Την ίδρυση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Τουρκικού Κόσμου αποφάσισαν οι ηγέτες των κρατών που συμμετείχαν στη Σύνοδο Κορυφής των τουρκόφωνων χωρών. Τα αποτελέσματα της συνόδου, που διεξήχθη στο Αζερμπαϊτζάν, συνιστούν μια αναβάθμιση των σχέσεων μεταξύ των τουρκικών δημοκρατιών, που ωστόσο απέχει πολύ από τους επιθυμητούς στόχους.
Την εβδομάδα που κύλησε, έλαβε χώρα η 9η Σύνοδος Κορυφής των τουρκόφωνων χωρών στον αυτόνομο θύλακα Ναχιτσεβάν του Αζερμπαϊτζάν. Στη σύνοδο συμμετείχαν οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας της Τουρκίας, του Καζακστάν, του Κιργιστάν και φυσικά της διοργανώτριας χώρας Αζερμπαϊτζάν, ενώ το Τουρκμενιστάν συμμετείχε σε επίπεδο αντιπροέδρου της κυβέρνησης.
Το κύριο θέμα της ημερήσιας διάταξης αφορούσε την εμβάθυνση της πολιτικής συνεργασίας των τουρκόφωνων χωρών, ζήτημα που έχει σημειώσει ελάχιστη πρόοδο από τη σύλληψη της ιδέας της διοργάνωσης Συνόδων Κορυφής επί προεδρίας Τουργκούτ Οζάλ, στις αρχές της δεκαετίας του '90.
Οι εργασίες της συνόδου κατέληξαν στη Συμφωνία του Ναχιτσεβάν, που προβλέπει τη σύσταση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Τουρκικού Κόσμου.
Ο νέος περιφερειακός οργανισμός στόχο έχει να θεσμοποιήσει τη σχεδόν άτυπη ως τώρα συνεργασία των τουρκικών δημοκρατιών, ενώ όργανά του θα είναι το Συμβούλιο Αρχηγών Κρατών των τουρκόφωνων χωρών, το Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών, το Συμβούλιο των Γερόντων (Γερουσία), το Συμβούλιο των Ανωτέρων Υπαλλήλων των υπουργείων Εξωτερικών και βέβαια η μόνιμη Γραμματεία του Συμβουλίου. Αυτή η τελευταία θα έχει έδρα την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι έδρες των υπόλοιπων οργάνων θα καθορισθούν στην πορεία.
Μολονότι απουσίαζε από τη σύνοδο μια χώρα-κλειδί της Κεντρικής Ασίας, όπως είναι το Ουζμπεκιστάν, εξαιτίας της διάστασης απόψεων με την Τουρκία και το Καζακστάν, αλλά και λόγω της ιδιόμορφης εσωτερικής πολιτικής κατάστασης που επικρατεί σ' αυτήν τη χώρα, οι υπόλοιπες χώρες, με πρώτο το Καζακστάν, φάνηκε να υποστηρίζουν το εγχείρημα της εμβάθυνσης και θεσμοποίησης της συνεργασίας. Κατά τη διάρκεια της συνόδου συμφωνήθηκε να ιδρυθεί, κατόπιν προτάσεως του Προέδρου του Καζακστάν, Νουρ Σουλτάν Ναζαρμπάιεβ, η «Ακαδημία του Τουρκικού Κόσμου», πρόταση που βρήκε απολύτως σύμφωνη την Άγκυρα.
Μολονότι απουσίαζε από τη σύνοδο μια χώρα-κλειδί της Κεντρικής Ασίας, όπως είναι το Ουζμπεκιστάν, εξαιτίας της διάστασης απόψεων με την Τουρκία και το Καζακστάν, αλλά και λόγω της ιδιόμορφης εσωτερικής πολιτικής κατάστασης που επικρατεί σ' αυτήν τη χώρα, οι υπόλοιπες χώρες, με πρώτο το Καζακστάν, φάνηκε να υποστηρίζουν το εγχείρημα της εμβάθυνσης και θεσμοποίησης της συνεργασίας. Κατά τη διάρκεια της συνόδου συμφωνήθηκε να ιδρυθεί, κατόπιν προτάσεως του Προέδρου του Καζακστάν, Νουρ Σουλτάν Ναζαρμπάιεβ, η «Ακαδημία του Τουρκικού Κόσμου», πρόταση που βρήκε απολύτως σύμφωνη την Άγκυρα.
Συμφωνήθηκε, τέλος, να δοθεί νέα ώθηση στη συνέλευση των τούρκων κοινοβουλευτικών εκπροσώπων, που είχε συσταθεί πριν από έναν περίπου χρόνο, δίχως όμως να σημειωθεί κάποια σοβαρή εξέλιξη έκτοτε.
Όσο περίεργο κι αν φαίνεται, το θέμα της συνεργασίας των τουρκικών δημοκρατιών αρχίζει να παίρνει σάρκα και οστά επί μιας κυβέρνησης στη γείτονα χώρα που ιδεολογικά δεν έχει, θεωρητικά τουλάχιστον, καμία συγγένεια με τον χώρο της Κεντρικής Ασίας. Εντούτοις, το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ, όπως και στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής, που διοργανώθηκε πριν από τρία περίπου χρόνια στην Αττάλεια, έτσι και τώρα ηγήθηκε των πρωτοβουλιών συνεργασίας με τις τουρκικές δημοκρατίες, που είναι ένα πεδίο κατεξοχήν συνδεδεμένο με τους τούρκους υπερεθνικιστές («Γκρίζους Λύκους») του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ) του Ντεβλέτ Μπαχτσελί.
Η προσέγγιση που υιοθέτησε το ΑΚΡ στο εν λόγω ζήτημα οφείλεται σε πολλούς λόγους. Πρώτον, αναφορικά με τις ισορροπίες της εσωτερικής πολιτικής σκηνής, ασκείται πίεση προς τους ακροδεξιούς, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος οι ψηφοφόροι τους να ενστερνιστούν την πρόταση συνεργασίας με τον χώρο της Κεντρικής Ασίας που προσφέρουν οι ισλαμιστές. Δεύτερον, το ισλαμικό κόμμα φαίνεται να αντιλαμβάνεται τις τουρκικές δημοκρατίες ως πρόσφορο πεδίο για διείσδυση του τουρκικού Ισλάμ, με πρωτεργάτες τους συντρόφους του Φετχουλάχ Γκιουλέν, γεγονός που, εάν ισχύει, επαληθεύει την άποψη ότι η «τουρκο-ισλαμική σύνθεση» έχει επικρατήσει στην τουρκική πολιτική σκηνή.
Τρίτον, το ΑΚΡ επιδιώκει, μέσω τέτοιου είδους πρωτοβουλιών, να πετύχει το «άλμα» στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, εξασφαλίζοντάς της γόητρο και κύρος και κυρίως την αναγνώρισή της ως μεγάλης δύναμης από τη διεθνή κοινότητα, γεγονός που θα της επέτρεπε να χειρίζεται με άλλη άνεση κρίσιμα ζητήματα γι' αυτήν, όπως το Αρμενικό ή το Κυπριακό. Στο τελευταίο αυτό θέμα δεν θα πρέπει να θεωρηθεί έκπληξη, εάν μεσοπρόθεσμα οι τουρκικές δημοκρατίες αλλάξουν στάση και αναγνωρίσουν το «ψευδοκράτος» υπό την πίεση της Άγκυρας.
Τέλος, τέτοιου είδους συνεργασίες επιφέρουν συνήθως και κάποια οικονομικά οφέλη για τη χώρα που παίζει ηγετικό ρόλο λαμβάνοντας πρωτοβουλίες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι οι πρόεδροι των κεντρικών τραπεζών των τουρκικών δημοκρατιών συνήλθαν στην Κωνσταντινούπολη στο περιθώριο των εργασιών του ΔΝΤ, τη στιγμή που λάμβανε χώρα η Σύνοδος Κορυφής στο Αζερμπαϊτζάν, αλλά ούτε και οι διαβεβαιώσεις του Ναζαρμπάιεβ για την παροχή των απαιτούμενων υδρογονανθράκων προς την Τουρκία στο πλαίσιο των σχεδιαζόμενων αγωγών.
Η σύσταση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Τουρκικού Κόσμου είναι σαφώς μια επιτυχία της Άγκυρας προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσής της με τον χώρο της Κεντρικής Ασίας. Εντούτοις, οι διαδικασίες κυλούν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς και τα αποτελέσματα θα καθυστερήσουν να έρθουν, εξαιτίας και της πίεσης που ασκούν σημαίνοντα μέλη της διεθνούς κοινότητας, όπως η Ρωσία, γεγονός που επηρεάζει και την απαραίτητη πολιτική βούληση.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου