Τετάρτη 5 Μαρτίου 2008

Μια ελληνίδα «Μάνα Κουράγιο»


Η αδελφή του Παύλου Μελά, Αννα, και οι άοκνες προσπάθειές της ως εθελόντριας νοσοκόμας στο πλευρό των μαχόμενων στρατιωτών μας

Η Αννα με την κόρη της Ελένη, με στολή του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (Συλλογή Εμμ. Καστρινάκη)

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ

Η εκπληκτική δράση της, αυτή που την έκανε θρύλο όχι μόνο για τους φαντάρους μας αλλά και ολόκληρο το πανελλήνιο, ξεκίνησε στα 1912, με την έναρξη του Α' Βαλκανικού Πολέμου. Ακολουθεί ως νοσοκόμα την εκστρατεία στη Μακεδονία και στο ενδιάμεσο των Βαλκανικών Πολέμων μένει εκεί για να βοηθήσει όσους υποφέρουν από λογής μολυσματικές ασθένειες.

Οταν το 1913 ξεσπά η επιδημία χολέρας, μετακομίζει σκηνές, αρρώστους και ύποπτους ασθενείς σε ένα δασάκι μακριά από το στρατόπεδο και κρεμάει σε ένα δέντρο έναν μαυροπίνακα για να σημειώνει κάθε τόσο τι εφόδια χρειάζεται. Ο στρατιώτης που πηγαίνει δύο ημέρες αργότερα διαβάζει έκπληκτος πως του ζητά ένα τσαπί και ένα φτυάρι. Τα θέλει για να θάψει τους δύο πρώτους στρατιώτες που υπέκυψαν από τη χολέρα, σκάβοντας τον τάφο με τα ίδια της τα χέρια!

Η γυναίκα που έμεινε στην Ιστορία και στη συνείδηση του λαού μας ως η «Μάνα του Στρατιώτη» και γλύκανε τον πόνο του τραυματισμένου, παρηγόρησε τον ακρωτηριασμένο, διάβασε στον εγχειρισμένο το γράμμα της αγαπημένης του, δεν ήταν άλλη από την αδελφή του Παύλου Μελά, Αννα Μελά-Παπαδοπούλου, μια ψυχωμένη, δυναμική αλλά και εξαιρετικά ευαίσθητη και θρήσκα Ελληνίδα.

Πίσω της άφησε 42 τετράδια με το «Ημερολόγιο εκστρατείας» της, τα οποία συμπληρώνουν 18 τόμοι με αναμνήσεις, φωτογραφίες, γράμματα, αποκόμματα εφημερίδων και περιοδικών που αποτελούν την πρώτη ύλη τού ανά χείρας βιβλίου.

Ανεπιθύμητη στο μέτωπο

Η Αννα παντρεύεται μόλις είκοσι ετών τον Απόστολο Παπαδόπουλο και εγκαθίσταται μαζί του στο τσιφλίκι της οικογένειας του στις Ροβιές Ευβοίας. Γρήγορα όμως συνειδητοποιεί ότι αυτός ο γάμος ήταν ένα τραγικό λάθος. Εκείνος αποδεικνύεται αδιόρθωτος γυναικάς και παθιασμένος χαρτοπαίκτης - χάνει την περιουσία του στα χαρτιά και αναγκάζεται να υποθηκεύσει ολόκληρο το τσιφλίκι.

Για την Αννα όμως ο βίος και η πολιτεία του συζύγου της δεν είναι η μοναδική πηγή πίκρας. Η αντιπαλότητα με τη μητέρα της, κάτι για το οποίο η ίδια δεν ευθύνεται καθόλου, της φαρμακώνει από μικρό παιδί τη ζωή. Είναι μαζί της ιδιαίτερα σκληρή, της απαγορεύει να ζωγραφίζει και όταν παντρεύεται, αντί για έναν γλυκό λόγο τη χαστουκίζει και της πετάει κατάμουτρα ένα «μού ήθελες και γάμο!». Η Αννα δεν θα τη συγχωρήσει ποτέ. Αλλωστε τώρα πια άλλα είναι που απασχολούν τον νου και την καρδιά της.

Μετά τον μαρτυρικό θάνατο του αδελφού της Παύλου κάνει σκοπό της ζωής της την απελευθέρωση της Μακεδονίας και το ξεσκλάβωμα των αλύτρωτων Ελλήνων.
Ο,τι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει σαν στρατιώτης το εκπληρώνει ως νοσοκόμα. Πότε στα χειρουργεία, πότε στα νυχτέρια δίπλα στους τραυματισμένους, πότε σε εκστρατείες ενημέρωσης στις γραμμές των πρόσω. Αυτές οι ημέρες είναι οι πιο ευτυχισμένες της ζωής της.

Οταν ο ελληνικός στρατός φεύγει για τη Μικρά Ασία, πηγαίνει από τις πρώτες. Σε ένα γράμμα στον γιο της Αντώνη διαβάζουμε:

«... Είναι 4.30 π.μ, μόλις έχω γυρίσει από το νοσοκομείο. Πήγα να ιδώ τι γίνονται οι άρρωστοί μου... αυτές τις μέρες τις θυσιάζω διά δυό ιδίως, τον Μάνο και ένα ευζωνάκι. Ο Μάνος πέρασε την κρίσι του τυφοειδούς πυρετού. Αδύνατος είναι, αλλά κίνδυνο κανέναν δεν έχει. Το ευζωνάκι μάς το έφεραν εις κακά χάλια, από το Ελβανλάρ. Ανήσυχος παραμιλούσε, χάλια είχε. Οταν ξημέρωσε είχε ένα ήσυχο βλέμμα σαν να με παρακαλούσε να μην το εγκαταλείψω. Απ' εκείνην την στιγμήν ωρκίσθηκα να τον κοιτάξω, να τον επαναφέρω εις την ζωήν του».

Εντελώς όμως ξαφνικά αποπέμπεται από το μέτωπο με την κατηγορία της φιλοβενιζελικής προπαγάνδας. Πάνω της βρέθηκαν φωτογραφίες της με τον Βενιζέλο. Η διαταγή δίνεται προσωπικά από τον διοικητή του ελληνικού στρατού Στρατηγό Παπούλα. Αυτή την πίκρα θα την κουβαλάει μέχρι το τέλος των ημερών της.

Πολεμώντας το χτικιό

Στη Μικρά Ασία, με τον Νικόλαο Πλαστήρα και τον Θεόδωρο Πάγκαλο (Αρχείο Λαχοβάρη, Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ)

Από τα μεγαλύτερα οράματα της ελληνίδας «Μάνας Κουράγιο» είναι η δημιουργία ενός πρότυπου κέντρου για την καταπολέμηση της μάστιγας της εποχής, της φυματίωσης, η οποία είχε τότε προσβάλει το 15% του ελληνικού πληθυσμού, συνολικά πάνω από 300.000 άτομα! Δυο βήματα από τη Βυτίνα, τα Μαγούλιανα Γορτυνίας, πνιγμένα στα έλατα, ήταν ο ιδανικός τόπος για να φιλοξενήσει ένα τέτοιο ίδρυμα.

Η «Μάννα του Στρατιώτη» κινείται αριστοτεχνικά, προσεγγίζοντας εν έτει 1923 τον Πλαστήρα: «Αρνητική απάντησι δεν πήρα από τον Πρόεδρον της Επαναστάσεως, όταν του είπα την απόφασί μου, να πάγω στην Αμερική να μαζεύσω χρήματα...

"Προχωρήστε και θα σας ακολουθήσωμε" ήταν η απάντησις που πήρα από τον τίμιο, του καθήκοντος, άνθρωπον. Προχώρησα αμέσως, πήγα στη βασίλισσα Ελισάβετ (σ.σ.: πριγκίπισσα της Ρουμανίας, σύζυγος του Γεωργίου Β'), διά να επωφεληθώ των υπ' Αυτής διαθεσίμων χρημάτων διά τους αναπήρους, διότι ανάπηροι πολέμων είναι και οι παθόντες φυματίωσιν κατά τον μακροχρόνιο πόλεμόν μας».

Η Παπαδοπούλου προσβλέπει και στα έσοδα από την καλλιτεχνική δημιουργία της: καρτ ποστάλ, ημερολόγια, ξυλόγλυπτα κανάτια και ποτήρια που αγοράζει από τη Βυτίνα τα ζωγραφίζει και τα πουλάει για λογαριασμό του σανατορίου. Ελπίζει στην κρατική επιχορήγηση από χρήματα προηγηθέντων εράνων της βασίλισσας Σοφίας.

Στηρίζει πολλά στην επιτυχία της γιορτής που διοργανώνει στον Εθνικό Κήπο και αποφασίζει να τη συνδυάσει με την πώληση του βιβλίου της Ο Πλαστήρας. Επειτα από εξοντωτική δουλειά, κινητοποίηση όλου του Ελληνισμού και αλλεπάλληλες καθυστερήσεις, το «τελειότερο και συστηματικότερο σανατόριο της όλης Ανατολής», όπως το περιγράφει ο Τύπος της εποχής, ανοίγει τις πύλες του στους φυματικούς τον Αύγουστο του 1930.

Επτά χρόνια αργότερα, σε ηλικία 67 ετών, η μεγάλη αυτή Ελληνίδα, η πονόψυχη Μάνα κάθε δυστυχισμένου, απόμαχου και αναγκεμένου θα υποκύψει στη φθίση που τη χτύπησε ξαφνικά και στις 12 Φεβρουαρίου 1938 θα περάσει στην αθανασία με ένα αχνό χαμόγελο. Θα ταφεί στο οικογενειακό κοιμητήριο στις Ροβιές, κοντά στο άτυχο αγοράκι, το πρώτο της παιδί που πέθανε οκτώ ημέρες μετά τη γέννησή του.

Πηγή:Το ΒΗΜΑ, 02/03/2008 , Σελ.: S06Κωδικός άρθρου: B15301S061ID: 292996

Δεν υπάρχουν σχόλια: