Από την Τέρνα και τη Βιοχάλκο στον διεθνή μεταλλευτικό κολοσσό SIBELCO
Πηγή:www.capital.gr
Από τους αστρίους μέχρι τον χουντίτη και τον
ατταπουλγίτη, το ελληνικό υπέδαφος κρύβει τεράστια κοιτάσματα από
άγνωστα ορυκτά, με ευρύτατες εφαρμογές στη βιομηχανία και την
καθημερινότητα. Οι θησαυροί αυτοί, που κρύβονται σε διάφορες περιοχές
της χώρας, έχουν προσελκύσει το επενδυτικό ενδιαφέρον μεγάλων εταιρειών
του διεθνούς μεταλλευτικού στερεώματος.
Εκτός, όμως, από τους ξένους επενδυτές, μια σειρά από ελληνικές επιχειρήσεις διατηρούν ζωντανή την εγχώρια μεταλλευτική παράδοση, με μεγάλα οφέλη για την οικονομία, με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τους κατευθύνεται σε εξαγωγές.
Άστριοι
Οι άστριοι και χαλαζίες είναι ορυκτά που χρησιμοποιούνται κυρίως σε είδη υγιεινής και στην υαλουργία. Οι υαλουργικές χρήσεις του χαλαζία περιλαμβάνουν μπουκάλια, πιάτα, παράθυρα, fiberglass και ειδικά γυαλιά. Στην Ελλάδα, η μοναδική εταιρεία που εκμεταλλεύεται κοιτάσματα αστρίων και χαλαζίων είναι η ΜΕΒΙΟΡ, με έδρα τον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης. Από τα μέσα του 2006, το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας ανήκει στην ολλανδική εταιρεία Mineral Plus, θυγατρική του ομίλου SIBELCO.
Η παραγωγή συνεχίζει να καλύπτει τις ανάγκες της εγχώριας βιομηχανίας ειδών υγιεινής και σχεδόν του συνόλου της υαλουργίας, ενώ οι εξαγωγές κατευθύνονται κυρίως προς τη Γερμανία. Το 2011 παρήχθησαν και διατέθηκαν συνολικά 1 10.250 τόνοι αστρίων. Η μεγάλη εμφανιζόμενη πτώση στην παραγωγή οφείλεται ιδιαίτερα στην κρίση που μαστίζει τα τελευταία χρόνια την εγχώρια κεραμική βιομηχανία.
Ατταπουλγίτης
Στα Γρεβενά εντοπίζονται τα μεγαλύτερα αποθέματα ατταπουλγίτη, που είναι μια σπάνια ελαφροβαρής άργιλος, και σαπωνιτικού μπεντονίτη.
Το κοίτασμα των Γρεβενών, που ξεπερνά τους 20 εκατομμύρια τόνους, είναι το μοναδικό στην Ευρώπη κι ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως και προορίζεται για μια σειρά από χρήσεις, από τη βιομηχανία μέχρι την κτηνοτροφία.
Έχει μοναδικές ιδιότητες, που αξιοποιούνται σε διάφορες εφαρμογές, από τη χημική βιομηχανία μέχρι τις γεωτρήσεις και τα διυλιστήρια. Τα ελληνικά αποθέματα ατταπουλγίτη εκμεταλλεύεται η εταιρεία ΓΕΩΕΛΛΑΣ, που ανήκει στην οικογένεια Κωνσταντακόπουλου (Costamare). Η εταιρεία, παρά τη διεθνή και εγχώρια οικονομική κρίση, κατάφερε το 2011 να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, αυξάνοντας την παραγωγή της κατά 10% σε σχέση με το 2010 (34.000 τόνοι).
Κίσσηρις
Η επιστημονική ονομασία της ελαφρόπετρας είναι κίσσηρις και αποτελεί ένα ορυκτό που στη χώρα μας παράγεται εξολοκλήρου στη νησίδα Γυαλί, από την εταιρεία Λάβα Μεταλλευτική και Λατομική. Η εταιρεία ανήκει, ως θυγατρική του Ηρακλή, στον γαλλικό όμιλο Lafarge και παρουσιάζει σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα. Η ελαφρόπετρα χρησιμοποιείται στις κατασκευές, σε γεωτεχνικά έργα, στις καλλιέργειες και τη βιομηχανία.
Εκτός, όμως, από τους ξένους επενδυτές, μια σειρά από ελληνικές επιχειρήσεις διατηρούν ζωντανή την εγχώρια μεταλλευτική παράδοση, με μεγάλα οφέλη για την οικονομία, με δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τους κατευθύνεται σε εξαγωγές.
Άστριοι
Οι άστριοι και χαλαζίες είναι ορυκτά που χρησιμοποιούνται κυρίως σε είδη υγιεινής και στην υαλουργία. Οι υαλουργικές χρήσεις του χαλαζία περιλαμβάνουν μπουκάλια, πιάτα, παράθυρα, fiberglass και ειδικά γυαλιά. Στην Ελλάδα, η μοναδική εταιρεία που εκμεταλλεύεται κοιτάσματα αστρίων και χαλαζίων είναι η ΜΕΒΙΟΡ, με έδρα τον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης. Από τα μέσα του 2006, το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών της εταιρείας ανήκει στην ολλανδική εταιρεία Mineral Plus, θυγατρική του ομίλου SIBELCO.
Η παραγωγή συνεχίζει να καλύπτει τις ανάγκες της εγχώριας βιομηχανίας ειδών υγιεινής και σχεδόν του συνόλου της υαλουργίας, ενώ οι εξαγωγές κατευθύνονται κυρίως προς τη Γερμανία. Το 2011 παρήχθησαν και διατέθηκαν συνολικά 1 10.250 τόνοι αστρίων. Η μεγάλη εμφανιζόμενη πτώση στην παραγωγή οφείλεται ιδιαίτερα στην κρίση που μαστίζει τα τελευταία χρόνια την εγχώρια κεραμική βιομηχανία.
Ατταπουλγίτης
Στα Γρεβενά εντοπίζονται τα μεγαλύτερα αποθέματα ατταπουλγίτη, που είναι μια σπάνια ελαφροβαρής άργιλος, και σαπωνιτικού μπεντονίτη.
Το κοίτασμα των Γρεβενών, που ξεπερνά τους 20 εκατομμύρια τόνους, είναι το μοναδικό στην Ευρώπη κι ένα από τα μεγαλύτερα παγκοσμίως και προορίζεται για μια σειρά από χρήσεις, από τη βιομηχανία μέχρι την κτηνοτροφία.
Έχει μοναδικές ιδιότητες, που αξιοποιούνται σε διάφορες εφαρμογές, από τη χημική βιομηχανία μέχρι τις γεωτρήσεις και τα διυλιστήρια. Τα ελληνικά αποθέματα ατταπουλγίτη εκμεταλλεύεται η εταιρεία ΓΕΩΕΛΛΑΣ, που ανήκει στην οικογένεια Κωνσταντακόπουλου (Costamare). Η εταιρεία, παρά τη διεθνή και εγχώρια οικονομική κρίση, κατάφερε το 2011 να συνεχίσει την ανοδική της πορεία, αυξάνοντας την παραγωγή της κατά 10% σε σχέση με το 2010 (34.000 τόνοι).
Κίσσηρις
Η επιστημονική ονομασία της ελαφρόπετρας είναι κίσσηρις και αποτελεί ένα ορυκτό που στη χώρα μας παράγεται εξολοκλήρου στη νησίδα Γυαλί, από την εταιρεία Λάβα Μεταλλευτική και Λατομική. Η εταιρεία ανήκει, ως θυγατρική του Ηρακλή, στον γαλλικό όμιλο Lafarge και παρουσιάζει σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα. Η ελαφρόπετρα χρησιμοποιείται στις κατασκευές, σε γεωτεχνικά έργα, στις καλλιέργειες και τη βιομηχανία.
Η
παραγωγή ελαφρόπετρας το 2011 παρουσίασε αύξηση στους 468.960 τόνους,
ωστόσο παραμένει σε διαχρονικά χαμηλά επίπεδα, εξαιτίας της κάμψης της
εγχώριας οικοδομικής και κατασκευαστικής δραστηριότητας. Σε αντίθεση με
την Ελλάδα, οι προοπτικές στις αγορές της Δυτ. Ευρώπης και των ΗΠΑ
εμφανίζονται θετικές.
Ολιβίνης
Ο ολιβίνης είναι ένα ορυκτό με ευρείες βιομηχανικές χρήσεις στους κλάδους των πυριμάχων, των λειαντικών, της χαλυβουργίας, της διαχείρισης όξινων αποβλήτων κ.ά. Στην Ελλάδα ολιβίνης εξορύσσεται και παράγεται στα Γρεβενά, από την εταιρεία ΘΕΡΜΟΛΙΘ Α.Ε. Πρόσφατα εξαγοράστηκε από τον όμιλο της Βιοχάλκο.
Χουντίτης
Ο χουντίτης προέρχεται από ιζηματογενείς αποθέσεις ορυκτών του μαγνησίου και στην Ελλάδα εντοπίζεται στην περιοχή της Κοζάνης, σε πάχος έως 5 μέτρων. Χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, ως πρόσθετο στο υλικό κατασκευής των καλωδίων και των πλαστικών, για επιβράδυνση της φωτιάς σε περίπτωση ανάφλεξης.
Στην αγορά χρησιμοποιείται ως μείγμα με τον υδρομαγνησίτη και θεωρείται φιλικό στο περιβάλλον, διότι δεν δημιουργεί τοξικές αντιδράσεις, ενώ έχει δοκιμαστεί με επιτυχία ως επιβραδυντικό των δασικών πυρκαγιών.
Στην παραγωγή ορυκτού χουντίτη δραστηριοποιείται η εταιρεία Λευκά Ορυκτά Α.Ε., θυγατρική της ολλανδικής Ankerpoort, που και αυτή πλέον έχει εξαγοραστεί από τη Sibelco. Η εταιρεία επεξεργάζεται και παράγει αργό και τελικό προϊόν, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων εξάγονται.
Η εξόρυξη πρωτογενούς υλικού ανήλθε το 2011 σε 23.800 τόνους. Και η Λευκά Ορυκτά κατάφερε να έχει σταθερά ανοδικές τάσεις στις πωλήσεις της (3,96%), ενώ η παγκόσμια αγορά, στην οποία απευθύνεται κυρίως, δίνει θετικά σημάδια και για τη χρονιά που διανύουμε.
Λευκόλιθος, μαγνησία, πυρίμαχες μάζες
Ο λευκόλιθος και τα μαγνησιακά προϊόντα χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πυρίμαχων υλικών που αντέχουν σε υψηλές θερμοκρασίες, από την επένδυση εσωτερικών φούρνων οικιακής χρήσης και τα πυρίμαχα σκεύη μέχρι τους φούρνους σε τσιμεντοβιομηχανίες και χαλυβουργίες.
Επίσης, ο λευκόλιθος έχει μια ευρεία γκάμα χρήσεων, από την κατασκευή λιπασμάτων και τη φαρμακοβιομηχανία μέχρι την κατασκευή ελαστικών. Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται δύο εταιρείες, η Ελληνικοί Λευκόλιθοι (Χαλκιδική), συμφερόντων οικογένειας Πορτόλου, και η ΒΙΟΜΑΓΝ (Βόρεια Εύβοια), που ανήκει στον όμιλο ΓΕΚ Τέρνα. Οι Ελληνικοί Λευκόλιθοι είναι η μοναδική παραγωγός μαγνησίας με ετήσια παραγωγή της τάξης των 400.000-450.000 τόνων λευκολίθου και 180.000-200.000 τόνων τελικών προϊόντων (καυστική και δίπυρη μαγνησία, πυρίμαχες μάζες).
Η παραγωγή της κατευθύνεται σε ποσοστό 93% στο εξωτερικό. Η ΒΙΟΜΑΓΝ διαθέτει 14 κοιτάσματα λευκολίθου με βέβαια αποθέματα υψηλής ποιότητας που ανέρχονται στους 15 εκατ. τόνους και στη Χαλκιδική 4 κοιτάσματα με βέβαια αποθέματα της τάξεως των 450.000 τόνων. Και στις δύο περιοχές έχει μεγάλες εκτάσεις που χρήζουν περαιτέρω έρευνας.
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 11ης Αυγούστου
Ολιβίνης
Ο ολιβίνης είναι ένα ορυκτό με ευρείες βιομηχανικές χρήσεις στους κλάδους των πυριμάχων, των λειαντικών, της χαλυβουργίας, της διαχείρισης όξινων αποβλήτων κ.ά. Στην Ελλάδα ολιβίνης εξορύσσεται και παράγεται στα Γρεβενά, από την εταιρεία ΘΕΡΜΟΛΙΘ Α.Ε. Πρόσφατα εξαγοράστηκε από τον όμιλο της Βιοχάλκο.
Χουντίτης
Ο χουντίτης προέρχεται από ιζηματογενείς αποθέσεις ορυκτών του μαγνησίου και στην Ελλάδα εντοπίζεται στην περιοχή της Κοζάνης, σε πάχος έως 5 μέτρων. Χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, ως πρόσθετο στο υλικό κατασκευής των καλωδίων και των πλαστικών, για επιβράδυνση της φωτιάς σε περίπτωση ανάφλεξης.
Στην αγορά χρησιμοποιείται ως μείγμα με τον υδρομαγνησίτη και θεωρείται φιλικό στο περιβάλλον, διότι δεν δημιουργεί τοξικές αντιδράσεις, ενώ έχει δοκιμαστεί με επιτυχία ως επιβραδυντικό των δασικών πυρκαγιών.
Στην παραγωγή ορυκτού χουντίτη δραστηριοποιείται η εταιρεία Λευκά Ορυκτά Α.Ε., θυγατρική της ολλανδικής Ankerpoort, που και αυτή πλέον έχει εξαγοραστεί από τη Sibelco. Η εταιρεία επεξεργάζεται και παράγει αργό και τελικό προϊόν, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων εξάγονται.
Η εξόρυξη πρωτογενούς υλικού ανήλθε το 2011 σε 23.800 τόνους. Και η Λευκά Ορυκτά κατάφερε να έχει σταθερά ανοδικές τάσεις στις πωλήσεις της (3,96%), ενώ η παγκόσμια αγορά, στην οποία απευθύνεται κυρίως, δίνει θετικά σημάδια και για τη χρονιά που διανύουμε.
Λευκόλιθος, μαγνησία, πυρίμαχες μάζες
Ο λευκόλιθος και τα μαγνησιακά προϊόντα χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πυρίμαχων υλικών που αντέχουν σε υψηλές θερμοκρασίες, από την επένδυση εσωτερικών φούρνων οικιακής χρήσης και τα πυρίμαχα σκεύη μέχρι τους φούρνους σε τσιμεντοβιομηχανίες και χαλυβουργίες.
Επίσης, ο λευκόλιθος έχει μια ευρεία γκάμα χρήσεων, από την κατασκευή λιπασμάτων και τη φαρμακοβιομηχανία μέχρι την κατασκευή ελαστικών. Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται δύο εταιρείες, η Ελληνικοί Λευκόλιθοι (Χαλκιδική), συμφερόντων οικογένειας Πορτόλου, και η ΒΙΟΜΑΓΝ (Βόρεια Εύβοια), που ανήκει στον όμιλο ΓΕΚ Τέρνα. Οι Ελληνικοί Λευκόλιθοι είναι η μοναδική παραγωγός μαγνησίας με ετήσια παραγωγή της τάξης των 400.000-450.000 τόνων λευκολίθου και 180.000-200.000 τόνων τελικών προϊόντων (καυστική και δίπυρη μαγνησία, πυρίμαχες μάζες).
Η παραγωγή της κατευθύνεται σε ποσοστό 93% στο εξωτερικό. Η ΒΙΟΜΑΓΝ διαθέτει 14 κοιτάσματα λευκολίθου με βέβαια αποθέματα υψηλής ποιότητας που ανέρχονται στους 15 εκατ. τόνους και στη Χαλκιδική 4 κοιτάσματα με βέβαια αποθέματα της τάξεως των 450.000 τόνων. Και στις δύο περιοχές έχει μεγάλες εκτάσεις που χρήζουν περαιτέρω έρευνας.
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 11ης Αυγούστου
capital.gr
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου