, είναι η στατική σταθερότητα των κτηρίων που ανακαινίζονταν. Ανάμεσα σε άλλες παραλείψεις των αναδόχων που τις έκαναν στη διαδικασία της «αναστήλωσης», αυτές οι παραλείψεις πιθανόν να έχουν σοβαρότατες, ακόμα και τραγικές συνέπειες. Και αυτό επαναλαμβάνεται σε όχι μικρό αριθμό κτισμάτων. Θα αναφέρουμε εδώ μόνο μερικά παραδείγματα, βασιζόμενοι κυρίως στα χωρία από το βιβλίο «Αστήρικτη αναστήλωση».
Έτσι για τον ναό του Αγίου Γεωργίου (ο οποίος, άλλωστε, υπήρξε καύχημα της Επιτροπής για τη διεξαγωγή της αναστήλωσης) στο βιβλίο κυριολεκτικά γράφει: «Η κατασκευή της στέγης εκτελέστηκε χωρίς κανένα κατασκευαστικό ορθολογισμό και βασίζεται μόνο στους τοίχους της πρόσοψης που υπέστη ζημιές από πυρκαγιά, που ως αποτέλεσμα έχει να κινδυνεύει η σταθερότητα του κτηρίου», επίσης και «Για ποιους λόγους αυξήθηκε η προϋπολογισμένη ποσότητα του άτσαλου και κεραμιδιού στη στέγη;» και να έπεται το πόρισμα: «η επιβάρυνση της στέγης είναι γύρω στους 600 τόνους, ένα μέρος του βάρους μεταφέρεται στους ογκώδεις τείχους που ήταν εκτεθειμένοι σε υψηλές θερμοκρασίες και των οποίων η ανθεκτικότητα δεν εξετάστηκε.»
Ποιος θα τολμήσει, έχοντας στο νου τέτοια στοιχεία, να μπει σ’ αυτό το ναό ως χρήστης του; Και ποιος θα φέρει την ευθύνη για το ενδεχόμενο εκ νέου γκρέμισμα της εκκλησίας επειδή η φθαρμένη και αποδυναμωμένη κατασκευή συνεπάγεται επιβάρυνση με την αναστήλωση, αυτή την φορά περισσότερη από ότι είχε πριν από το γκρέμισμα και περισσότερη απ’ ότι προβλέφτηκε με τη μελέτη; Θα είναι υπεύθυνοι μόνο οι (ανεπιτήδειοι και κακοπροαίρετοι), ανάδοχοι Κοσσοβάροι Αλβανοί ή και εκείνοι οι Σέρβοι αντιπρόσωποι που τους άφησαν να παίξουν με σκαιό τρόπο με την κληρονομιά μας;
Σχεδόν ταυτόσημη κατάσταση επικρατεί και στην Ιερά Μονή Ντέβιτς όπου η «ανακατασκευή» του Κεντρικού κονακίου εκτελείται δίχως κατασκευαστικό, τεχνικό και επιστημονικό ορθολογισμό. Πάνω σε μη οπλισμένους τοίχους στο υπόγειο και ισόγειο κτίζεται ακόμα ένας όροφος, και αυτό μάλιστα γίνεται χωρίς καμία αντισεισμική στήριξη. Οι συνημμένες φωτογραφίες στο βιβλίο, με αντιπαρατιθέμενες αναλύσεις, μαρτυρούν κατά τον καλύτερο τρόπο για την μη διατηρησιμότητα και τον πολιτικό χαρακτήρα της εκτελούμενης «αναστήλωσης».
Η εκκλησία του Αγίου Ηλία μαζί τον εκκλησιαστικό οίκο, το αρχονταρίκι και το νεκροταφείο παριστάνει «κατάφωρο παράδειγμα πώς δεν πρέπει να γίνει η προστασία και η ανακατασκευή… αυτή η ανακατασκευή πραγματοποιήθηκε τόσο χάλια, που περιάγει σε πλήρη ανυποληψία την ειδικότητα οικοδομικής».
Στο τέλος αναφέρουμε και το παράδειγμα της «αναστήλωσης» της επισκοπικής κατοικίας στην Πριζρένη, όπου «τα κατασκευαστικά στοιχεία της οπλισμένης με σκυρόδεμα οροφής δεν ανοικοδομήθηκαν καθόλου μετά την πυρκαγιά η οποία, λόγω της μεγάλης ποσότητας λιθάνθρακα στο υπόγειο, διαρκούσε δεκαπέντε μέρες».
Στο τέλος αναφέρουμε και το παράδειγμα της «αναστήλωσης» της επισκοπικής κατοικίας στην Πριζρένη, όπου «τα κατασκευαστικά στοιχεία της οπλισμένης με σκυρόδεμα οροφής δεν ανοικοδομήθηκαν καθόλου μετά την πυρκαγιά η οποία, λόγω της μεγάλης ποσότητας λιθάνθρακα στο υπόγειο, διαρκούσε δεκαπέντε μέρες».
Αυτά τα κατασκευαστικά στοιχεία «μοιάζουν περισσότερο με καμένη ξυλεία παρά με σκυρόδεμα το οποίο ήταν εκτεθειμένο σε πυρκαγιά». Δίχως να στερεώσει αυτά τα «κατασκευαστικά στοιχεία», των οποίων η ανθεκτικότητα μειώθηκε γοργά (εξαιτίας αυτού χρειάζεται να ανταλλαχθούν με καινούργιες κατασκευές), ο Αλβανός ανάδοχος πάνω σε αυτά έκανε την επισκευή, δημιουργώντας ούτως την ψεύτικη εικόνα της αναστήλωσης. Περί της ασφάλειας εκείνων που θα έπρεπε να διαμένουν σ’ αυτό κτήριο και περί της ευθύνης των σερβικών παραγόντων, τα οποία με ενθουσιασμό χαιρέτησαν την «αναστήλωση» της επισκοπικής κατοικίας (επιβραβεύοντας πλούσια, εννοείται, αυτό το «έργο» των Κοσσοβάρων Αλβανών), αξίζει να ειπωθεί κάτι;
Έτσι δημιουργήθηκε μια τραγελαφική κατάσταση – οι Κοσσοβάροι Αλβανοί κατέστρεψαν και πυρπόλησαν τα σερβικά ιερά, για τα εγκλήματα που διέπραξαν οι Κοσσοβάροι Αλβανοί δεν τιμωρήθηκαν ούτε οι διοργανωτές, ούτε οι εκτελεστές, ούτε οι βοηθοί. Μερικοί «ισχυροί στα πλαίσια της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας» εμποδίζουν την έναρξη της δικαστικής διαδικασίας εναντίων των υπευθύνων για τα εγκλήματα και την κατάλληλη ποινική δίωξή τους. Οι Κοσσοβάροι Αλβανοί ανακαινίζουν τα καταστραμμένα ιερά (είναι πολύ πιθανόν να βρεθούν μεταξύ τους και εκείνοι που τα γκρέμιζαν), ώστε τα χρήματα που προορίστηκαν για την αναστήλωση εκείνων που γκρέμισαν πηγαίνουν στα χέρια τους. Τα έργα (λόγω της αναρμοδιότητας ή της κατάχρησης) εκτελέστηκαν πολύ άσχημα, με τη πιθανότητα και οδυνηρών εξελίξεων, με αποτέλεσμα να χρειασθεί σε όχι τόσο μακρινό μέλλον μια καινούργια επένδυση για την επανειλημμένη αναστήλωση.
Μια τέτοια διοργανωμένη «αναστήλωση» ανοίγει η δυνατότητα στους Κοσσοβάρους Αλβανούς να αποκτήσουν εμπειρία και συστάσεις για την αναστήλωση της σερβικής ορθοδόξου κληρονομιάς (κάτι που δεν είχαν μέχρι τώρα), για να αποπερατώσουν τη διαδικασία της ανάληψης αρμοδιότητας για τη μέριμνα περί της ορθοδόξου κληρονομιάς και εξ ολοκλήρου να απωθήσουν τους θεσμούς του σερβικού κράτους και της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Επίσης τους ανοίγεται η δυνατότητα, αφού έδωσαν χρήματα για την ανέγερση/αναστήλωση, καθώς και εργασία και γνώσεις, να διεκδικούν ακόμη πιο αδίστακτα την σερβική πνευματική κληρονομιά, επονομάζοντάς την «αλβανική», και όχι σερβική…
Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι κύκλοι της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας (οι ίδιοι αυτοί οι οποίοι εξαναγκάζουν την εκτέλεση του Υπομνήματος, άσχετα από όλες τις ζημιές τις οποίες λόγω αυτού παθαίνει ο σερβικός λαός) επιμένουν να γίνουν τα εγκαίνια των «αναστηλωμένων» κτισμάτων, και επιπλέον να γίνει η υποδοχή της επισκοπικής κατοικίας στην Πριζρένη, παρά της ανήκουστης παραβίασης των συνταγματικών αρχών και αιώνιων διατάξεων των κανόνων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και παρά όλων των παραλήψεων και ελλείψεων οικοδομικής φύσεως και των απαράδεκτων ρίσκων στρατηγικής φύσεως, που επιφέρει αυτή η πράξη.
Η Ιερά Μητρόπολη Ράσκας και Πριζρένης τάσσεται ρητά υπέρ της άποψης ότι το πρότυπο της αναστήλωσης των σερβικών ιερών σύμφωνα με το Υπόμνημα είναι – απαράδεκτο, και ότι λόγω της δεινότητας και ζημιάς που έχει επιφέρει μέχρι στιγμής – πρέπει να τερματισθεί αυθωρεί (και ο αντιπρόσωπος της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Επιτροπή για την αναστήλωση, ο βοηθός επίσκοπος του Λίπλιαν Θεοδόσιος Σίμπαλιτς, καθώς και ο αντιπρόσωπος του Υπουργείου Πολιτισμού, η κυρία Βέρα Λοντσάρσκι, να απολυθούν αμέσως και να αποσυρθούν από την Επιτροπή). Επίσης πρέπει να θεσμοθετηθεί και υιοθετηθεί ένα πρότυπο της διατηρήσιμης και επιτυχημένης αναστήλωσης που ήδη εφαρμόζεται από την πλευρά της Μητρόπολης (η οποία θα στηρίζεται σε αρχές που θα εξασφαλίσουν την αληθινή μέριμνα, διαφύλαξη και αναστήλωση της σερβικής πολιτιστικής κληρονομιάς στο Κόσσοβο και τα Μετόχια), και ότι οι σημερινοί δράστες, υποστηρικτές και κήρυκες της «αναστήλωσης» σύμφωνα με το Υπόμνημα (λόγω της υπευθυνότητας που έχουν επειδή ευνοούν τέτοιον τρόπο αναστήλωσης και απόκρυψης των απαράδεχτων παραλήψεων και ρίσκων), πρέπει να παραιτηθούν από τη συμμετοχή στην αναστήλωση, και να αποκλειστούν από όλες τις μελλοντικές διαδικασίες αναστήλωσης των σερβικών ιερών στο Κόσσοβο και τα Μετόχια.
Υπηρεσία Τύπου της Ιεράς Μητρόπολης Ράσκας και Πριζρένης
Υπηρεσία Τύπου της Ιεράς Μητρόπολης Ράσκας και Πριζρένης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου