Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

ΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΚΑΙ H ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Πλήρη τα απόρρητα βουλγαρικά έγγραφα 1950-1967

Το 2009 η Εταιρεία Μακεδόνικων Σπουδών και τα Κρατικά Αρχεία Βουλγαρίας παρέδωσαν στη δημοσιότητα τα πλήρη απόρρητα βουλγαρικά έγγραφα (1950-1967). Για πρώτη φορά στα χρονικά, η Ελλάδα και η Βουλγαρία, μέσω των δυο επιστημονικών οργανισμών τους, συνεργάστηκαν στενά επάνω στο Μακεδονικό ζήτημα.



Στη φωτογραφία (από αριστερά προς τα δεξιά) Τίτο - Γκλιγκόροφ - Τσρβενκόφσκι

Στον πρόλογο της έκδοσης, ο πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών κ. Νικόλαος Ι. Μέρτζος εύγλωττα αναφέρει ότι: "Οι δυο χώρες και οι δυο Λαοί ανταγωνίσθηκαν μεταξύ τους επί ένα τουλάχιστον αιώνα ως αδιαμφισβήτητοι πρωταγωνιστές, η Ιστορία του ενός Λαού στάζει το αίμα του άλλου Λαού, διασταυρούμενος ο λόγος τους συνθέτει αυθεντία έναντι κάθε τρίτου και, ως άλλος μίτος της Αριάδνης, οδηγεί στον λαβύρινθο του πολύπλοκου αυτού Ζητήματος, που οι τρίτοι αδυνατούν να το κατανοήσουν, το περιπλέκουν και το σφετερίζονται, είτε από άγνοια και υπεραπλούστευση είτε από κραυγαλέα ιδιοτέλεια. Όταν, όμως, οι αυθεντικοί πρωταγωνιστές ομιλούν, οι τρίτοι οφείλουν τουλάχιστον να ακούν -αν όχι και να σιωπούν. Η συνεργασία μας δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι τώρα πια οι Έλληνες και οι Βούλγαροι συμφωνούμε σε όλες τις πτυχές του Μακεδόνικου. Σημαίνει, όμως, ότι δεν έχουμε να κρύψουμε ούτε να φοβηθούμε τίποτε. Προ παντός σημαίνει ότι, στο κατώφλι της Τρίτης Χιλιετίας, στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και στους θεσμούς της Ατλαντικής Συμμαχίας, οι Έλληνες και οι Βούλγαροι, όπως ενωρίτερα οι Γάλλοι και οι Γερμανοί, γυρίζουν σελίδα στην Ιστορία και ενδέχεται να συναποτελέσουν έναν αποφασιστικό πυλώνα ασφαλείας, συνεργασίας και ευημερίας στα πολύπαθα Βαλκάνια, όπου το σχετικό ζωτικό έλλειμμα είναι προφανές και δίπλα μας καλλιεργούνται επιθετικοί τυχοδιωκτισμοί και άνευ αντικρίσματος εθνικισμοί, αυτόχρημα ανιστόρητοι και γελοίοι αλλά εξαιρετικά επικίνδυνοι για την περιοχή."

Τα απόρρητα -έως πρόσφατα- βουλγαρικά έγγραφα προσφέρουν πλούσια και ιδίως εγκυρότατα τεκμήρια προς περαιτέρω έρευνα, μελέτη, αξιοποίηση, ακόμη και πολιτική ανάλυση από κάθε ενδιαφερόμενο. Τα σχόλια και η μετάφραση έγιναν από τον επίκουρο καθηγητή της Νεώτερης Ιστορίας Σπυρίδων Σφέτα, ενώ η έκδοση έγινε αδαπανώς από τον εκδοτικό οίκο των Αδελφών Κυριακίδη.

Στον πρόλογο της (εικόνα κάτω), η Διευθύντρια του Βουλγαρικών Κρατικών Αρχείων Borjana Bužaška αναφέρει:

"Στα χέρια του αναγνώστη βρίσκεται μια έκδοση εγγράφων, καρπός συνεργασίας ειδικών και ερευνητών που ασχολούνται με τις πολιτικές εξελίξεις στα Βαλκάνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό κατέστη δυνατό χάρη στις επαφές που αποκαταστάθηκαν για πρώτη φορά ανάμεσα στα Κρατικά Αρχεία της Βουλγαρίας και στην Εταιρεία Μακεδόνικων Σπουδών (Θεσσαλονίκη, Ελλάδα) και ανταποκρίνεται στη σταθερή πολιτική των Κρατικών Αρχείων, με αφορμή την προετοιμασία εκδόσεων να εντείνουν τις επαφές τους με συγγενή ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα. Η έκδοση περιλαμβάνει ένα μέρος από πολυάριθμα έγγραφα που διατηρούνται στα Αρχεία και αποκαλύπτουν τις περίπλοκες και ταυτόσημες διαδικασίες κατά τη διαμόρφωση της βουλγαρικής πολιτικής στο Μακεδόνικο Ζήτημα. Καθώς συγχαίρω όλους όσους συνέβαλαν ώστε να πραγματοποιηθεί η έκδοση, εύχομαι επιτυχία και εκφράζω τη βεβαιότητα ότι η συνεργασία μεταξύ των δικών μας Κρατικών Αρχείων και της Εταιρείας Μακεδόνικων Σπουδών θα είναι και στο μέλλον επιτυχής και καρποφόρα."



ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σπυρίδωνα Σφέτα

Η στάση της κομμουνιστικής Βουλγαρίας στο Μακεδονικό Ζήτημα
Η στάση που ακολούθησε η κομμουνιστική Βουλγαρία στο Μακεδόνικο Ζήτημα, μετά τη ρήξη του Τίτο με τον Στάλιν, διαμορφώθηκε υπό την επίδραση πολλών και ποικίλων παραγόντων. Καθοριστικοί παράγοντες για τη διαμόρφωση της αναδείχτηκαν το ιδεολογικό σύμπλεγμα που δημιούργησε στα κομμουνιστικά κόμματα η Κομμουνιστική Διεθνής με τη θέση που υιοθέτησε για «μακεδόνικο έθνος» ήδη από το 1934, η ανάγκη να αντιμετωπιστούν δραστικά οι εδαφικές διεκδικήσεις που η Ομόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας ήγειρε με τη συνεπικουρία του Βελιγραδίου επί του βουλγάρικου τμήματος της Μακεδονίας, η αναγνώριση ή η αμφισβήτηση της ύπαρξης «μακεδόνικης μειονότητας» στη Βουλγαρία καθώς και η διακύμανση των διπλωματικών σχέσεων της Σοβιετικής Ένωσης και της Γιουγκοσλαβίας.

Η πολιτική του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος μετά το 1948 επικεντρώθηκε σε μία δύσκολη προσπάθεια σύζευξης της ιδεολογικής παρακαταθήκης «του μακεδονισμού» με τα βουλγαρικά εθνικά συμφέροντα: της διατήρησης της εδαφικής ακεραιότητας της Βουλγαρίας, της απονεύρωσης της θέσης για την ύπαρξη «μακεδόνικης μειονότητας» στο βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας με την επισήμανση των στενών σχέσεων Βουλγάρων και «Μακεδόνων», της άρνησης τελικά της ύπαρξης «μακεδόνικης μειονότητας» στη Βουλγαρία και της αμφισβήτησης της ιστορικότητας του «μακεδόνικου έθνους». Η βουλγαρική στάση στο Μακεδόνικο διήλθε από παλινωδίες και αντιφάσεις, ανάλογα με την πορεία των σοβιετο-γιουγκοσλαβικών σχέσεων, έως ότου αποκρυσταλλωθεί τελικά το 1963.

Το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα αναγνώριζε ήδη από το 1934 την ύπαρξη «μακεδόνικου έθνους», αλλά κατά βάση σε θεωρητικό επίπεδο. Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου δεν διαφοροποιήθηκε επί της ουσίας από την πολιτική που εφάρμοσε η κυβέρνηση του Φίλωφ στο Μακεδόνικο. Καταδίκασε το βουλγαρικό σύστημα διοίκησης στη σερβική Μακεδονία αλλά όχι την πράξη της ένωσης της σερβικής Μακεδονίας με τη Βουλγαρία. Δεν πίστευε ότι υπήρχαν συνθήκες για ένοπλη αντίσταση κατά των γερμανοβουλγαρικών φσιστικών στρατευμάτων, σε καμιά περίπτωση δεν ήταν διατεθειμένο να αποδεχτεί τη μετάλλαξη του Μακεδόνικου από βουλγαρικό σε γιουγκοσλαβικό ζήτημα και είχε την άποψη ότι έπρεπε να παίξει καθοριστικό ρόλο στη λύση του Μακεδονικού. Όταν στις 29 Νοεμβρίου 1945 η Δεύτερη Αντιφασιαστική Συνέλευση της Λαϊκής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (στο Γιάϊτσε της Βοσνίας), ποδηγετούμενη από τον Τίτο και το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας, αποφάσισε την ομοσπονδοποίηση της Γιουγκοσλαβίας και άφησε να εννοηθεί ότι ολόκληρη η Μακεδονία θα εντασσόταν στη νέα γιουγκοσλαβική ομοσπονδία, επιλέγοντας τον Ντημήταρ Βλάχωφ ως εκπρόσωπο της ελληνικής Μακεδονίας και τον Βλαντιμήρ Ποπτόμωφ ως εκπρόσωπο της βουλγαρικής Μακεδονίας, το Πατριωτικό Μέτωπο της Βουλγαρίας αντέδρασε. Η θέση που διακήρυξε το Πατριωτικό Μέτωπο (το αντίστοιχο ΕΑΜ της Βουλγαρίας, που συγκροτήθηκε το 1942 από το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα, τους Σοσιαλδημοκράτες, τη στρατιωτική οργάνωση «Ζβενό» για τη διεξαγωγή αντίστασης στη Βουλγαρία κατά των Γερμανών, αλλά μόλις το 1944 άρχισε να σημειώνει κάποιες επιτυχίες) ήταν «ενιαία, ελεύθερη και κυρίαρχη Μακεδονία». Προκλήθηκε έτσι διένεξη μεταξύ Βουλγάρων και Γιουγκοσλάβων κομμουνιστών. Ο Τίτο απευθύνθηκε στον Δημητρώφ που ήταν στη Μόσχα. Η Κομμουνιστική Διεθνής είχε ήδη διαλυθεί (1943) και στη θέση της λειτουργούσε μία «Σλαβική Επιτροπή», καθώς η Σοβιετική Ένωση καλλιεργούσε ένα πνεύμα σλαβικής αλληλεγγύης στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Με σοβιετική παρότρυνση οι Τίτο και Δημητρώφ συμφώνησαν να μην ανακινούνται στη διάρκεια του πολέμου ζητήματα σχετικά με τα σύνορα και ότι το Μακεδόνικο θα επιλύονταν στο πλαίσιο μίας ομοσπονδίας των Νοτίων Σλάβων.



Στη φωτογραφία ο Τίτο (δεξιά) με τον Δημητρώφ

Μετά την ίδρυση του κράτους των Σκοπίων (2 Αυγούστου 1944), «της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας», και την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας (1944/45) εντάθηκαν οι πιέσεις του Βελιγραδίου και των Σκοπίων στη Βουλγαρία για την ένταξη της βουλγαρικής Μακεδονίας στη γιουγκοσλαβική. Σε αντίθεση με τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, η οποία ήταν διεθνώς αναγνωρισμένη και καταξιωμένη λόγω της αντίστασης κατά των κατοχικών δυνάμεων και της συμβολής της στη συμμαχική νίκη, η Βουλγαρία του Δημητρώφ ήταν μία ηττημένη χώρα, χωρίς ακόμα διεθνή υπόσταση. Έτσι, διαπραγματευόταν με το Βελιγράδι από μειονεκτική θέση και υπό εξωτερική πίεση. Η Βουλγαρία έπρεπε όχι μονάχα να αποδεχτεί τη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» και να αναγνωρίσει την ύπαρξη «μακεδόνικου έθνους» με τους γιουγκοσλάβικους όρους, αλλά και να εκχωρήσει το βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας στη «Λαϊκή Δημοκρατία τη Μακεδονίας» εντός της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας, στο όνομα του «μακεδονισμού».

Ο Δημητρώφ εφάρμοσε μία παρελκυστική τακτική και έθεσε όρους για εδαφικές ανακατατάξεις: 1) αποσαφήνιση του χαρακτήρα του νοτιοσλαβικού κρατικού μορφώματος. Η Γιουγκοσλαβία πρότεινε στη Βουλγαρία να ενταχθεί ως έβδομη Δημοκρατία στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία με τα ίδια δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των άλλων Δημοκρατιών, πράγμα που θα σήμαινε την απορρόφηση της Βουλγαρίας από τη Γιουγκοσλαβία. Η Βουλγαρία όμως δεν ήθελε να απολέσει την κρατική της κυριαρχία και αντιπρότεινε ένα είδος συνομοσπονδίας σε ισότιμη βάση. 2) επιστροφή των «δυτικών επαρχιών», των πόλεων Τσάριμπροντ και Μποσίλεφγραντ που προσάρτησαν οι Σέρβοι από τη Βουλγαρία το 1920 για στρατηγικούς λόγους, για να ελέγχουν τη Σόφια. Σε τελευταία ανάλυση η ικανοποί-ηση των βουλγαρικών εδαφικών διεκδικήσεων επί της Δυτικής Θρά-κης ήταν και ένας επιπλέον όρος για τις παραχωρήσεις της Βουλγαρί-ας. Οι βουλγαρογιουγκοσλαβικές διαφωνίες και οι αγγλικές αντιδράσεις στο ενδεχόμενο ένωσης της Βουλγαρίας με τη Γιουγκοσλαβία, πράγμα που θα συνιστούσε απειλή για την Ελλάδα, είχαν ως αποτέλεσμα την προσωρινή παύση των διαπραγματεύσεων.

Στα Σκόπια πάλι είχε ήδη αρχίσει η διαδικασία της σλαβομακεδονικής «εθνογένεσης» σε αντιβουλγαρική κυρίως βάση. Εξαρθρώθηκαν οι διάφορες βουλγαρικές οργανώσεις που θεωρούσαν τεχνητό το «μακεδόνικο έθνος», oι καταλήξεις των ονομάτων άλλαξαν σε -ovski από -ov (Popovski - Popov), δημιουργήθηκε μία λόγια γλώσσα με βάση τις κεντρικές διαλέκτους, με προσανατολισμό προς το σερβικό αλφάβητο και με απομάκρυνση από το βουλγαρικό, εισήχθησαν πολλές σερβικές λέξεις για αφηρημένες κυρίως έννοιες, ιδρύθηκε μία αυτόνομη ορθόδοξη εκκλησία σε κανονική σχέση με το σερβικό Πατριαρχείο,προπαγανδίστηκε η «ιστορική συνεχεία του μακεδόνικου λαού από το μεσαιωνικό κράτος του Σαμουήλ», προβλήθηκε «η μακεδόνικη Μεγάλη Ιδέα», η ένωση δηλαδή της Μακεδονίας με αφετηρία τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία ως το Πεδεμόντιο της «μακεδόνικης» ενοποίησης.

Τον Ιούνιο του 1946, ενόψει της Συνδιάσκεψης της Ειρήνης των Παρισίων, ο Στάλιν παρενέβη στη βουλγαρογιουγκοσλαβική διένεξη για το Μακεδόνικο. Παρότρυνε τους Βουλγάρους κομμουνιστές να παραχωρήσουν πολιτιστική αυτονομία στο σλαβικό πληθυσμό της βουλγαρικής Μακεδονίας με σκοπό τη «μακεδονοποίησή του», αλλά να μην επιδείξουν βιασύνη στο ζήτημα της ένωσης της βουλγαρικής Μακεδονίας με τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, παρά μονάχα όταν τεθεί ζήτημα επιστροφής των δυτικών επαρχιών (Τσάριμπροντ, Μποσίλεφγκρταντ). Με απόφαση της η Δέκατη Ολομέλεια του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος (9-10 Αυγούστου 1946) αναγνώρισε ακόμα μία φορά επίσημα την ύπαρξη «μακεδόνικου έθνους», θεώρησε τη γιουγκοσλαβική Μακεδονία ως το Πεδεμόντιο της ενοποίησης της Μακεδονίας στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας, αλλά έθεσε τη διαδικασία αυτή σε συνάρτηση με τη σύναψη συνθήκης συμμαχίας μεταξύ Βουλγαρίας - Γιουγκοσλαβίας και με την επιστροφή των δυτικών επαρχιών. Ήταν προφανές ότι η πολιτική του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος διαμορφωνόταν κάτω από εξωτερική πίεση. Η Βουλγαρία προσήγαγε σε δίκη τη VMRO ως «σοβινιστική, αντισοσιαλιστική οργάνωση», διέλυσε τις μακεδόνικες αδελφότητες, τους συλλόγους δηλαδή των Βουλγαρομακεδόνων προσφύγων, παρέδωσε τα λείψανα του μέχρι τότε εθνικού ήρωα των Βουλγάρων, του Γκότσε Ντέλτσεφ, στα Σκόπια και κατήργησε το Μακεδόνικο Επιστημονικό Ινστιτούτο (1947) που ασχολούνταν με την ιστορία των Βουλγάρων της Μακεδονίας. Στην απογραφή του πληθυσμού το Δεκέμβριο του 1946 η περιφερειακή επιτροπή του Πατριωτικού Μετώπου στην Άνω Τζουμαγιά δημοσίευσε εγκύκλιο στην οποία τονιζόταν ότι η εγγραφή του πληθυσμού ως «μακεδόνικου» ήταν η πιο σωστή. Κατά την απογραφή από τους 252.575 κατοίκους της βουλγαρικής Μακεδονίας 160.641 άτομα δηλώθηκαν ως «Μακεδόνες», αλλά μονάχα 28.611 απ’ αυτά δήλωσαν τη «μακεδόνικη» ως μητρική τους γλώσσα. Επίσης, από τις 600.000 προσφυγών από τη Μακεδονία που ζούσαν στη Βουλγαρία μονάχα 8.903 δηλώθηκαν ως «Μακεδόνες». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πληθυσμός στη συντριπτική του πλειοψηφία, είχε βουλγαρική συνείδηση και είχε ενεργήσει υπό την επήρεια φόβου.

Στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης (Αύγουστος 1946 - Φεβρουάριος 1947) η Γιουγκοσλαβία υποστήριξε τις βουλγαρικές διεκδικήσεις επί της Δυτικής Θράκης και παραιτήθηκε από τις βουλγαρικές πολεμικές επανορθώσεις ως αντάλλαγμα για την μέχρι τότε πολιτική της Βουλγαρίας στο Μακεδόνικο. Αλλά η Συνδιάσκεψη της Ειρήνης επιδίκασε τη Δυτική Θράκη στην Ελλάδα (10.2.1947), ενώ το Μάρτιο του 1947 εξαγγέλθηκε η αμερικανική βοήθεια στην Ελλάδα για την αντιμετώπιση του κομμουνισμού. Οι εξελίξεις αυτές κατέστησαν τη Βουλγαρία περισσότερο επιφυλακτική στο Μακεδόνικο, εφόσον ήταν πλέον δύσκολη η εδαφική διέξοδος της στο Αιγαίο. Έτσι, στη βουλγαρο-γιουγκοσλαβική συνδιάσκεψη του Μπλεντ (27 Ιουλίου - 1 Αυγούστου 1947) η βουλγαρική αντιπροσωπεία έθεσε πάλι ως όρο τη συγκρότηση της νοτιοσλαβίας για μια συνολική λύση του Μακεδόνικου. Η μόνη υποχώρηση της Βουλγαρίας ήταν η παραχώρηση πολιτιστικής αυτονομίας στη βουλγαρική Μακεδονία για τη διαμόρφωση «μακεδόνικης» συνείδησης, χωρίς όμως να θιγεί η κρατική κυριαρχία της Βουλγαρίας. Η σχετική απόφαση είχε ως εξής:

«1. Mέχρι της οριστικής διευθέτησης τον ζητήματος της ένωσης τον μακεδόνικου τμήματος της Βουλγαρίας με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, το τμήμα αυτό υπάγεται πλήρως στη δικαιοδοσία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας. Δεν επιτρέπεται καμιά ανάμιξη των οργάνων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στην περιοχή αυτή. Οι επαφές ανάμεσα στη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας και στο μακεδόνικο τμήμα της Βουλγαρίας θα πραγματοποιούνται μέσω των κυβερνήσεων της Ομόσπονδης Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας.

2.  θα ληφθούν όλα τα μέτρα για την εκλαϊκευση στη Βουλγαρία, ιδιαίτερα στο μακεδόνικο τμήμα, των δραστηριοτήτων και των επιτευγμάτων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, όπως και για την εκλαϊκευση στη Γιονγκοσλαβία, ιδιαίτερα στη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, των δραστηριοτήτων και των επιτευγμάτων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και των επιτευγμάτων στο μακεδονικό τμήμα.

3.  Για την πολιτική προσέγγιση τον μακεδόνικου πληθυσμού της Βουλγαρίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας θα οικοδομηθεί στο μακεδόνικο τμήμα μια σειρά πολιτιστικών ιδρυμάτων, όπως μακεδόνικο θέατρο, μακεδόνικη βιβλιοθήκη κλπ., όπως επίσης και θα εισαχθεί στα βουλγαρικά σχολεία του μακεδόνικου τμήματος η εκμάθηση της μακεδόνικης λόγιας γλώσσας και της ιστορίας του μακεδονικού λαού.

4. Και οι δύο κυβερνήσεις συμφωνούν στην αρχή, ότι η ένωση του μακεδόνικου τμήματος με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας θα πραγματοποιηθεί στη βάση μιας μελλοντικής συνθήκης συμμαχίας μεταξύ της Ομόσπονδης Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας με την ταυτόχρονη επιστροφή των δυτικών βουλγαρικών επαρχιών στη Βουλγαρία. Τώρα δεν τίθεται το ζήτημα και δεν διεξάγεται προπαγάνδα για την άμεση ένωση του μακεδόνικου τμήματος της Βουλγαρίας με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας».

Στη Συνδιάσκεψη του Μπλεντ συζητήθηκαν θέματα σχετικά με την υπογραφή συμφώνου φιλίας, συνεργασίας και αμοιβαίας βοήθειας, την τελωνειακή ένωση μεταξύ Βουλγαρίας και Γιουγκοσλαβίας, την αποκατάσταση οδικής και σιδηροδρομικής επικοινωνίας και την ασφάλεια των συνόρων από τις προκλήσεις του μοναρχοφασισμού. Ωστόσο, οι, Τίτο και Δημητρώφ προχώρησαν σε μία σειρά κινήσεων, χωρίς να ενημερώσουν τον Στάλιν. Μονογράφησαν στο Μπλεντ το σύμφωνο φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας. Ο Στάλιν, φοβούμενος αμερικανικά αντίποινα από τη στενή προσέγγιση Βουλγαρίας-Γιουγκοσλαβίας, αντέδρασε έντονα και άσκησε κριτική στον Τίτο και στον Δημητρώφ για τη δημοσιοποίηση του συμφώνου, πριν ακόμα τεθεί σε ισχύ η συνθήκη ειρήνης και η Βουλγαρία αποκτήσει νομική υπόσταση.

«Δεν έπρεπε να δημοσιοποιηθεί η συγκατάθεση για το κείμενο του συμφώνου. Για τη Βουλγαρία και τη Γιουγκουσλαβία μεγαλύτερη βαρύτητα έχει ο εξωτερικός κίνδυνος και όχι ο εσωτερικός. Γενικά είναι εντελώς απαράδεκτο που όλα αυτά έγιναν πριν από την επικύρωση της συνθήκης ειρήνης με τη Βουλγαρία. Οι Αγγλο-Αμερικανοί θα εκμεταλλευτούν το γεγονός αυτό για να αυξήσουν τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ελλάδα και την Τουρκία. Η σοβιετική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να προειδοποιήσει ότι δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη για συμφωνίες μεγάλης σπουδαιότητας που υπογράφτηκαν χωρίς τη συμβουλή της», δήλωσε ο Στάλιν στον Δημητρώφ στις 13 Αυγούστου 1947.

Μόνο μετά την επικύρωση της συνθήκης ειρήνης από την αμερικανική γερουσία έδωσε ο Στάλιν τη συγκατάθεση του για την υπογραφή του βουλγαρο-γιουγκοσλαβικού συμφώνου φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας. Το σύμφωνο υπογράφτηκε στις 27 Νοεμβρίου 1947 στο Ευξείνωφγκραντ (περιοχή Βάρνας).

Στη βουλγαρική Μακεδονία έφθασαν τελικά στη διάρκεια του Δεκεμβρίου 1947 93 δάσκαλοι από τα Σκόπια για τη διδασκαλία της «μακεδόνικης γλώσσας», όπως αυτή κωδικοποιήθηκε στα Σκόπια, ενώ 200 δάσκαλοι από τη βουλγαρική Μακεδονία στάλθηκαν στα Σκόπια για την παρακολούθηση ενός εξαμηνιαίου κύκλου εκμάθησης της «μακεδόνικης γλώσσας» και 100 φοιτητές από τη βουλγαρική Μακεδονία με υποτροφία της κυβέρνησης των Σκοπίων άρχισαν να σπουδάζουν στο Πανεπιστήμιο των Σκοπίων. Άνοιξαν «μακεδόνικα» βιβλιοπωλεία στο Πετρίτσι, στην Άνω Τζουμαγιά, στο Σαντάνσκυ, κινητή βιβλιοθήκη και κινητός κινηματογράφος από τα Σκόπια περιόδευε τη βουλγαρική Μακεδονία, ενώ στην Άνω Τζουμαγιά άρχισε να λειτουργεί και θέατρο με παραστάσεις στη «μακεδόνικη» γλώσσα. Το υπουργείο Παιδείας της Βουλγαρίας πάλι αποφάσισε ορισμένες διορθωτικές παρεμβάσεις στο περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων ιστορίας που τυπώθηκαν μετά την 9η Σεπτεμβρίου 1944. Τις διορθώσεις αυτές έπρεπε να επισημαίνουν οι ντόπιοι δάσκαλοι κατά τη διδασκαλία του μαθήματος της ιστορίας. Για παράδειγμα, το κράτος του Σαμουήλ δεν έπρεπε να ονομάζεται «δυτικό βουλγαρικό κράτος», όπως αναφερόταν στο εγχειρίδιο, αλλά κράτος των Μακεδόνων Σλάβων στο οποίο δεν μπορούσε να υπάρχει εθνική συνείδηση. Οι Κλήμης και Ναούμ, μαθητές των Κυρίλλου και Μεθοδίου, έπρεπε να εξαίρονται ως διαφωτιστές και λόγιοι των Νοτίων Σλάβων και όχι των Βουλγάρων. Οι αδελφοί Μιλαντίνωφ να μην αναφέρονται ως εκπρόσωποι της βουλγαρικής αναγέννησης, αλλά ως ενσαρκωτές των κοινών αγώνων Βουλγάρων και «Μακεδόνων» κατά των Φαναριωτών. Το «μακεδόνικο κίνημα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας» δεν έπρεπε να ερμηνεύεται ως βουλγαρικό εθνικό κίνημα, αλλά ως εκδήλωση συμπάθειας των προοδευτικών κύκλων της Βουλγαρίας προς τους υπόδουλους «Μακεδόνες».

Σύντομα ωστόσο προέκυψαν σοβαρά προβλήματα στις σχέσεις των ντόπιων δασκάλων με τους νεήλυδες από τα Σκόπια. Ντόπιοι Βούλγαροι δάσκαλοι αρνήθηκαν να προβούν στις διορθώσεις που είχε ορίσει το υπουργείο Παιδείας και συνέχιζαν να διδάσκουν την ιστορία της Μακεδονίας ως τμήμα της βουλγαρικής ιστορίας. Έτσι, συχνά προκαλούνταν μία σύγχυση στους μαθητές, όταν στα σχολικά βουλγαρικά εγχειρίδια η ιστορία της Μακεδονίας καταγραφόταν ως αναπόσπαστο μέρος της βουλγαρικής ιστορίας, ενώ οι δάσκαλοι από τα Σκόπια τη δίδασκαν ως αυθύπαρκτη ενότητα. Η συμπεριφορά των δασκάλων από τα Σκόπια υπήρξε γενικά υπεροπτική. Αφαιρούσαν τα πορτραίτα του Δημητρώφ, του Μπότεφ και του Λέσφκυ από τα σχολεία, αφήνοντας μονάχα τα πορτραίτα του Τίτο και του Κολισέφσκυ και προπαγανδίζοντας ότι η ένωση της βουλγαρικής Μακεδονίας με τη γιουγκοσλαβική ήταν ζήτημα χρόνου. Η σερβοποιημένη γλώσσα των Σκοπίων δεν ήταν βέβαια ακατανόητη στις προσωπικές συζητήσεις, αλλά απαιτούνταν η καταβολή προσπάθειας για την εκμάθηση της, ώστε να εκφράζεται κανείς σωστά στο γραπτό και στον προφορικό λόγο. Οι δάσκαλοι από τα Σκόπια μάλιστα προωθούσαν τη βίαιη εκμάθηση της γλώσσας ενόψει της επικείμενης ένωσης.



Αντιπροσωπεία Σοβιετικής Ένωσης - Βουλγαρίας

Ενώ σε τοπικό επίπεδο στη βουλγαρική Μακεδονία υπήρχε μία ατμόσφαιρα έντασης μεταξύ των ντόπιων δασκάλων και των νεήλυδων πεφωτισμένων δασκάλων από τα Σκόπια, χωρίς η Σόφια να παρεμβαίνει δυναμικά, οι σχέσεις της Σοβιετικής Ένωσης με τη Γιουγκοσλαβία εισήλθαν σε μία φάση ψύχρανσης. Μετά την υπογραφή του βουλγαρογιουγκοσλαβικού συμφώνου φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας, ακολούθησε η υπογραφή παρόμοιων συμφωνιών της Γιουγκοσλαβίας με άλλες ανατολικές χώρες. Το ζήτημα της αποστολής γιουγκοσλαβικής μεραρχίας στην Αλβανία με σκοπό τη μελλοντική απορρόφηση της χώρας από τη Γιουγκοσλαβία και η υπερβολική δέσμευση της Γιουγκοσλαβίας στον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο (είχαν διαρρεύσει οι πληροφορίες ότι ο Τίτο σκόπευε να εφοδιάσει το Δημοκρατικό Στρατό με αεροπλάνα) δυσαρέστησαν τον Στάλιν. Οι ανεύθυνες δηλώσεις του Δημητρώφ στη Ρουμανία τον Ιανουάριο του 1947 για μία μελλοντική ομοσπονδία των ανατολικών χωρών στην οποία θα μπορούσε να συμμετάσχει και η «Λαϊκή Δημοκρατία της Ελλάδας!» προκάλεσαν την οργή του Στάλιν. Ο Στάλιν δεν μπορούσε να ανεχθεί μείωση της σοβιετικής επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη και αντιτάχθηκε στην ιδέα της ομοσπονδίας ή συνομοσπονδίας των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης. Ιδιαίτερα η αναφορά του Δημητρώφ στην Ελλάδα, όπου μαινόταν ο εμφύλιος πόλεμος, μπορούσε να ερμηνευθεί ως τεκμήριο ανάμιξης της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας. Ο Στάλιν έβλεπε στο γιουγκοσλαβικό ηγεμονισμό μείωση της σοβιετικής επιρροής στα Βαλκάνια και ενόψει του ψυχρού πολέμου φοβόταν αντιπαράθεση με τους Αμερικάνους, οι οποίοι διέθεταν την ατομική βόμβα, καθόσον οι δηλώσεις του Τίτο και του Δημητρώφ μπορούσαν να ερμηνευτούν ως έχουσες τη συγκατάθεση της Σοβιετικής Ένωσης. Έτσι, στη σοβιετο-βουλγαρογιουγκοσλαβική συνάντηση της 10ης Φεβρουαρίου 1948 στο Κρεμλίνο ο Στάλιν άσκησε οξεία κριτική τόσο στη βουλγαρική όσο και στη γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία και απαίτησε τη σοβιετική γνωμοδότηση για διεθνή θέματα που αφορούσαν στις δυο χώρες. Από τη βουλγαρική αντιπροσωπεία ο Δημητρώφ παραδέχτηκε το λάθος του για τις δηλώσεις σχετικά με την ομοσπονδία της Ανατολικής Ευρώπης και τόνισε ότι στο Μπλεντ δεν υπέγραψε κανένα σύμφωνο με τον Τίτο, αλλά απλά οι δυο ηγέτες μονόγραψαν το κείμενο του μελλοντικού συμφώνου. Ο Τράϊτσο Κοστώφ πάλι προσπάθησε να καλύψει τον Δημητρώφ.

«Είναι πολύ δύσκολο να είσαι μικρή και υπανάπτυκτη χώρα. Αν θέτουμε το ζήτημα της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ των βαλκανικών χωρών, του συντονισμού των προγραμμάτων τους, είναι γιατί έχουμε ανάγκη της αλληλοβοήθειας για να μπορέσουμε να επιταχύνουμε την οικονομική μας ανάπτυξη».

Ιδιαίτερα επικριτικός στάθηκε ο Στάλιν έναντι της γιουγκοσλαβικής ηγεσίας σχετικά με την απόφαση της για αποστολή μεραρχίας στην Αλβανία, όταν εκκρεμούσε ακόμα η υπόθεση του επεισοδίου της Κέρκυρας και ήταν γνωστή η αγγλο-αμερικανική πολιτική έναντι της κυβέρνησης Χότζα (ανατροπή του Χότζα).

«Πόσο εύκολα λύνεται το ζήτημα από τους Γιουγκοσλάβους συντρόφους! Κατά τη διάρκεια του πολέμου τα τρία συμμαχικά κράτη ανακήρυξαν την ανεξαρτησία της Αλβανίας και δήλωσαν ότι θα την υποστηρίξουν. Από όλους τους κόμβους της πάλης ανάμεσα στην αντίδραση και τη δημοκρατία ο αλβανικός κόμβος είναι το πιο αδύναμο σημείο. Η Αλβανία δεν είναι ακόμα δεκτή στον ΟΗΕ. Οι Αγγλο-Αμερικανοί δεν την αναγνωρίζουν. Το ζήτημα εκεί παραμένει ανοικτό. Μόνο από την άποψη τον διεθνούς δικαίου η Αλβανία είναι ανυπεράσπιστη. Αν ο Τίτο εγκαταστήσει εκεί μια μεραρχία ή μόνο ένα σύνταγμα, αυτό δεν θα διαφύγει της προσοχής της Αμερικής και της Αγγλίας. Θα αρχίζουν να φωνάζουν ότι η Αλβανία έχει καταληφθεί. Μήπως άραγε η Αλβανία απευθύνθηκε δημόσια στη Γιουγκοσλαβία για βοήθεια! Και τότε η Αγγλία και η Αμερική θα εμφανιστούν στο ρόλο των προστατών της αλβανικής ανεξαρτησίας. Ποιος άλλος, εκτός από έναν τρελό, θα καθίσει να συγκροτήσει ένα μέτωπο που είναι ολοφάνερα χωρίς προοπτική; Τώρα πρέπει να ενισχυθεί η οργάνωση του αλβανικού στρατού, να του δοθούν εκπαιδευτές, οπλισμός. Μετά απ’ αυτό, αν η Αλβανία δεχτεί επίθεση, θα πρέπει να απευθυνθεί για βοήθεια στη Γιουγκοσλαβία. Διαφορετικά η Γιουγκοσλαβία θα εμφανιστεί ως κράτος που καταλαμβάνει ένα ανεξάρτητο κράτος. Και τότε είναι απολύτως δυνατή η στρατιωτική επέμβαση. Τα αμερικανικά πλοία, οι βάσεις περιμένουν. Αυτή θα είναι η πιο άνετη και η πιο ευνοϊκή θέση για την Αμερική. Πολύ απλά λύνετε αυτά τα ζητήματα, αλλά είναι περίπλοκα. Αν οι Έλληνες αντάρτες συντριφτούν, εσείς θα αρχίσετε τον πόλεμο;».

O Στάλιν δεν τάχθηκε υπέρ του άμεσου τερματισμού του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, στράφηκε όμως κατά της υπερβολικής εμπλοκής της Γιουγκοσλαβίας στις ελληνικές υποθέσεις στο βαθμό που θα διαταράσσονταν οι, αμερικανοσοβιετικές σχέσεις. Ο εμφύλιος στην Ελλάδα κατά τη γνώμη του, ήταν καταδικασμένος να αυτοαναλωθεί.

Ο Τίτο δεν παραβρέθηκε στη συνάντηση της 10ης Φεβρουαρίου 1948, προαισθανόμενος την κριτική του Στάλιν. Η κριτική του σοβιετικού ηγέτη ισοδυναμούσε με αποδοκιμασία της γιουγκοσλαβικής βαλκανικής πολιτικής. Επιπλέον, ήταν εμφανείς οι προσπάθειες του Στάλιν να ελέγξει τη Γιουγκοσλαβία είτε οικονομικά μέσω της ίδρυσης μικτών σοβιετο-γιουγκοσλαβικών εταιρειών είτε πολιτικά, επιλέγοντας το Βελιγράδι ως έδρα της Κομινφόρμ. Έτσι, άρχισε η σοβιετο-γιουγκοσλαβική προσέγγιση που αποκορυφώθηκε με την αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Κομινφόρμ στις 28 Ιουνίου 1948. Κυρία αιτία της ρήξης ήταν η πολιτική ηγεμονισμού του Τίτο στα Βαλκάνια. Η Γιουγκοσλαβία επιβίωσε, όπως είναι γνωστό, με ισχυρή αμερικανική βοήθεια με ανταλλάγματα την παύση της παροχής βοήθειας προς το Δημοκρατικό Στρατό, την υπογραφή το 1953/54 του Βαλκανικού Συμφώνου, τη συναίνεση σε μία λύση του ζητήματος της Τεργέστης και την παραίτηση από τη διεκδίκηση της Καρινθίας και της Τεργέστης.




Αντιπροσωπεία Βουλγαρίας - Γιουγκοσλαβίας
Ο Ζίφκωφ (κέντρο αριστερά) με τον Τίτο (κέντρο δεξιά)

Η αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από την Κομινφόρμ είχε άμεση αντανάκλαση και στην πολιτική του Βουλγάρικου Κόμματος σχετικά με το Μακεδόνικο που χαρακτηριζόταν πλέον από μία σύζευξη βουλγάρικου εθνικισμού και μαρξιστικού διεθνισμού. Η Βουλγαρία απέλασε τους δασκάλους των Σκοπίων από τη βουλγαρική Μακεδονία και καθιέρωσε ως προαιρετική τη διδασκαλία της σλαβομακεδονικής από ντόπιους δασκάλους, έθεσε υπό έλεγχο την περιοχή, διέταξε την επιστροφή των Βουλγάρων φοιτητών που σπούδαζαν στα Σκόπια και κατήγγειλε τις συμφωνίες που υπέγραψε με τη Γιουγκοσλαβία. Δεν αρνήθηκε φανερά την ύπαρξη «μακεδόνικου έθνους» και «Μακεδόνων» στη Βουλγαρία, αλλά με απόφαση της 16ης Ολομέλειας του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος (12.7.1948) έθεσε το αίτημα του σεβασμού των δικαιωμάτων της βουλγαρικής μειονότητας στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, δηλαδή των ατόμων εκείνων που είχαν ακραιφνή βουλγαρική συνείδηση και αντιστέκονταν στη «μακεδονοποίηση», ενώ στην εισήγηση του ο Δημητρώφ στο Πέμπτο Συνέδριο του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος (19.12.1948) καταδίκασε την πολιτική της βίαιης «μακεδονοποίησης» και εκρίζωσης του βουλγαρισμου στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, χαρακτήρισε την ιδέα της βουλγαρο-γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας ως μία προσπάθεια της κλίκας του Τίτο να απορροφήσει τη Βουλγαρία, τάχθηκε κατά της απόσχισης της βουλγαρικής Μακεδονίας από τη σύσταση του βουλγάρικου κράτους, ενώ σχετικά με τους «Μακεδόνες» της Βουλγαρίας τόνισε ότι αυτοί ήταν συνδεδεμένοι πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά με το βουλγαρικό λαό και γνώριζαν καλά τη βουλγαρική γλώσσα. Πέρα από τα ιδεολογικά προσχήματα, επί της ουσίας η πολιτική του κόμματος ισοδυναμούσε με μία πλήρη απονεύρωση των συστατικών του «μακεδόνικου έθνους». Με την ανακίνηση ζητήματος βουλγαρικής μειονότητας στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα υπονόμευσε τη διαδικασία της εθνογένεσης. Με την ίδια λογική θα μπορούσαν να ζητήσουν δικαιώματα οι Σερβομάνοι, ή οι Γραικομάνοι. Δεν κατέβαλε καμιά προσπάθεια για τη διδασκαλία της «μακεδόνικης γλώσσας» είτε όπως αυτή είχε κωδικοποιηθεί στα Σκόπια είτε δημιουργώντας μία νέα γλώσσα, εγγύτερα στη λόγια βουλγαρική γλώσσα.

Το Βουλγαρικό Κομμουνιστικό Κόμμα στην Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Ιανουαρίου 1950 συζήτησε διεξοδικά την πολιτική της «πολιτιστικής αυτονομίας» του 1947/48 και επέρριψε έμμεσα ευθύνη στον Κρστγιου Στόϊτσεφ, γραμματέα της περιφερειακής κομματικής επιτροπής της Άνω Τζουμαγιάς, για την ενδοτικότητα του έναντι των πρακτόρων των Σκοπίων, επιβάλλοντας του την ποινή του αποκλεισμού από την υποψηφιότητα για μέλος της Κεντρικής Επιτροπής. Ο Στόϊτσεφ ανταπάντησε ότι η ευθύνη ήταν συλλογική (έγγραφο 1). Η Σόφια προέβη σε διαβήματα προς το Βελιγράδι για την απαγόρευση εισόδου στη βουλγαρική επικράτεια Βουλγάρων πολιτών που διαβιούσαν στη Γιουγκοσλαβία, όπως και Σλαβομακεδόνων προσφυγών από το ελληνικό τμήμα της Μακεδονίας που είχαν συγγενείς στη Βουλγαρία και επιθυμούσαν να εγκατασταθούν εκεί (έγγραφο 2). Στη διάσκεψη των μακεδόνικων πολιτιστικών-μορφωτικών συλλόγων της Βουλγαρίας (Απρίλιος 1950) καταδικάστηκε τόσο η προδοτική στάση της ομάδας των Τίτο-Κολισέφσκυ, που «παρέδωσε τη Μακεδονία στον αγγλο-αμερικανικό ιμπεριαλισμό και τη φασιστική τρομοκρατία», όσο και η πολιτική των Ελλήνων μοναρχοφασιστών «που έθεσαν ως σκοπό την εξόντωση του μακεδόνικου λαου» (έγγραφο 3). Το «μακεδόνικο έθνος» χαρακτηρίστηκε από τον Κρ.Τρίσκωφ ως σοσιαλιστικό έθνος, δεν ανιχνεύτηκαν καταβολές του στην Αρχαιότητα και στο Μεσαίωνα και κρίθηκε ανιστόρητη η αντιπαράθεση «Βουλγάρων και Μακεδόνων» (έγγραφο 4). Η αντιγιουγκοσλαβική εκστρατεία του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος εμφάνισε μια κλιμάκωση. Απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος καλούσε τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας να εξεγερθούν κατά του Τίτο και χαρακτήριζε το βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας ως τη μόνη ελεύθερη περιοχή (έγγραφο 5). Αλλά, όπως αναφέρθηκε, η διάκριση «Βουλγάρων και Μακεδόνων» στο βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας είχε αποκλειστικά θεωρητική σημασία. Το κόμμα επέτρεπε τη διοργάνωση χορών και φολκλορικών εκδηλώσεων, όπου εξυμνούνταν οι αγώνες του Γιάνε Σαντάνσκυ και του Γκότσε Ντέλτσεφ, αλλά επίσημη γλώσσα θα ήταν η βουλγαρική, οι «Μακεδόνες» δεν θα είχαν δικές τους κομματικές οργανώσεις. Τη «στενόκαρδη» αυτή πολιτική του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος έναντι των «Μακεδόνων» επισήμανε η οργάνωση «Ίλιντεν», διάδοχη του ΝΟΦ, που ιδρύθηκε το 1952 στην Πολωνία με κύριο στόχο την υπονόμευση της κυριαρχίας του Τίτο στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία (έγγραφα 6, 7).

Η σοβιετο-γιουγκοσλαβική προσέγγιση του 1955/56, απόρροια της πολιτικής του Χρουστσώφ να αποτρέψει τη στενότερη πρόσδεση της Γιουγκοσλαβίας στο δυτικό κόσμο και κυρίως την ένταξη της στο NATO, επέδρασε μοιραία στις βουλγαρο-γιουγκοσλαβικές σχέσεις και στη μακεδόνικη πολιτική της Βουλγαρίας. Η αντιγιουγκοσλαβική εκστρατεία της Σόφιας ατόνησε. Στην απογραφή του 1956, πάλι, με κομματική εντολή, 180.000 περίπου άτομα δηλώθηκαν «ως Μακεδόνες», πράγμα που έδινε στη γιουγκοσλαβική πλευρά το «δικαίωμα» επέμβασης στα εσωτερικά της Βουλγαρίας. Εκφράστηκε από βουλγαρικής πλευράς ο φόβος μήπως το Βελιγράδι και τα Σκόπια θέσουν όχι μονάχα ζήτημα σεβασμού των δικαιωμάτων της «μακεδόνικης μειονότητας» στη Βουλγαρία με τους γιουγκοσλάβικους όρους, αλλά και εδαφικές διεκδικήσεις (έγγραφο 8). Η Σόφια εκτοπιζόταν σε αμυντικές θέσεις (έγγραφα 9, 10). Η νέα ψύχρανση των σοβιετογιουγκοσλαυικών σχέσεων το 1957/59- απόρροια της καταδίκης της σοβιετικής επέμβασης στην Ουγγαρία από τον Τίτο, της εκτέλεσης του Ούγγρου πρωθυπουγού Ίμρε Νάγκυ από τους Σοβιετικούς και της άρνησης της Γιουγκοσλαβίας να αναγνωρίσει τον ηγεμονικό ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης- επηρέασε τις βουλγαρο-γιουγκοσλαβικές σχέσεις και είχε ως αποτέλεσμα μία νέα αντιγιουγκοσλαβική εκστρατεία της Σόφιας (έγγραφα 10, 11, 12). Ωστόσο, η νέα ψύχρανση των σοβιετο-γιουγκοσλαβικών σχέσεων δεν είχε την ένταση του παρελθόντος και το 1961/62 σημειώθηκε μία αισθητή σοβιετο-γιουγκοσλαβική προσέγγιση. Η Γιουγκοσλαβία στήριξε τη Σοβιετική Ένωση στο ζήτημα της απύραυλης Βαλκανικής και στην κρίση του Βερολίνου (1958-1961), καταδίκασε τον τυχοδιωκτισμό της Κίνας και τον αμερικανικό κατασκοπευτικό πόλεμο κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Το Βαλκανικό Σύμφωνο του 1953/54 είχε πλέον μονάχα μία τυπική πολιτική σημασία. Η Μόσχα αποδέχτηκε το γιουγκοσλαβικό δρόμο προς το σοσιαλισμό (αυτοδιαχείριση των εργατών, αδέσμευτη εξωτερική πολιτική) και χορήγησε χαμηλότοκα δάνεια στη Γιουγκοσλαβία. Το νέο κλίμα στις σοβιετο-γιουσλαβικές σχέσεις επιβεβαιώθηκε κατά την πολυήμερη επίσκεψη του Τίτο στη Σοβιετική Ένωση τον Δεκέμβριο του 1962.



Τσρβενκόφσκι (αριστερά) με Τίτο

Στη Βουλγαρία αναβίωσαν πάλι οι φόβοι για εδαφικές διεκδικήσεις της Γιουγκοσλαβίας επί του βουλγάρικου τμήματος της Μακεδονίας. Έτσι, στη Σόφια τέθηκε επί τάπητος το ζήτημα της χάραξης μίας σταθερής πολιτικής στο Μακεδονικό, ανεξάρητητα από τις διακυμάνσεις των σοβιετογιουγκοσλαβικών σχέσεων. Ο Τόντωρ Ζίφκωφ, γενικός γραμματέας του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος και Πρωθυπουργός της Βουλγαρίας, συγκάλεσε, τον Μάρτιο του 1963, την Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος. Οι αποφάσεις της έθεσαν σε μία ρεαλιστική βάση το Μακεδόνικο ζήτημα για τη Βουλγαρία. Το «μακεδόνικο έθνος» δεν είχε ιστορικές καταβολές ούτε στην Αρχαιότητα ούτε στο Μεσαίωνα ούτε στον 19° αιώνα. Συνθήκες για τη μετάλλαξη των Βουλγάρων σε «Μακεδόνες» υπήρχαν στο σερβικό τμήμα της Μακεδονίας, όπου ο πληθυσμός χρησιμοποιούσε τον όρο «Μακεδόνες» αντί για Βουλγάρους για μην εκτίθεται στα καταπιεστικά μέτρα των Σέρβων και τελικά ταύτισε τη μοίρα του με τους γιουγκοσλάβικους λαούς. Υπήρχε «σλαβο»μακεδονική συνείδηση στη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», αλλά ήταν απαράδεκτη η θεμελίωση του «μακεδόνικου έθνους» σε αντιβουλγαρική βάση και η διαστρέβλωση της βουλγαρικής ιστορίας από τους ιστορικούς των Σκοπίων. Η Ολομέλεια χαρακτήρισε εσφαλμένη την πολιτική του κόμματος στο Μακεδόνικο την περίοδο 1944-48 και έθεσε οριστικό τέλος σε κάθε αναφορά σε «μακεδόνικη» μειονότητα στη Βουλγαρία (έγγραφο 13). Πάνω στους άξονες αυτούς κινήθηκε η Βουλγαρία του Ζίφκωφ, ο οποίος έθετε επιπλέον και ζήτημα Βουλγάρων στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία (έγγραφα 14, 15, 16, 17, 18). Τελικά, υπήρξε μία άτυπη συμφωνία μεταξύ της βουλγαρικής ηγεσίας και της ηγεσίας των Σκοπίων το 1967 να μην ανακινούνται τέτοια ζητήματα κατά τις διμερείς συναντήσεις, αλλά τον κύριο λόγο να έχει η ιστορική επιστήμη (έγγραφα 19, 20). Έτσι, η Βουλγαρία ανήγαγε σε εθνική αποστολή τη διαφώτιση της βουλγαρικής κοινής γνώμης σχετικά με τις βουλγαρικές ιστορικές διαστάσεις του Μακεδόνικου και την αντιβουλγαρική προπαγάνδα των Σκοπίων (έγγραφο 21).

Η νέα κρίση στις σοβιετο-γιουγκοσλαβικές σχέσεις, μετά την εισβολή των χωρών του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία (Αύγουστος 1968), έδωσε στη Βουλγαρία την ευκαιρία να υψώσει τους τόνους έναντι της Γιουγκοσλαβίας. Ο Τίτο παρείχε ηθική υποστήριξη στον Αλεξάντερ Ντούμπτεσκ, καταδίκασε τη σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία και το «δόγμα Μπρέζνιεφ» για την περιορισμένη κυριαρχία των σοσιαλιστικών χωρών και κατηγόρησε έμμεσα τη Σοβιετική Ένωση για ηγεμονισμό. Αντιπροσωπεία της Γιουγκοσλαβίας που επισκέφθηκε τη Μόσχα τον Ιούνιο του 1970 υπέστη την οξεία κριτική του Πρωθυπουργού της Σοβιετικής Ένωσης, Αλεξέϊ Κοσύγκιν, ο οποίος κατηγόρησε τη Γιουγκοσλαβία για καιροσκοπική πολιτική με τους ελιγμούς της μεταξύ Ανατολής-Δύσης και, υπαινισσόμενος το «δόγμα Μπρέζνιεφ», δήλωσε ότι η Σοβιετική Ένωση δεν θα επιτρέψει να απειληθούν τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού στην Ευρώπη και θα επέμβει «αν κάποιος επιτεθεί στη Γιουγκοσλαβία».

Το Νοέμβριο του ιδίου έτους, όταν γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία υπό τον Βέλκο Βλάχοβιτς επισκέφθηκε τη Σόφια, το Μακεδόνικο ζήτημα κατείχε κεντρική θέση στις συζητήσεις. Η βουλγαρική πλευρά επανέλαβε τις θέσεις της: Δεν υπήρξε στο Μεσαίωνα «μακεδόνικη εθνότητα» που αργότερα εξελίχθηκε σε έθνος, επρόκειτο για μία βουλγαρική ιστορική παράδοση, υπήρχε η Σοσιαλιστική Ομόσπονδη Δημοκρατία της Μακεδονίας, ο πληθυσμός εκεί αποτελούσε μέρος του βουλγάρικου έθνους και για συγκεκριμένους λόγους αποκτήσει «μακεδόνικη συνείδηση». «Κάντε ό,τι θέλετε, αλλά όχι σε αντιβουλγαρική βάση. Δεν αρνούμαστε ότι εκεί διαμορφώθηκε μακεδόνικος λαός, αμφισβητούμε το παρελθόν, το πότε δηλαδή το μακεδόνικο έθνος οικοδομήθηκε ως έθνος. Αυτή η διαδικασία κινείται σε αντιβουλγαρική βάση. Δεν θέλουμε να γίνουμε οι προστάτες του μακεδόνικου λαού, δεν είμαστε τόσο ανόητοι ώστε να μην αναγνωρίζουμε τη Μακεδονία ως πραγματικότητα, αναγνωρίζουμε τη διαδικασία διαμόρφωσης μακεδόνικης συνείδησης» επισήμανε ο Μπόρις Βέλτσεφ. Η Βουλγαρία είχε ήδη εισαγάγει την 3η Μαρτίου, επέτειο της υπογραφής της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου το 1878, ως νέα εθνική εορτή. Το Ίλιντεν εορταζόταν παραδοσιακά.



Αντιπροσωπεία Σοβιετικής Ένωσης - Γιουγκοσλαβίας, 1976

Σύντομα ωστόσο επήλθε μία νέα σοβιετο-γιουγκοσλαβική προσέγγιση. Επισκεπτόμενος το Βελιγράδι τον Σεπτέμβριο του 1971 ο Μπρέζνιεφ πρότεινε στον Τίτο την υπογραφή ενός συμφώνου φιλίας, χωρίς αυτό να σημαίνει ένταξη της Γιουγκοσλαβίας στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας, και δήλωσε κατηγορηματικά ότι το «δόγμα Μπρέζνιεφ» δεν είχε ισχύ στη γιουγκοσλαβική περίπτωση. Τα αίτια της σοβιετικής αναδίπλωσης ήταν κυρίως εξωτερικής φύσης. Ο Μπρέζνιεφ ανησυχούσε για την αύξηση της αμερικανικής επιρροής στη Γιουγκοσλαβία λόγω της παρατεινόμενης σοβιετο-γιουγκοσλαβικής ψύχρανσης. Η επίσκεψη του Προέδρου Νίξον στη Γιουγκοσλαβία (20.9.-2.10.1970), η πρώτη επίσκεψη αμερικάνου Προέδρου, θορύβησε τη Μόσχα. Με την Κίνα, τον αναδυόμενο νέο κομμουνιστικό πόλο, η Γιουγκοσλαβία είχε αναβαθμίσει τις σχέσεις της σε επίπεδο πρεσβευτών (17 Αυγούστου 1970), σε μία περίοδο που η σινοσοβιετική ρήξη ήταν στο αποκορύφωμα της και η αμερικανο-κινεζική προσέγγιση αισθητή. Άμεση επιδίωξη της Μόσχας ήταν η εξασφάλιση της χρήσης του εναερίου χώρου της Γιουγκοσλαβίας, αλλά και των αεροδρομίων της, για τα σοβιετικά αεροπλάνα που είχαν προορισμό τη Μέση Ανατολή. Μετά τον πόλεμο των έξι ημερών το 1967 και το θάνατο του Νάσερ το 1970 η Σοβιετική Ένωση ήθελε να παρακολουθεί τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, ενώ επιδίωκε την κατασκευή και μίας ναυτικής βάσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Γιουγκοσλαβία τηρούσε μία παραδοσιακή φιλοαραβική στάση και είχε διακόψει τις σχέσεις της με το Ισραήλ το 1967. Τέλη Σεπτεμβρίου - αρχές Οκτωβρίου 1973 ο Κοσύγκιν επισκέφθηκε το Βελιγράδι. Είχε επιτευχθεί συμφωνία για τη χορήγηση σοβιετικού δανείου ύψους 45 εκτ. δολλαρίων για την ανάπτυξη της βιομηχανίας και της μεταλλουργίας της Γιουγκοσλαβίας. Ανταποδίδοντας την προσφορά, η Γιουγκοσλαβία παραχώρησε τον εναέριο χώρο της και τα αεροδρόμια της στα σοβιετικά αεροπλάνα κατά τον πόλεμο του Γιομ-Κιπουρ (Οκτώβριος 1973). Στα μέσα Νοεμβρίου 1973 ο Τίτο επισκέφθηκε τη Μόσχα, έτυχε θερμής υποδοχής και στο κοινό ανακοινωθέν τονίστηκε η σοβιετο-γιουγκοσλαβική συνεργασία στον πολιτικό, οικονομικό, επιστημονικό και τεχνολογικό τομέα.



Ο Τίτο με τον Μπρέζνιεφ (αριστερά) κατά την επίσκεψη του δευτέρου στο Βελιγράδι

Νέα κρίση στις σοβιετο-γιουγκοσλαβικές σχέσεις δεν προκλήθηκε, όπως αποδεικνύουν το ταξίδι του Μπρέζνιεφ στο Βελιγράδι (Νοέμβριος 1976) και οι δυο επισκέψεις του Τίτο στη Σοβιετική Ένωση, τον Αύγουστο του 1977 και τον Μάιο του 1979. Η Γιουγκοσλαβία εξασφάλιζε από τη Σοβιετική Ένωση πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Η Βουλγαρία ωστόσο δεν μετέβαλε τη στάση της στο Μακεδόνικο μέχρι τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Από το 1991/92 μάλιστα υποστηρίζει ότι Βούλγαροι και «Μακεδόνες» έχουν κοινές ρίζες, κοινό παρελθόν, πράγμα που προοιωνίζεται ίσως και ένα κοινό μέλλον.

***


Στη συνέχεια παραθέτουμε ορισμένα από τα απόρρητα έγγραφα, ψηφιοποιημένα από το MacedoniaHellenicLand.EuΟι αναγνώστες μπορούν να κατεβάσουν ολόκληρο το βιβλίο με αυτούσια τα βουλγαρικά έγγραφα εδώ (αρχείο pdf - 8,19 ΜΒ)


ΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ

1. Από τα Πρακτικά της Ολομέλειας της ΚΕ του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος (16-17 Ιανουαρίου 1950) - Ομιλία του Κρστιγιου Στόϊτσεφ1

Κρστγιου Στόϊτσεφ: Αρκετά πράγματα μας έκαναν εντύπωση. Οι οπαδοί του Τίτο και του Κολισέφσκυ μας συμπεριφέρονταν αλαζονικά, επειδή ήμασταν στελέχη διαπαιδαγωγημένα από το Βουλγαρικό κόμμα και νόμιζαν ότι μπορούν να έχουν ιδιαίτερα υπεροπτική συμπεριφορά απέναντί μας. Εμείς τους δικαιολογούσαμε, λόγω του γεγονότος ότι αγωνίστηκαν περισσότερο από εμάς, και γι’ αυτό είχαν το δικαίωμα αυτό, αν και παρατηρούσαμε ότι οι σοβιετικοί σύντροφοι, οι οποίοι πάλεψαν περισσότερο από όλους, δεν συμπεριφέρονταν έτσι. Η συνεχής περιφρόνηση του αγώνα του βουλγάρικου λαού, η απαγόρευση κυκλοφορίας βουλγαρικών εφημερίδων, η έλλειψη πορτραίτων του συντρόφου Δημητρώφ ήταν ζητήματα για τα οποία ρωτήσαμε μια φορά τον Λάζαρ Κολισέφσκυ. Αυτός απάντησε πολύ αυταρχικά ότι δεν είναι περίεργο πως δεν υπάρχει το πορτραίτο του συντρόφου Δημητρώφ, αλλά όσον αφορά στο πορτραίτο του Τίτο δεν πρέπει να απορούμε, διότι υπάρχει σε όλο τον κόσμο. Προβλήθηκε το σύνθημα μόνο ο Τίτο και κανένας άλλος. Εμείς το ερμηνεύαμε σαν κατάλοιπο του αγώνα εναντίον του βασιλιά Πέτρου και δεν θεωρούσαμε πως στρεφόταν κατά του Δημητρώφ και του Στάλιν. Θεωρούσαμε όλα αυτά έργο μεμονωμένων ατόμων. Και δεν καταφέραμε να καταλάβουμε πως αυτό είναι μία συνεπής, εθνικιστική και εχθρική πολιτική. Δεν δώσαμε σημασία σε πολλές προειδοποιήσεις του λαού, ο οποίος εξέφραζε την αγανάκτηση του για τέτοια συνθήματα, για τις πράξεις των απεσταλμένων του Τίτο. Ο λαός αντιδρούσε παντού. Εμείς τείναμε περισσότερο να πιστεύουμε πως αυτό ήταν το χέρι της αντίδρασης, ενώ ουσιαστικά ήταν η σωστή διαίσθηση του λαού. Σε τέτοια πράγματα δεν δίναμε σημασία.

Έρχεται ο Μασλάρωφ2 στο Ραζλόγκ και δεν δίνει σημασία στους συντρόφους μας και στους συγγενείς τους, αλλά πάντα στους εξέχοντες εμπόρους. Τότε κανείς δεν προειδοποιούσε γι' αυτό. Ένας από τους εμπόρους είπε: «Ο Ιβάν Μασλάρωφ δεν είναι με το τωρινό καθεστώς». Εμείς το αγνοήσαμε περιφρονητικά και θεωρήσαμε πως ο εχθρός θέλει να ενσπείρει έριδες. Δεν δίναμε αρκετές πληροφορίες για όλα όσα συνέβαιναν σε μας και αυτό ήταν μία μεγάλη παράλειψη μας. Ένα από τα συμπεράσματα για τη μελλοντική μας δουλειά είναι ότι πρέπει να ενημερώνεται η ΚΕ για όλα όσα παρατηρούνται. Εγώ σχεδόν καθόλου δεν έδινα πληροφορίες, αλλά αυτό γινόταν τυχαία και όχι εσκεμμένα.

Θεωρώ πως όταν μιλάμε για τη δράση μας εκεί, δεν πρέπει να λησμονούμε και την ευθύνη που έχει γενικά η Κεντρική Επιτροπή. Όσον αφορά σ’ αυτό, πιστεύω πως η ΚΕ δεν δούλεψε αρκετά στην περιοχή του Πιρίν. Ο σύντροφος Ποπτόμωφ3 προώθησε τις αποφάσεις του Γραφείου Πληροφοριών και, της Δέκατης Έκτης Ολομελείας σε περιφερειακή σύσκεψη στην Άνω Τζουμαγιά.4 Ο Ποπτόμωφ άσκησε έντονη κριτική στην επιτροπή της περιοχής, στα πλέον υπεύθυνα άτομα και ιδιαίτερα σε μένα· η κριτική αυτή, αν και ήταν αρκετά πικρή, με βοήθησε να σκεφτώ τη σοβαρότητα αυτών των λαθών, αλλά ο σύντροφος Ποπτόμωφ δεν άσκησε σχεδόν καμία αυτοκριτική στην ΚΕ, ίσως επειδή δεν συμφωνούσε με κάποιες διατάξεις και οδηγίες. Η διαφωνία του όμως δεν αποκλείει την άσκηση αυτοκριτικής. Δεν αρκεί μόνο αυτό που λέει - ότι φυσικά τη μεγαλύτερη ευθύνη έχει η ΚΕ. Εγώ θεωρώ ότι η ΚΕ σφάλλει όχι μόνο στο ότι δεν είδε τι υπάρχει στην περιοχή του Πιρίν, αλλά και στις λανθασμένες διατάξεις και οδηγίες. Ο σύντροφος Ποπτόμωφ στην εισήγηση του στην Δέκατη Ολομέλεια πήρε τη θέση της νοτιοσλαβικής ομοσπονδίας. Πιστεύω ότι η Δέκατη Ολομέλεια σε μεγάλο βαθμό ενέδωσε στην πίεση του Τίτο η οποία ασκήθηκε στην δική μας ΚΕ. Οι αποφάσεις της Δέκατης Ολομέλειας επιτρέπουν την ένωση του μακεδόνικου λαού σε μακεδόνικο κράτος στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο. Βεβαίως, υπάρχει εξήγηση - τελωνειακή συμφωνία κ.α., κ.α. Εμείς τόση προσπάθεια καταβάλλαμε για να επιτευχθεί η ένωση, ενώ οι άνθρωποι μας ρωτούσαν: θα είναι ομοσπονδία; Αλλά δεν υπάρχει ομοσπονδία στις αποφάσεις. Δεν ήταν τυχαίο που ο Ιβανόφσκυ στέλνει ένα τηλεγράφημα από τα Σκόπια: «Νίκη» και ο Ζαμφιρόφσκυ πανηγύριζε, αν και δεν ήταν ακριβώς έτσι όπως ήθελαν αυτοί, αλλά η Δέκατη Ολομέλεια είναι μία νίκη.5 Μία τέτοια στάση σαν αυτή που εξέφρασε ο σύντροφος Ποπτόμωφ δεν είναι σωστή - ότι εκεί οι υπεύθυνοι άνθρωποι τη διαστρέβλωσαν. Τη διαστρεβλώσαμε εμείς με την διάταξη στο πλαίσιο της ομοσπονδίας. Ο σύντροφος Τσερβένκωφ6 θα θυμηθεί την προκήρυξη εκείνη η οποία έλεγε ότι το Πατριωτικό Μέτωπο θα δώσει τη δυνατότητα και στον πληθυσμό της περιοχής του Πιρίν να ενωθεί με τους Μακεδόνες στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο. Θεωρήσαμε πως αυτή η προκήρυξη θα είχε τα αντίθετα αποτελέσματα και προτείναμε στην ΚΕ να την ακυρώσει και την ακύρωσε. Ο σύντροφος Τσανκώφ εξέφρασε τη δυσπιστία του στον σύντροφο Ποπτόμωφ ο οποίος είχε κάποιες επιφυλάξεις όσον αφορά στην μακεδόνικη πολιτική, και πιθανότατα για κάποιο χρονικό διάστημα ο Ποπτόμωφ έγινε άθυρμα του Τσανκώφ και του Τσερβένκωφ. Εμείς δεν ήμασταν σύμφωνοι να υπάρχουν δάσκαλοι. Στην αρχή συμφωνήσαμε να υπάρχουν 5 άτομα, μετά 20, αλλά υπήρχαν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Τσαλιόβσκυ και του Τσανκώφ και δεχτήκαμε 100 άτομα, για τα βιβλιοπωλεία και τα υπόλοιπα εμείς αντιδρούσαμε πολΰ καιρό. Εγώ απευθύνθηκα στον κΰριο Τσερβένκωφ και του είπα ότι αυτά δεν χρειάζονται. Εκείνος μου είπε: ο Ζαμφιρόφσκυ επιμένει πολύ, εσείς ανοίξτε ένα βιβλιοπωλείο!7

Επίσης σχετικά με την εκμάθηση της γλώσσας, θεωρούμε πως η γλώσσα είναι απαράδεκτη. Εγώ έχω μία έκθεση, μπορώ να την παραδώσω. Αυτή συντάχτηκε πριν την αναχώρηση της αντιπροσωπείας μας για την πόλη Μπλέντ. Στην έκθεση αναφέρεται ότι ως προς τη γλώσσα δεν έχουμε κάνει τίποτα, διότι την θεωρούμε απαράδεκτη. Πιστεύω πως πρέπει να έχουμε υπόψη μας και όλα αυτά τα πράγματα, όταν μιλάμε για το τι συνέβη στην περιοχή του Πιρίν.

Θέλω να τονίσω, ότι κατέβαλα μεγάλη προσπάθεια για να αντιληφθώ όλες τις εσφαλμένες εθνικιστικές τάσεις υπό την επίδραση των οπαδών του Τίτο και του Κολισέφσκυ, να θεωρούμε δηλαδή ότι στην περιοχή του Πίριν εμείς μπορούμε καλύτερα να λύσουμε το Μακεδόνικο ζήτημα παρά η δική μας ΚΕ. Πρέπει να πω επίσης ότι, ενώ νωρίτερα με το Μακεδόνικο ζήτημα ασχολούνταν ο Τσερβένκωφ και ο Τσανκώφ, τώρα σ’ αυτό επιδόθηκε ο σύντροφος Ποπτόμωφ.

Fond IB, Opis 5, Arhivna Edinica 55.

1. Ο Κρστγιου Στόϊτσεφ ήταν γραμματέας της περιφερειακής κομματικής οργάνωσης του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ανω Τζουμαγιά. Μετά τη ρήξη του Τίτο με τον Στάλιν θεωρήθηκε υπεύθυνος για την «κακή εφαρμογή» της πολιτιστικής αυτονομίας στη βουλγαρική Μακεδονία. Ο λόγος του έχει όχι μονάχα απολογητικό, αλλά και επικριτικό τόνο. Επιρρίπτει συνολικά την ευθύνη στην Κεντρική Επιτροπή και όχι μονάχα στον εαυτό του. Θεωρεί ότι η Κεντρική Επιτροπή του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος, υποκύπτοντας στις πιέσεις του Τίτο, με τις αποφάσεις της Δέκατης Ολομέλειας για την ένωση της βουλγαρικής Μακεδονίας με τη γιουγκοσλαβική, χωρίς να ρυθμιστεί το ζήτημα της νοτιοσλαβικής ομοσπονδίας, ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο στην προπαγάνδα των πρακτόρων του Τίτο και του Κολισέφσκυ. Κατηγορεί επίσης τον Ποπτόμωφ για την ανερμάτιστη στάση του. Υποστηρίζει ακόμη ότι ο ίδιος αντιστεκόταν στην απροκάλυπτη προπαγάνδα των Σκοπίων. Τέλος, εντοπίζει το λάθος του στο ότι δεν ενημέρωνε την ΚΕ τακτικά για την κατάσταση στη βουλγαρική Μακεδονία.
2.  Ο Ιβάν Μασλάρωφ ήταν μέλος της ΚΕ του ΒΚΚ, υπεύθυνος για στρατιωτικά και εθνικά ζητήματα. Η στάση του κατά την επίσκεψη του στο Ραζλόγκ έδωσε λανθασμένο μήνυμα στην τοπική κομματική οργάνωση.
3.  Ο Βλαντιμήρ Ποπτόμωφ (1890-1952), με καταγωγή από τη βουλγαρική Μακεδονία, ήταν μέλος του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος από τη δεκαετία του ’20 και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΕΜΕΟ (Ενωμένης). Μετά την επιστροφή του στη Βουλγαρία στα τέλη του 1944 έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και του Πολιτικού Γραφείου του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αρχικά είχε επιφυλάξεις για τη συνολική λύση του Μακεδόνικου εντός της Γιουγκοσλαβίας και για την προώθηση του «μακεδονισμοΰ» στη βουλγαρική Μακεδονία. Είχε δηλώσει ότι δεν θα συγκροτούνταν το «μακεδόνικο έθνος», αν δημιουργούνταν η Μεγάλη Βουλγαρία του Αγίου Στεφάνου, ωστόσο δεν αντιστάθηκε δυναμικά στο Βελιγράδι και στα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος, όπως για παράδειγμα στον Γκεόργκυ Τσανκώφ και στον Βούλκο Τσερβένκωφ, που δεν συμμερίζονταν τις επιφυλάξεις του Ποπτόμωφ για την ένωση της βουλγαρικής Μακεδονίας με τη γιουγκοσλαβική.
4. Εννοεί την απόφαση της Κομινφόρμ (28.6.1948) για την αποπομπή της Γιουγκοσλαβίας από το Γραφείο Πληροφοριών και τις αποφάσεις 16ης Ολομέλειας του Βουλγαρικού Κομουνιστικού Κόμματος για την καταδίκη του Τίτο, την αποπομπή των δασκάλων που ήρθαν από τα Σκόπια στη βουλγαρική Μακεδονία και την αναστολή της «μακεδονοποίησης» του πληθυσμού με τους γιουγοσλαβικούς όρους.
5.  Εννοεί τη θετική απήχηση που είχαν σε πολιτικούς παράγοντες των Σκοπίων οι αποφάσεις της 10ης Ευρείας Ολομέλειας του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος (9-10 Αύγουστου 1946) για την ένωση της βουλγαρικής Μακεδονίας με τη γιουγκοσλαβική, άσχετα αν η Ολομέλεια έθεσε όρους.
6.  Βούλκο Τσερβένκωφ (1900-1980). Μέλος του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1919. Μετά την αποτυχία της κομμουνιστικής εξέγερσης του Σεπτέμβρη του 1923, κατέφυγε στη Σοβιετική Ένωση, όπου σπούδασε στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο για τις εθνικές μειονότητας της Δύσης. Κατέλαβε υψηλές θέσεις στην Κομμουνιστική Διεθνή. Μετά την επιστροφή του στη Βουλγαρία το 1944 έγινε μέλος του Πολιτικού Γραφείου και γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής. Από τον Στόϊτσεφ κατηγορείται για ενδοτική στάση έναντι της Γιουγκοσλαβίας στο Μακεδόνικο, την περίοδο 1946-48. Την 1η Φεβρουαρίου του 1950, λίγες μέρες μετά την Ολομέλεια του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος, έλαβε τη θέση του πρωθυπουργού και στις 11 Νοεμβρίου εξελέγη γενικός γραμματέας της ΚΕ του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Επέβαλε σταλινικό καθεστώς προσωπολατρίας.
7. Ο Τρίτσκωφ μεταθέτει τις ευθύνες στην ΚΕ, και συγκεκριμένα στον Τσερβένκωφ, για την εφαρμογή της πολιτικής της «μακεδονοποίησης» στο βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας με τους όρους των Σκοπίων.

***

2. Επιστολή του Ποπτόμωφ (2 Φεβρουαρίου 1950) προς τη Γραμματεία της Κεντρικής Επιτροπής του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος για τα μέτρα που προτίθεται να λάβει το υπουργείο Εξωτερικών της Βουλγαρίας ενόψει των κατασταλτικών μέτρων του Βελιγραδίου εναντίον Βουλγάρων πολιτών και «Αιγαιατών προσφύγων» που ζούσαν στη Γιουγκοσλαβία και επιθυμούσαν να επιστρέψουν στη Βουλγαρία.

Προς τη Γραμματεία της ΚΕ του ΒΚΚ.

Μέσω ειδικών διαβημάτων και διπλωματικών διακοινώσεων, το υπουργείο Εξωτερικών επισημαίνει επανειλημμένα στην κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας τις βιαιοπραγίες εναντίον Βουλγάρων πολιτών και Αιγαιατών προσφυγών που επιθυμούν να επιστρέψουν στη Βουλγαρία.8 Συνοπτικά οι, βιαιοπραγίες και οι, παρανομίες αυτές συνίστανται στο εξής:

1.   Αυθαίρετες συλλήψεις και, παράνομη παρεμπόδιση Βουλγάρων πολιτών που επιθυμούν να επιστρέψουν στη χώρα τους και διαμένουν προσωρινά, λόγω δουλειάς, στη Γιουγκοσλαβία.

2. Απαγόρευση σε εθελοντές μετανάστες από τη Βουλγαρία στη Γιουγκοσλαβία, στους οποίους δεν έχει αναγνωριστεί ακόμα η γιουγκοσλαβική υπηκοότητα, να επιστρέψουν στη Βουλγαρία - διότι oι γιουγκοσλαβικές αρχές δεν σκοπεύουν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις με τις οποίες τους έχουν παραπλανήσει να μεταναστεύσουν στη Γιουγκοσλαβία. Επιπλέον, ol διοικητικές και αστυνομικές αρχές τους συμπεριφέρονται με αυθαιρεσία, προκαλώντας τους ανυπόφορες οικονομικές ζημιές.

3.   Απαγόρευση σ’ αυτά τα πρόσωπα να επικαλούνται την αναμφισβήτητη βουλγαρική τους υπηκοότητα και δια της βίας κατάσχεση των βουλγαρικών τους διαβατηρίων.

4.   Δία της βίας κράτηση στη Γιουγκοσλαβία πολιτικών και άλλων προσφυγών από τη Μακεδονία του Αιγαίου και τη μοναρχοφασισιτική Ελλάδα, oι οποίοι επιθυμούν να ζητήσουν άσυλο στη Βουλγαρία λόγω εθνικής συνείδησης, περιουσιακών συμφερόντων στη Βουλγαρία ή συγγενικών σχέσεων με πρόσωπα διαμένοντα στη Βουλγαρία ή λόγω προσωπικής προτίμησης να βρουν άσυλο στη Βουλγαρία. Η γιουγκοσλαβική κυβέρνηση μέχρι στιγμής δεν έχει κάνει τίποτα για την κατάργηση των αναγραφομένων πιο πάνω σημαντικών παραβάσεων των στοιχειωδών αρχών του διεθνούς δικαίου.

Πα τους λόγους αυτούς το υπουργείο Εξωτερικών προτείνει να εγκριθούν τα εξής διαβήματα, στα οποία σκοπεύει να προβεί:

1.   Να ξεκινήσει εκστρατεία στον τΰπο υπέρ των δικαιωμάτων των Βουλγάρων πολιτών και των αναφερόμενων πιο πάνω Aιγαιατών προσφυγών oι οποίοι βρίσκονται σε γιουγκοσλαβικό έδαφος, οργανώνοντας εκ των προτέρων μία συνέντευξη τύπου, στην οποία να ανακοινωθούν τα συγκεκριμένα στοιχεία, τα οποία διαθέτει το υπουργείο Εξωτερικών.

2.  Το υπουργείο Εξωτερικών να προβεί στα απαραίτητα διπλω-ματικά διαβήματα προς την κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας,λόγω των παράνομων κωλυμάτων σε βάρος των Βουλγάρων υπηκόων να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, λόγω του καθεστώτος στο οποίο υποβάλλονται και λόγω της παράνομης άρνησης χορήγησης άδειας στους υπόλοιπους πρόσφυγες –μη Βουλγάρους υπηκόους– να εγκαταλείψουν τη Γιουγκοσλαβία και να εγκατασταθούν στη Βουλγαρία, εφόσον αυτοί έχουν εκφράσει την επιθυμία να έρθουν στη Βουλγαρία.
2 Φεβρουαρίου 1950, Βλαντιμήρ Ποπτόμωφ
(υπογραφή)

Fond 1 B, Opis 8, Arhivna Edinica 1145.

8. Πρόκειται για Βουλγάρους πολίτες οι οποίοι είχαν μεταβεί την περίοδο 1944-48 στη Γιουγκοσλαβία, για πρόσφυγες από την ελληνική Μακεδονία, οι οποίοι αρχικά είχαν μεταναστεύσει στη Βουλγαρία κατά το Μεσοπόλεμο, αλλά μετά το 1944 εγκαταστάθηκαν στην Ομόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας, προσδοκώντας την ένωση, και για πρόσφυγες του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, οι οποίοι είχαν καταφύγει στη Γιουγκοσλαβία, αλλά μετά τη ρήξη του Τίτο με τον Στάλιν ευθυγραμμίστηκαν με τη θέση της Σοβιετικής Ένωσης και επιθυμούσαν να μεταβούν στη Βουλγαρία. Για το ζήτημα των Βουλγάρων προσφύγων από την ελληνική Μακεδονία οι οποίοι το 1944/45 εγκαταστάθηκαν ως «Μακεδόνες» στη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας» για να συμβάλουν στην ενοποίηση της Μακεδονίας, αλλά μετά το 1948 αντιμετώπισαν την εχθρότητα των γιουγκοσλαβικών αρχών βλ. Δ. Petkov, «Vâprosât za Bâlgarite bežanci ot Egejska Makedonija v otnošenijata meždu Bâlgarija i Jugoslavia (1948-1955 g.)» Makedonski Pregled 1 (2008) 45-60.

***

3. Επιστολή (17 Μαίου 1950) της ΚΕ των Μακεδόνικων πολιτιστικο-μορφωτικών συλλόγων της Βουλγαρίας προς τη Γραμματεία της ΚΕ του ΒΚΚ για τη διάσκεψη των συλλόγων. Επισυνάπτονται οι αποφάσεις της διάσκεψης των πολιτιστικο-μορφωτικών συλλόγων.

Προς τη Γραμματεία της ΚΕ του ΒΚΚ

Σύντροφοι,
Η διάσκεψη των Μακεδόνικων πολιτιστικο-μορφωτικών συλλόγων Βουλγαρίας θα λάβει χώρα στις 19 του μηνός και ώρα 6 μμ στην αίθουσα του κινηματογράφου «Μακεδονία», οδός «Ζντάνωφ» Nο 5. Με την αφορμή αυτή, η Κεντρική Επιτροπή των συλλόγων θεωρεί καθήκον της με ευχαρίστηση να προσκαλέσει την ΚΕ του ΒΚΚ να στείλει δικό της εκπρόσωπο, ο οποίος να απευθύνει χαιρετισμό και να διατυπώσει τη θέση του Κόμματος σχετικά με τους συλλόγους και γενικά έναντι του Μακεδόνικου ζητήματος το οποίο τόσο πολΰ θέλει να καπηλευτεί η συμμορία του Τίτο.

Με συντροφικούς χαιρετισμούς!

Η Κεντρική Επιτροπή
Αντιπρόεδρος: Χρ. Καλαϊτζήεφ9
(υπογραφή)9

Αποφάσεις

Η διάσκεψη των Μακεδόνικων πολιτιστικο-μορφωτικών συλλό-γων Βουλγαρίας, η οποία διεξήχθη στις 19, 20 και 21 Απριλίου του 1950, μετά από την εισήγηση του αντιπροέδρου της Ανώτατης Κεντρικής Επιτροπής των Μακεδόνικων πολιτιστικο-μορφωτι,κών συλλόγων Βουλγαρίας, του συντρόφου Χρ. Καλαϊτζήεφ, διαπιστώνει:

Οι αγώνες του μακεδόνικου λαού στο παρελθόν στρέφονταν κατά της σουλτανικής φεουδαρχικής Τουρκίας, αλλά στον ίδιο βαθμό και κατά της κλίκας των Βαλκάνιων μοναρχοκαπιταλιστών, οι οποίοι πίσω από τις πλάτες του μακεδόνικου λαού επιδίωκαν την ηγεμονία των Βαλκανίων και συνεπώς αντιστρατεύονταν τους πόθους του λαού αυτού να εξελιχθεί αυτόνομα και να υπάρξει ως ισότιμος λαός ανάμεσα στους άλλους βαλκανικούς λαούς. Σ’ αυτόν τον αγώνα ο μακεδόνικος λαός πάντα συναντούσε την αντίδραση των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τις οποίες η Μακεδονία ήταν ανταλλάξιμο νόμισμα, το οποίο υπόσχονταν σε διάφορες βαλκανικές χώρες για να τις «δέσουν» στο ιμπεριαλιστικό άρμα τους. Στήριγμα του αγώνα του ο μακεδόνικος λαός αναζητούσε στην αδελφική συνεννόηση και ένωση με τις δημοκρατικές δυνάμεις των βαλκανικών λαών για κοινό αγώνα εναντίον του κοινού εχθρού - του βαλκανικού και παγκόσμιου ιμπεριαλισμού.

Στον αγώνα εναντίον του φασισμού από τον Α' έως το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ο μακεδόνικος λαός ήταν στην πρώτη γραμμή της μάχης και στα τρία τμήματα της Μακεδονίας, στα οποία διαμελίστηκε από τους ιμπεριαλιστές. Αυτός ο λαός διεξήγε αγώνα ως πιστός σύμμαχος της Σοβιετικής Ένωσης και των βαλκανικών δημοκρατιών με τη βαθιά συνείδηση ότι η νίκη του είναι δυνατή μόνο μέσω της νίκης της βαλκανικής και παγκόσμιας δημοκρατίας, συνδεδεμένης με το σοσιαλιστικό οικονομικό σύστημα, επικεφαλής του οποίου είναι η μεγάλη Σοβιετική Ένωση. Ο δρόμος της δημοκρατίας, του σοσιαλισμού και της φιλίας με τη Σοβιετική Ένωση ήταν και δεν παύει να είναι και σήμερα η σταθερή στάση του μακεδόνικου λαού κατά την εξέλιξη του.

Κατά την περίοδο από την πρώτη μας διάσκεψη το 1945 έως τη σημερινή μας διάσκεψη αποκαλύφτηκε ότι οι οπαδοί του Τίτο είναι ένας προδοτικός, ιμπεριαλιστικός όμιλος πρακτόρων με σοσιαλιστική μάσκα και με αποστολή να απομακρύνουν τους λαούς από τη Λαϊκή Δημοκρατία, και ειδικά τους βαλκανικούς, και να τους παραδώσουν στους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές για να τους εκμεταλλεύονται αυτοί στον αγώνα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης. Οι οπαδοί του Τίτο αποδείχτηκαν οι πιο ύπουλοι και άσπονδοι εχθροί της δημοκρατίας και της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτοί είναι οι πιο άσπονδοι και επικίνδυνοι εχθροί και του μακεδόνικου λαού. Υπό την κάλυψη μιας ξεδιάντροπης δημαγωγίας με το ψεύτικο μακεδόνικο κράτος θέλουν να κάνουν το λαό δοχείο με κατράμι για τη μεγαλογιουγκοσλαβική και αγγλοαμερικανική ιμπεριαλιστική άμαξα, εξεγείροντας τον εναντίον του βουλγάρικου λαού, της Σοβιετικής Ένωσης και του παγκόσμιου δημοκρατικού μετώπου.

Αγανακτισμένοι απ’ αυτή την προδοσία και ύπουλη εκτροπή των οπαδών του Τίτου, οι Μακεδόνες της Μακεδονίας του Βαρδάρη, παρά την ξέφρενη φασιστική τρομοκρατία των οπαδών του Τίτο στα Σκόπια, όπως του Κολισέφσκυ,10 του Βλάχωφ11 κ.α., ξεσηκώνονται πάλι σε αγώνα - πιο σκληρό από ποτέ, υπέρ της εμπιστοσύνης τους στους δημοκρατικούς λαούς και στη Σοβιετική Ένωση και υπέρ της πίστης τους πως το Μακεδόνικο ζήτημα μπορεί να λυθεί ορθά μόνο μέσω αγώνα εναντίον του ιμπεριαλισμού, επικεφαλής του οποίου είναι οι Αμερικάνοι τραπεζίτες, και μέσω της νίκης του παγκόσμιου δημοκρατικού μετώπου με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση. Στο όνομα του αγώνα αυτού οι Μακεδόνες αυτού του τμήματος της Μακεδονίας υποβάλλονται σήμερα σε φρικτή τρομοκρατία και θρηνούν πολλά θύματα.

Στη Μακεδονία του Αιγαίου οι Μακεδόνες είχαν φανερό εχθρό τους Έλληνες μοναρχοφασίστες, εναντίον των οποίων διεξήγαν αγώνα με το όπλο στο χέρι. Αυτός ο ηρωικός αγώνας χτυπήθηκε πισώπλατα με την ύπουλη προδοσία των οπαδών του Τίτο.

Η Μακεδονία του Πιρίν είναι σήμερα το μοναδικό τμήμα της Μακεδονίας στο οποίο οι Μακεδόνες έχουν πλήρη ελευθερία να εξελίσσονται, να απολαμβάνουν τα αγαθά της λαοκρατίας, να οικοδομούν το σοσιαλισμό, ελευθέρα να εμπεδώνουν τις σχέσεις τους με τους δη-μοκρατικούς λαοΰς, τη Σοβιετική Ένωση και να διαπαιδαγωγούνται στην εθνική τους εξέλιξη με διεθνιστικό πνεύμα.

Οι Μακεδόνες πρόσφυγες στη Βουλγαρία είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με το λαό τους στη Μακεδονία και έχουν λάβει ενεργό μέρος στα επαναστατικά ιστορικά γεγονότα της Μακεδονίας κατά την Τουρκοκρατία. Αν και κατόπιν αποσπασμένοι από το λαό τους, οι Μακεδόνες πρόσφυγες πάντα συμμερίζονταν τους δικούς του πόνους και αγώνες. Αυτοί και σήμερα, ηθικά και πολιτικά, στηρίζουν το λαό τους. Αυτό είναι δικαίωμα τους το οποίο κανείς δεν μπορεί να τους το αρνηθεί. Είναι μακριά από μας - τους Μακεδόνες πρόσφυγες, οργανωμένους στους δικούς μας πολιτιστικο-μορφωτικούς συλλόγους- η επιθυμία να καθοδηγούμε τους αγώνες του μακεδόνικου λαού. Αλλά θα ήμασταν προδότες απέναντι στο ίδιο το έργο μας για το οποίο παλεύαμε και χύναμε το αίμα μας υπό την αρχηγία του Γκότσε, Πάνε, Ντάμε, Χατζή12 κ.α. και απέναντι στους αδελφούς και στις αδελφές μας, που αγωνίζονται και σήμερα στη Μακεδονία για το ίδιο ιδανικό, αν παραμέναμε σιωπηλοί θεατές, αν δεν χαιρόμασταν για τις επιτυχίες του λαού μας, αν δεν διαμαρτυρόμασταν για τις βιαιότητες εναντίον του, αν δεν του παρείχαμε την ηθική και πολιτική μας υποστήριξη.

Δεν είναι δυνατόν να μην χαιρόμαστε σήμερα για την επιδίωξη του λαού μας να καταστεί ελεύθερος, κυρίαρχος και ισότιμος λαός και για την προσήλωση του στη δημοκρατία και στο σοσιαλισμό, με επικεφαλής τη μεγάλη Σοβιετική Ένωση. Εμείς επαγρυπνούμε υπό τη σημαία του Πατριωτικού Μετώπου και υπό την καθοδήγηση του ΒΚΚ για τη διατήρηση του προοδευτικού χαρακτήρα του μακεδόνικου κινήματος. Γι' αυτό το λόγο θα συνεχίσουμε να το αποκαθαίρουμε από τα υπολείμματα του φασισμού και του μεγαλοβουλγαρικού σωβινισμού. Αντιμετωπίσαμε τους πράκτορες του Τίτο και θα απομακρύνουμε και τα τελευταία υπολείμματα τους. Αναπτύξαμε με το μορφωτικό μας έργο τη μακεδόνικη προοδευτική συνείδηση και προσπαθήσαμε να συμβάλουμε στην ανάπτυξη του μακεδόνικου εθνικού πολιτισμού μέσω της εκλαΐκευσης του μακεδόνικου τραγουδιού, χορού και τρόπου ζωής. Εμείς θα καταβάλλουμε όλες τις προσπάθειες μας για τη σταθεροποίηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, συμμετέχοντας ενεργά στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Σημειώσαμε κάποια σημαντικά επιτεύγματα στη δραστηριότητα μας. Αλλά ταυτόχρονα πρέπει να τονίσουμε ότι δεν μπορέσαμε να εκμεταλλευτούμε τη ζύμωση που δημιουργήθηκε για να οργανωθούμε καλύτερα και σ’ αυτό το θέμα είμαστε ακόμα πολύ αδύνατοι. Δεν έχουμε επαρκώς καταρτισμένα στελέχη για επιδέξια διαφώτιση του Μακεδόνικου εθνικού ζητήματος στην προπαγάνδα μας. Αυτή η αδυναμία εκδηλώνεται ειδικά στην έλλειψη ικανότητας να προσδώσουμε επίκαιρο πολιτικό περιεχόμενο στην προπαγάνδα μας. Δυστυχώς εμείς, με μερικές εξαιρέσεις, δεν καταφέραμε να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον και να κινητοποιήσουμε τους Μακεδόνες, μέλη το κόμματος. Η αυτοκριτική όσον αφορά στη μόλυνση από τον Τιτοϊσμό σε μας δεν διεξήχθη στο απαιτούμενο επίπεδο. Υπολείμματα από το βουλγαρικό εθνικισμό υπάρχουν ακόμα που και που.

Ενόψει αυτής της διεθνούς κατάστασης και εξέλιξης του Μακεδονικού ζητήματος, η διάσκεψη αναθέτει στους Μακεδόνες πρόσφυγες στη Βουλγαρία τα εξής καθήκοντα:

1. Ενίσχυση του αγώνα για την πλήρη αποκάλυψη των οπαδών του Τίτο ως μίας κατασκοπευτικής, ιμπεριαλιστικής οργάνωσης πρακτόρων, ως άσπονδων εχθρών του μακεδόνικου λαού, της δημοκρατικής Βουλγαρίας και της Σοβιετικής Ένωσης, ως μιας προδοτικής συμμορίας, η οποία με ξεδιάντροπη δημαγωγία και φασιστική τρομοκρατία στοχεύει να παραπλανήσει και να υποδουλώσει το μακεδόνικο λαό, για να προδώσει αυτός τα ιδανικά και τους πόθους του στους μεγαλοσέρβους σωβινιστές και ηγεμόνες και στους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριαλιστές, οι οποίοι ήταν και είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί του σλαβισμού και οι οποίοι με τη βοήθεια των οπαδών του Τίτο και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών ματαίωσαν την απελευθέρωση και την ένωση του μακεδόνικου λαού. Και σήμερα, χωρίς την υποστήριξη των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών, οι οπαδοί του Τίτο και οι Έλληνες μοναρχοφασίστες δε θα μπορούσαν να καταπιέζουν και να τρομοκρατούν το μακεδόνικο λαό. Να διαμαρτυρόμαστε κατά των βιαιοπραγιών των οργάνων των Τίτο -Ράνκοβιτς13 στα Σκόπια για την κατάπνιξη του αγώνα για ελευθερία και δημοκρατία του μακεδόνικου λαού όπως και κατά των Ελλήνων μοναρχοφασιστών, οι οποίοι έχουν ως σκοπό τη φυσική εξόντωση του μακεδόνικου λαού στη Μακεδονία του Αιγαίου.

2.   Να ενδυναμώνουμε την πίστη στη νίκη του παγκόσμιου δημοκρατικού μετώπου με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση, να νιώθουμε ενεργά μέρη του μετώπου, με τη συνείδηση ότι αυτή η νίκη φέρνει τη νίκη και του μακεδόνικου λαού, φέρνει και τη δίκαιη λυση του Μακεδόνικου ζητήματος.

3.   Να ενδυναμώνουμε τη μακεδόνικη εθνική συνείδηση, την αγάπη για την πατρίδα και τον λαό μας και να υποστηρίζουμε τις δίκαιες προσπάθειες του να διαμορφωθεί ως ελεύθερος, κυρίαρχος και ισότιμος δημοκρατικός λαός. Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητο να αναπτύξουμε μακεδόνικη προοδευτική εθνική κουλτούρα μέσω προφορικής και έντυπης προπαγάνδας, μέσω καλλιτεχνικού, ηθογραφικού ερασιτεχνισμού κ.α.

4.   Να ενώσουμε όλους τους προοδευτικούς Μακεδόνες υπό τη σημαία του Πατριωτικού Μετώπου και υπό την καθοδήγηση του ΒΚΚ για την ενίσχυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, για τη δραστήρια συμμετοχή στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

5. Να συσπειρώσουμε όλους τους προοδευτικούς Μακεδόνες στους συλλόγους μας και να τους αποσαφηνίσουμε τους στόχους και τα καθήκοντα του απελευθερωτικού αγώνα του μακεδόνικου λαού, να τους δώσουμε σαφή προοπτική και να ενισχύσουμε τη συνείδηση, ότι έξω από το δρόμο της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού βρίσκεται η μαύρη απάτη και η προδοσία των οπαδών του Τίτο και του Μιχαήλωφ,14 τους οποίους χρησιμοποιεί ο αγγλοαμερικανικός ιμπεριαλισμός για να υποτάξει το μακεδόνικο λαό και τους άλλους βαλκανικούς λαούς και να τους εκμεταλλευτεί στον αγώνα εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών της Λαϊκής Δημοκρατίας.

6.   Να παλεύουμε για την εκκαθάριση από τις τάξεις μας όλων των οπαδών του Τίτο και του Μιχαήλωφ και άλλων εθνικιστι-κών και φασιστικών υπολειμμάτων - φανερών ή κρυφών πρακτόρων των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών. Να ενταχτούμε στη γραμμή του ισχυρού μετώπου της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση, να ενώσουμε τις προσπάθειες μας με τις προσπάθειες της προοδευτικής ανθρωπότητας η οποία, υπό την καθοδήγηση του μεγάλου Στάλιν, παλεύει υπέρ της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού και κατά των υποκινητών νέων πολέμων, κατά των νέων διεκδικητών της κυριαρχίας του κόσμου -των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών.

ΚΑΤΩ Η ΦΑΡΑ ΤΟΥ ΤΙΤΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΛΙΣΕΦΣΚΥ! ΚΑΤΩ ΟΙ ΥΠΟΚΙΝΗΤΕΣ ΝΕΩΝ ΠΟΛΕΜΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΩΝ - ΟΙ ΑΓΓΛΟΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΕΣ!

ΖΗΤΩ Ο ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ! ΑΔΕΡΦΙΚΟΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΝΙΖΟΜΕΝΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΚΑΙ ΑΔΕΛΦΕΣ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΤΟΥ ΒΑΡΔΑΡΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ!

ΝΑ ΖΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ-ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΙ ΜΑΣ ΣΥΛΛΟΓΟΙ!

ΝΑ ΖΕΙ Η ΛΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΠΑΓΙΩΝΕΙ Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ! ΖΗΤΩ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ!

ΖΗΤΩ Η ΣΟΒΙΕΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΣΤΑΛΙΝ - Ο ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ!

Fond 1B, Opis 7, Arhivna Edinica 1644.

9. O Χρήστο Καλαϊτζήεφ (1886-1964), καταγόμενος από τα Γιαννιτσά, αποφοίτησε από το βουλγαρικό εξαρχικό γυμνάσιο της Θεσσαλονίκης και εργάστηκε ως δάσκαλος σε βουλγαρικά σχολεία της Μακεδονίας. Μέλος του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1919, βουλευτής και ενεργό στέλεχος της ΕΜΕΟ (Ενωμένης) στο Μεσοπόλεμο. Αποδέχτηκε την ιδεολογία του μακεδονισμοΰ ως οροθέτηση του σλαβικού πληθυσμού της Μακεδονίας από το βουλγαρισμό και το σερβισμό και το 1946 «τεκμηρίωσε» θεωρητικά το «μακεδόνικο έθνος» με βάση το σταλινικό ορισμό περί έθνους. Μετά τη ρήξη του Τίτο με τον Στάλιν ευθυγραμμίστηκε με την εκστρατεία του βουλγάρικου κομμουνιστικού κόμματος κατά του Τίτο. Δεν αρνήθηκε ότι στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία διαμορφωνόταν μια νέα ταυτότητα, αλλά, όπως ήταν και η επίσημη γραμμή του κόμματος, ενδιαφερόταν κυρίως για τη σωτηρία του βουλγάρικου τμήματος της Μακεδονίας.
10. Ο Λάζαρ Κολισέφσκυ (1914-2001) ήταν από το 1945 πρωθυπουργός της Ομόσπονδης Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Ως όργανο του Βελιγραδίου, καταπολέμησε κάθε φανερή ή λανθάνουσα μορφή φιλοβουλγαρισμού και στράφηκε κυρίως εναντίον όσων θεωρούσαν το Μακεδόνικο όχι ως γιουγκοσλαβικό ζήτημα, αλλά ως ζήτημα ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας. Έθετε συχνά ζήτημα «μακεδόνικης» μειονότητας στη Βουλγαρία με τους γιουγκοσλάβικους όρους. Μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας από το 1935, ορίστηκε το Σεπτέμβριο του 1941 γραμματέας της περιφερειακής οργάνωσης του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Το Νοέμβριο του 1941 συνελήφθη από τις βουλγαρικές κατοχικές αρχές και καταδικάστηκε σε θάνατο. Για να σώσει τη ζωή του έγραψε επιστολή μεταμέλειας στο βασιλιά Βόρι III, επικαλούμενος τη βουλγαρική του καταγωγή. Η θανατική ποινή μετατράπηκε τελικά σε ισόβια κάθειρξη. Μέχρι την 9η Σεπτεμβρίου 1944 παρέμεινε έγκλειστος στις φυλακές της Πλέβνας.
11. Ο Ντημήταρ Βλάχωφ (1878-1953), καταγόμενος από το Κιλκίς, ήταν αρχικά δάσκαλος στο βουλγαρικό εξαρχικό γυμνάσιο της Θεσσαλονίκης. Μετά τη νεοτουρκική επανάσταση ίδρυσε αρχικά με τον Σαντάνσκυ το «Λαϊκό Ομοσπονδιακό Κόμμα». Αργότερα εγκατέλειψε τον Σαντάνσκυ και συνεργάστηκε με τη Φεντερασιόν. Ήταν από τους πρώτους Σοσιαλιστές βουλευτές στην οθωμανική βουλή. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο εντάχθηκε στο βουλγαρικό κομμουνιστικό κίνημα. Ήταν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΕΜΕΟ (Ενωμένης). Αποδέχτηκε το μακεδονισμό ως νέα εθνική ιδεολογία και το 1944 ήρθε στα Σκόπια. Υποστήριζε τη λύση μιας ενιαίας και ανεξάρτητης Μακεδονίας, προέτασσε την απελευθέρωση του ελληνικού και βουλγάρικου τμήματος της Μακεδονίας έναντι της οργανικής ένταξης της σερβικής Μακεδονίας στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία. Σύντομα παραγκωνίστηκε από τον Κολισέσφκυ.
12. Εννοεί τους Γκότσε Ντέλτσεφ, Ντάμε Γκροΰεφ, Ντήμο Χατζηντήμωφ, αγωνιστές της ΕΜΕΟ.
13. Ο Ράνκοβιτς ήταν αρχηγός της γιουγκοσλαβικής κρατικής ασφάλειας.
14. Πρόκειται για τον Ιβάν Μιχαήλωφ, ηγέτη της ΕΜΕΟ (1925-1934), ο οποίος προπαγάνδιζε τη γραμμή «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία» ως δεύτερο βουλγαρικό κράτος. Απέρριπτε το «μακεδόνικο έθνος» ως τεχνητό δημιούργημα της Τρίτης Διεθνούς. Στην Αμερική η MPO (Macedonian Patriotic Organization) ακολουθούσε τη γραμμή του και στρεφόταν κατά της εξάλειψης του βουλγαρισμού στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία από το καθεστώς του Τίτο και του Κολισέφσκυ.

***

4. Έκθεση του Κρ. Τρίτσκωφ15 - «Ανάδυση και εξέλιξη του μακεδονικού επαναστατικού κινήματος, το Μακεδόνικο ζήτημα και το μακεδόνικο έθνος» (Οκτώβριος 1950), Μπλαγκόεφγκραντ. Σημειώσεις στις εισηγήσεις των Ασ. Τσααρακτσίεφ, Τ. Βλάχωφ κ.α.

ΙΙ. Το ζήτημα του μακεδόνικου έθνους και το μέλλον του

Κατά την εξέταση οποιουδήποτε εθνικού ζητήματος και ειδικά του δικού μας περίπλοκου Μακεδονικού ζητήματος πρέπει να επωφεληθούμε από τους κλασικούς του Μαρξισμού-Λενινισμού - τον Μαρξ, τον Ένγκελς, τον Λένιν, τον Στάλιν και πρώτα απ’ όλα - από τα έργα του μεγαλυτέρου ειδικού στο εθνικό ζήτημα στην εποχή μας -του συντρόφου Στάλιν.

Ο σύντροφος Στάλιν έχει γράψει πολλά πάνω στο εθνικό ζήτημα. Στα πρώιμα έργα του αναλύει τα αστικά έθνη και την αστική λύση του εθνικού ζητήματος, ενώ στα νέα έργα του αναλύει το σοσιαλιστικό τρόπο λύσης του εθνικού ζητήματος. Επειδή βρισκόμαστε σε μία περίοδο κατά την οποία η αστική τάξη δεν είναι πια σε θέση να λύσει, οποιοδήποτε εθνικό ζήτημα, ειδικά ωφέλιμο για μας είναι να εξετάσουμε, εκτός από τα παλιά, και τα νεότερα έργα του συντρόφου Στάλιν, να επωφεληθούμε από τα νεότερα έργα του συντρόφου Στάλιν, στα οποία αναλύει τα νέα σοσιαλιστικά έθνη και τον σοσιαλιστικό τρόπο λύσης του εθνικού ζητήματος - τέτοια έργα αποτελούν οι, μελέτες του και οι αποφάσεις του μετά τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης και ειδικά το έργο του «Το εθνικό ζήτημα και ο Λενινισμός».

Το έργο του συντρόφου Στάλιν «Το εθνικό ζήτημα και ο Λενινισμός», γραμμένο το 1929 και δημοσιευμένο στον ενδέκατο τόμο των Απάντων, αποτελεί ανεκτίμητη συμβολή στη μαρξιστική θεωρία για το εθνικό ζήτημα, στην περαιτέρω εξέλιξη της μαρξιστικο-λενινιστικής θεωρίας για το εθνικό ζήτημα, αποσαφηνίζει τις νομοτέλειες και τις προοπτικές για την περαιτέρω ανάπτυξη των εθνών, των εθνικών γλωσσών και πολιτισμού στην εποχή του σοσιαλισμού. Στο έργο του «Το εθνικό ζήτημα και ο Λενινισμός» ο σύντροφος Στάλιν για πρώτη φορά στη μαρξιστική φιλολογία θεμελιώνει την άποψη για τα αστικά και τα σοσιαλιστικά έθνη.

Τι μας διδάσκει ο σύντροφος Στάλιν στο έργο του «Το εθνικό ζήτημα και ο Λενινισμός», τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε για το μακεδόνικο μας έθνος;

Ακόμη στην αρχή του έργου του ο σύντροφος Στάλιν τονίζει ότι οι Ρώσοι μαρξιστές από καιρό έχουν δική τους θεωρία για τα έθνη, σύμφωνα με την οποία το έθνος είναι μια ιστορικά συγκροτημένη σταθερή κοινότητα ανθρώπων με βάση τέσσερα κύρια κοινά χαρακτηριστικά: την κοινότητα της γλώσσας, την κοινότητα του εδάφους, την κοινότητα της οικονομικής ζωής και την κοινότητα της ψυχοσύνθεσης, η οποία εκδηλώνεται με τα κοινά, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εθνικής κουλτούρας (Άπαντα, τ. 11, σελ. 333).

Κάποιοι ψευδοθεωρητικοί προσπάθησαν να «συμπληρώσουν» αυτόν τον ορισμό του έθνους με ένα ακόμη γνώρισμα του - την ύπαρξη διαμορφωμένου εθνικού κράτους. Στο ίδιο το έργο του ο σύντροφος Στάλιν αποκαλύπτει το λάθος και την αντιεπιστημονικότητα αυτού του «συμπληρώματος» του όρου του «έθνους».

Εάν μαζί με τα τέσσερα χαρακτηριστικά του έθνους δεχτούμε και το πέμπτο - την ύπαρξη διαμορφωμένου εθνικού κράτους, θα έπρεπε -λέει ο σύντροφος Στάλιν - να αναγνωριστούν ως έθνη μόνο έθνη τα οποία έχουν δικό τους κράτος, ξεχωριστό από τα υπόλοιπα κράτη, και όλα τα καταπιεσμένα έθνη, στερημένα αυτόνομης κρατικής οργάνωσης, θα έπρεπε να διαγράφουν από την κατηγορία των εθνών. Έτσι, ο αγώνας των καταπιεσμένων εθνών έναντι της εθνικής τυραννίας, ο αγώνας των λαών των αποικιών εναντίον του ιμπεριαλισμού θα έπρεπε να εξαιρεθεί από την έννοια του «εθνικού κινήματος», του «εθνικού απελευθερωτικού κινήματος» (Άπαντα, τ. 11, σελ. 334).

Συμφωνά με τη θεωρία αυτή, τα έθνη παύουν να είναι έθνη όταν χάσουν, έστω και προσωρινά, τη δική τους κρατική ανεξαρτησία και αυτονομία. Γι’ αυτό ο σύντροφος Στάλιν μας διδάσκει πως εμείς αναγνωρίζουμε ως έθνη και εκείνα τα έθνη τα οποία δεν είχαν και δεν έχουν δικό τους διαμορφωμένο εθνικό κράτος, και τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές, όπως είναι η περίπτωση του μακεδόνικου έθνους.

Στη συνέχεια, αιτιολογώντας την άποψη του για τα αστικά και τα σοσιαλιστικά έθνη, ο σύντροφος Στάλιν λέει: «στον κόσμο υπάρχουν διάφορα έθνη. Υπάρχουν έθνη τα οποία αναπτύχθηκαν στην εποχή του ανερχόμενου καπιταλισμού, όταν η αστική τάξη, συντρίβοντας τη φεουδαρχία και τον φεουδαρχικό κατακερματισμό, συσπείρωνε το έθνος και το εμπέδωνε. Αυτά είναι τα λεγόμενα «σύγχρονα» έθνη». Κατόπιν, αναιρώντας τις αντιμαρξιστικές θέσεις για τη γένεση και την ύπαρξη των εθνών πριν από τον καπιταλισμό, ο σύντροφος Στάλιν συνεχίζει: «στην προκαπιταλιστική περίοδο δεν υπήρχαν και δεν μπορούσαν να υπάρχουν έθνη, επειδή ακόμα δεν υπήρχαν εθνικές αγορές, δεν υπήρχαν ούτε οικονομικά ούτε πολιτιστικά εθνικά κέντρα. Δεν υπήρχαν επομένως εκείνοι οι παράγοντες οι οποίοι ανατρέπουν τον οικονομικό κατακερματισμό ενός ορισμένου έθνους και ενώνουν τα μέχρι τότε κατακερματισμένα τμήματα αυτοΰ του λαού σε μία εθνική ολότητα. Εννοείται τα στοιχεία του έθνους - γλώσσα, έδαφος, πολιτιστική κοινότητα κ.α., δεν προήρθαν από το πουθενά, γεννήθηκαν βαθμιαία στην προκαπιταλιστική περίοδο, αλλά αυτά τα στοιχεία βρίσκονταν σε εμβρυώδη κατάσταση και, στην καλύτερη περίπτωση, αποτελούσαν δυνητικά στοιχεία για εθνογένεση στο μέλλον υπό κάποιες ευνοϊκές συνθήκες» (Άπαντα, τ. 11, σελ. 336).

Έτσι, δημιουργήθηκαν τα «σύγχρονα» αστικά έθνη όπως το γαλλικό, το αγγλικό, το ιταλικό, το αμερικανικό κ.α. Η αστική τάξη και τα εθνικιστικά της κόμματα ήταν η βασική καθοδηγητική δύναμη αυτών των εθνών. Η μοίρα αυτών των εθνών είναι δεμένη με τη μοίρα του καπιταλισμού. Με την πτώση του καπιταλισμού τέτοια έθνη θα ατονήσουν. Έτσι έχει το ζήτημα με τα αστικά έθνη.

Η μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση εγκαινίασε νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας, νέα εποχή στην ιστορία των εθνών. Αυτή έθεσε τα θεμέλια της δημιουργίας νέων εθνών.

«Αλλά στον κόσμο –λέει ο σύντροφος Στάλιν– υπάρχουν και άλλα έθνη. Αυτά είναι τα νέα σοβιετικά έθνη, τα οποία εξελίχτηκαν και διαμορφώθηκαν με βάση τα παλιά αστικά έθνη μετά από την πτώση του καπιταλισμού στη Ρωσία, μετά από τη συντριβή της αστικής τάξης και των εθνικιστικών της κομμάτων, μετά την εμπέδωση του σοβιετικού καθεστώτος. Η εργατική τάξη και το διεθνιστικό της κόμμα είναι εκείνη η δύναμη η οποία συνενώνει αυτά τα έθνη και τα καθοδηγεί….» (Άπαντα, τ. 11, σελ. 339).

Τι είναι τα νέα έθνη - «η συμμαχία της εργατικής τάξης και της αγροτικής τάξης μέσα στο έθνος για την διάλυση των υπολειμμάτων του καπιταλισμού στο όνομα της νικηφόρας οικοδόμησης του σοσιαλισμού• αφανισμός των υπολειμμάτων της εθνικής καταπίεσης στο όνομα της ισότητας και της ελεύθερης εξέλιξης των εθνών και των εθνικών μειονοτήτων• αφανισμός των υπολειμμάτων του εθνικισμού στο όνομα της αποκατάστασης της φιλίας μεταξύ των εθνών και της ενίσχυσης του διεθνισμού• ενιαίο μέτωπο με όλα τα καταπιεσμένα και μη έχοντα ίσα δικαιώματα έθνη στον αγώνα εναντίον του ιμπεριαλισμού - αυτή είναι η πνευματική και κοινωνικοπολιτική μορφή των εθνών αυτών…» - διδάσκει ο σύντροφος Στάλιν.Τέτοια έθνη πρέπει να ονομάζονται σοσιαλιστικά.

«Αυτά τα νέα έθνη γεννήθηκαν και εξελίχτηκαν με βάση τα παλιά αστικά έθνη ως αποτέλεσμα της συντριβής του καπιταλισμού - μέσω της ριζικής τους μεταμόρφωσης κατά το πνεύμα του σοσιαλισμού. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί πως τα παρόντα σοσιαλιστικά έθνη στη Σοβιετική Ένωση - το Ρωσικό, το Ουκρανικό, το Λευκορωσικό, το Ταταρικό, το Ουζμπεκιστανικό, το Μπασκιριανό,16 το Αζερμπαϊτζάνικο, το Γεωργιανό, το Αρμενικό κ.α. έθνη διαφέρουν ριζικά από τα αντίστοιχα παλιά αστικά έθνη στην παλιά Ρωσία, τόσο από την άποψη της ταξική τους σύνθεσης και πνευματικής μορφής όσο και από την άποψη των κοινωνικοπολιτικών τους συμφερόντων και επιδιώξεων.…» (Άπαντα, τ. 11, σελ. 339 και 340). Αυτοί είναι οι, δυο τύποι εθνών, γνωστών στην ιστορία.

Επιπλέον, μιλώντας για το μέλλον των εθνών και των εθνικών γλωσσών, ο σύντροφος Στάλιν λέει: «μέχρι στιγμής γινόταν το εξής: η σοσιαλιστική επανάσταση δεν μείωνε, αλλά αυξάνε τον αριθμό των γλωσσών, επειδή αυτή, αναβαθμίζοντας τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα της ανθρωπότητας και αναδεικνύοντας τα στην πολιτική σκηνή - αφυπνίζει μία σειρά νέων εθνοτήτων, πρωτύτερα αγνώστων ή ελάχιστα γνωστών. Ποιος θα μπορούσε να σκεφτεί πως η παλιά τσαρική Ρωσία αποτελούνταν τουλάχιστον από 50 έθνη και εθνοτικές ομάδες; Όμως η Οκτωβριανή επανάσταση, σπάζοντας τα παλιά δεσμά και αναδεικνύοντας στη σκηνή μία σειρά λησμονημένων εθνών και εθνοτήτων, τους έδωσε μία καινούργια ζωή και μία καινούργια εξέλιξη…» (Άπαντα, τ. 7, σελ. 38-39).

Σχετικά μ’ αυτό είναι απαραίτητο να έχουμε υπόψη μας και το ότι στη Σοβιετική Ένωση δημιουργήθηκαν σοσιαλιστικά έθνη απευθείας από εθνοτικές ομάδες, χωρίς να διέλθουν από το στάδιο των αστικών εθνών. Τέτοια είναι η περίπτωση, για παράδειγμα, του κιρκασιανού έθνους. Οι Κιρκάσιοι στην πρώην τσαρική Ρωσία δεν ήταν διαμορφωμένοι και εμπεδωμένοι ως αστικό έθνος με τη σταλινική έννοια του όρου. Οι Κιρκάσιοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, ήταν νομάδες. Δεν είχαν οικονομικά και πολιτιστικά κέντρα κ.α. δηλαδή δεν είχαν τα στοιχεία ενός αυτοτελούς έθνους, αλλά έγιναν έθνος κατά τη σοβιετική εξουσία, όταν αυτοί άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία, όταν ιδρύθηκαν χωριά και πόλεις, κολχόζ, βιομηχανικά και πολιτιστικά κέντρα. Γι’ αυτό το λόγο λέμε ότι αυτοί διαμορφώθηκαν απευθείας σε σοσιαλιστικό έθνος.17

Στη συνεχεία ο σύντροφος Στάλιν μας διδάσκει πως στην πρώτη φάση της περιόδου της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης -«την περίοδο κατά την οποία θα καταλυθεί οριστικά η εθνική καταπίεση, θα υπάρξει μια φάση ακμής και ανάπτυξης των προηγουμένως καταπιεσμένων εθνών, μια φάση άρσης της αμοιβαίας δυσπιστίας, μια φάση δημιουργίας και ενδυνάμωσης των διεθνιστικών σχέσεων μεταξύ των εθνών. Μόλις στη δεύτερη φάση της περιόδου της παγκόσμιας προλεταριακής δικτατορίας, με την βαθμιαία ίδρυση της ενιαίας παγκόσμιας σοσιαλιστικής οικονομίας –αντί για την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία– μόνο σ’ αυτή τη φάση θα αρχίσει να διαμορφώνεται κάτι σαν κοινή γλώσσα… τα έθνη θα νιώσουν την ανάγκη να έχουν, εκτός από τις δικές τους εθνικές γλώσσες, και μια κοινή διεθνή γλώσσα». Θα αρχίσουν να καταργούνται οι εθνικές διαφορές - διδάσκει ο σύντροφος Στάλιν (Άπαντα, τ. 11, σελ. 348).18

Σε τι συμπεράσματα μπορούμε να καταλήξουμε από τα λόγια αυτά του συντρόφου Στάλιν για το μέλλον του μακεδόνικου έθνους; Υπάρχει μακεδόνικο έθνος;

Την προηγουμένη περίοδο, στην εποχή του Γκότσε Ντέλτσεφ και του φεουδαρχοτουρκικού καθεστώτος, το μακεδονικό έθνος δεν υπήρχε ακόμα στην πραγματικότητα. Αυτή την περίοδο μπορούμε να μιλήσουμε μόνο για στοιχεία του μακεδονικού έθνους και δυνητικά μάλιστα, στοιχεία που εμφανίστηκαν και αποτέλεσαν πραγματικότητα αργότερα - μετά την ανάπτυξη του καπιταλισμού, μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τον τουρκικό ζυγό, μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρέπει όμως να τονίσουμε πως η Μακεδονία δεν μπόρεσε να διαμορφωθεί ως αυτόνομο αστικό έθνος, με δικό της εθνικό κράτος την περίοδο της ανόδου του καπιταλισμού, όταν η αστική τάξη και τα κόμματα της έπρεπε να ενώσουν το μακεδονικό έθνος σε ένα σύνολο. Δεν φταίει όμως ο μακεδονικός λαός, ο οποίος διεξάγει αγώνα εδώ και 50-60 χρόνια. Ο γερμανικός και ο αγγλικός ιμπεριαλισμός από τη μία και τα βαλκανικά καπιταλιστικά κράτη από την άλλη απέτρεψαν στο παρελθόν να γίνει αυτό. Η Μακεδονία καθυστέρησε στην ανάπτυξη της και αυτό επέτρεψε στα πιο αναπτυγμένα βαλκανικά καπιταλιστικά κράτη να κατακερματίσουν τη Μακεδονία και να εμποδίσουν την εξέλιξη της σε αυτόνομο μακεδονικό έθνος.

Έτσι όπως έχουν τα πράγματα, το μακεδόνικο έθνος θα διαμορφωθεί και θα εμπεδωθεί οριστικά και θα ακμάσει πραγματικά ως σοσιαλιστικό έθνος την περίοδο της σοσιαλιστικής επανάστασης - «περίοδο κατά την οποία, λέει ο σύντροφος Στάλιν, θα αρθεί οριστικά η εθνική καταπίεση» και θα αναπτυχθούν και θα ακμάσουν τα προηγουμένως καταπιεσμένα έθνη. Και αυτό ήδη συμβαίνει στη δική μας, τη μόνη ελεύθερη προς το παρόν περιοχή του Πιρίν. Οι σοσιαλιστικές συνθήκες της Λαϊκής Δημοκρατίας στη Βουλγαρία και στην περιοχή του Πιρίν επιτρέπουν να εξελίσσεται η μακεδονική κουλτούρα μας με εθνική μορφή και σοσιαλιστικό περιεχόμενο. Η μακεδονική συνείδηση μέρα με τη μέρα δυναμώνει. Αυτό ειδικά αποδείχτηκε στα δικά μας καλλιτεχνικά ερασιτεχνικά φεστιβάλ, όπου παρουσιάστηκαν υπέροχοι μακεδονικοί χοροί και μακεδονικά τραγούδια. Με το μακεδόνικο μας έθνος στο μέλλον θα συμβεί αυτό που συνέβη και με πολλά σοβιετικά έθνη, κάποια από τα οποία εξελίχτηκαν υπό τις συνθήκες του σοσιαλισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Σοβιετική Δημοκρατία της Κιργισίας η οποία τώρα έχει 1,5 εκατομμύρια πληθυσμό, ενώ άλλες [δημοκρατίες] διαμορφώθηκαν τελικά και εξελίχτηκαν ως σοβιετικά έθνη μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση. Τέτοια είναι: το Αζερμπαϊτζάνικο έθνος με 3.200.000 πληθυσμό, το Γεωργιανό με 3.500.000 πληθυσμό, το Αρμένικο με 1.300.000 πληθυσμό κ.α. Αυτό είναι το μέλλον και του μακεδονικού έθνους. Επομένως, είναι εντελώς επιστημονικό και σωστό να πιστεύουμε ότι με τη νίκη της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού στα Βαλκάνια το μακεδόνικο έθνος θα διαμορφωθεί και θα ακμάσει μόνο ως σοσιαλιστικό έθνος κάτω από τη σημαία του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.

Προς το παρόν όμως ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το ζήτημα: υπάρχει σήμερα μακεδόνικο έθνος;

Για το θέμα υπάρχουν αρκετές ασάφειες και πολλές λανθασμένες απόψεις. Κάποιοι αρνιούνται την ύπαρξη του μακεδονικού έθνους. Αυτοί είναι άνθρωποι που είτε δεν γνωρίζουν το Μακεδονικό ζήτημα είτε δεν έχουν ξεπεράσει τα μεγαλοβουλγαρικά αισθήματα, οπαδοί της παλιάς φασιστικής σοβινιστικής θέσης πως όλη η Μακεδονία είναι βουλγαρική και οι Μακεδόνες είναι «Μακεδόνες Βούλγαροι».

Άλλοι πάλι, όπως οι προδότες οπαδοί του Τίτο και του Κολισέφσκυ, τεχνητά μεγαλοποιούν το ζήτημα του μακεδονικού έθνος. Παντού αντιπαραθέτουν το μακεδονικό λαό στον αδελφό βουλγαρικό λαό. Ψάχνουν υπάρχουσες και ανύπαρκτες διαφορές ανάμεσα στους δυο σλαβικούς λαούς με σκοπό να δημιουργήσουν τεχνητό φράκτη ανάμεσα τους. Κάτι παραπάνω - οι πλαστογράφοι ιστορικοί του Κολισέφσκυ άρχισαν να αναζητούν την ιστορική και τη θεωρητική τεκμηρίωση της ύπαρξης του μακεδονικού έθνους περίπου 1000 χρόνια πίσω, στην εποχή του Αλεξάνδρου του Μακεδόνα. Αυτοί ισχυρίζονται πως οι Μακεδόνες είχαν στο παρελθόν δικό τους εθνικό κράτος, δικούς τους βασιλιάδες και αρχιεπισκόπους, πως το κράτος του Σαμουήλ του 10ου αιώνα ήταν μακεδόνικο εθνικό κράτος. Αυτοί δε συμμορφώνονται με τις υποδείξεις του Στάλιν πως «στην προκαπιταλιστική περίοδο δεν υπήρχε και δε θα μπορούσε να υπάρχει έθνος».

Πρέπει να πούμε ότι μακεδόνικο έθνος υπάρχει και αυτό είναι αναμφισβήτητο γεγονός. Η γένεση του δεν ανάγεται ούτε στην εποχή του Αλεξάνδρου του Μακεδόνα, ούτε στην εποχή του Σαμουήλ, αλλά αργότερα. Η μακεδόνικη εθνική αναγέννηση είναι στενά συνδεδεμένη με την αναγέννηση του βουλγαρικού λαού. Το μακεδονικό έθνος γεννήθηκε στους αγώνες του μακεδονικού λαού υπό την αρχηγία του προοδευτικού εθνικοεπαναστατικού κινήματος με επικεφαλής τους Γκότσε Ντέλτσεφ, Πάνε Σαντάνσκυ, Ντήμο Χατζηντήμωφ κ.α. για αυτόνομη ύπαρξη του μακεδονικού λαού, για εθνική, πολιτική και πολιτιστική απελευθέρωση. Το ίδιο το γεγονός ότι ο μακεδονικός λαός πάνω από 50 έτη διεξάγει αγώνα για την εθνική του απελευθέρωση δείχνει ότι εδώ υπάρχει άλυτο εθνικό ζήτημα, υπάρχει εθνική τυραννία, εθνική καταπίεση. Η εθνική καταπίεση κα η δουλεία του μακεδονικού λαού στη μοναρχοφασιστική Ελλάδα και στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο συνεχίζονται. Δεν υπάρχει εθνική καταπίεση μόνο για τους Μακεδόνες στην ελεύθερη περιοχή του Πιρίν και για τους πρόσφυγες στη Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας και γι’ αυτό το λόγο ο αγώνας του μακεδόνικου λαοΰ θα συνεχιστεί μέχρι την πλήρη λύση του Μακεδονικού ζητήματος και την ένωση του μακεδόνικου λαού.

Υπάρχει μακεδονικό εθνικό αίσθημα, το οποίο έχει ριζώσει πολύ βαθιά στη Μακεδονία του Αιγαίου και του Βαρδάρη. Και αυτό εξηγείται εύκολα. Ο μακεδονικός πληθυσμός στη Μακεδονία του Αιγαίου και του Βαρδάρη είχε πιο στενές σχέσεις με το βουλγαρικό λαό και μετά την προσάρτηση του στην Ελλάδα και στη Σερβία αισθάνθηκε εθνικά υποδουλωμένος. Υπάρχει μακεδονικό εθνικό αίσθημα και στους Μακεδόνες που βρίσκονται στη Βουλγαρία. Ο λαός μας θυμάται την παλιά ΒΜΡΟ (ΕΜΕΟ - Εσωτερική Μακεδόνικη Επαναστατική Οργάνωση, ΣτΜ) του Γκότσε και του Πάνε Σαντάνσκυ. Οι Μακεδόνες συγκινούνται ακούγοντας το μακεδονικό τραγούδι, τη μακεδονική γλώσσα, τους μακεδονικούς χορούς. Παρά την αφομοιωτική πολιτική των βαλκανικών κυβερνήσεων σε γενικές γραμμές υφίστανται όλα τα χαρακτηριστικά του μακεδονικού έθνους - κοινή γλώσσα, κοινό έδαφος, κοινή οικονομική ζωή, κοινή ψυχοσύνθεση. Οι Μακεδόνες έχουν κοινή ομιλούμενη λαϊκή γλώσσα με μερικές διαλέκτους και αυτό είναι ουσιαστικό στοιχείο του μακεδονικού έθνους. Όσον αφορά όμως στη λόγια μακεδονική γλώσσα, εξαιτίας του κατακερματισμού της Μακεδονίας σε 3 τμήματα ακόμα δεν υπάρχει κωδικοποιημένη και από κοινού αποδεκτή μακεδονική λόγια γλώσσα. Η γλώσσα την οποία μιλάμε εμείς στην περιοχή του Πιρίν είναι η βουλγαρική γλώσσα. Η γλώσσα η οποία επιβάλλεται στη Μακεδονία του Βαρδάρη είναι εκσερβισμένη. Όπως και αν είναι όμως η γλώσσα δεν μπορεί να αποτελεί εμπόδιο για την ανάπτυξη της μακεδόνικης συνείδησης και για τη λύση του Μακεδονικού ζητήματος. Το ζήτημα της λόγιας μακεδόνικης γλώσσας θα λυθεί στο μέλλον σε μία ελεύθερη Μακεδονία.

Με μία τέτοια αντίληψη του ζητήματος της ύπαρξης του μακεδονικού έθνους, το ΒΚΚ ακόμα πριν από τον πόλεμο υποστήριξε τη θέση για το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμοΰ του μακεδονικού λαού ως αυτόνομου έθνους. Και σήμερα το κόμμα μας υποστηρίζει την άποψη για την ύπαρξη μακεδόνικου έθνους και για το δικαίωμα εθνικού αυτοπροσδιορισμού όλων των Μακεδόνων.

Κάθε διαμάχη για το ζήτημα της ύπαρξης του μακεδονικού έθνους είναι περιττή. Για το θέμα αυτό διατύπωσε τη θέση του ο σύντροφος Δημητρώφ ο οποίος στο Πέμπτο Συνέδριο του ΒΚΚ δήλωσε: «Το κόμμα μας υποστήριζε πάντα και σήμερα σταθερά υποστηρίζει πως η Μακεδονία ανήκει στους Μακεδόνες. Πιστοί στην παράδοση των Μακεδόνων επαναστατών, μαζί με όλους τους τίμιους Μακεδόνες πατριώτες, εμείς είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι ο μακεδόνικος λαός θα πραγματοποιήσει την εθνική του ενότητα και θα εξασφαλίσει το μέλλον του ως ελεύθερο και ισότιμο έθνος στα πλαίσια της Νοτιοσλαβικής Ομοσπονδίας».

Και ο σύντροφος Ντίνο Κιόσεφ λέει: «Για μας το μακεδονικό έθνος δεν είναι μόνο ιστορικό γεγονός, αλλά μία πολιτική και ιστορική αναγκαιότητα, η οποία είναι εξαιρετικά ωφέλιμη για μη δυσάρεστες μελλοντικές εξελίξεις στη Μακεδονία και στα Βαλκάνια».

Παρ’ όλα αυτά, θα ήταν ολότελα λάθος σήμερα να αρχίσουμε να πιέζουμε τον κόσμο οπωσδήποτε να δεχτεί ότι υπάρχει μακεδόνικο έθνος και ότι αναγκαστικά όλοι, στην περιοχή του Πιρίν πρέπει να αναγνωριστούν ως Μακεδόνες στην εθνικότητα. Σχετικά μ’ αυτό χρειάζεται όχι βία, αλλά πεποίθηση, ευρείας κλίμακας διαφωτιστική δουλειά. Η γραμμή μας είναι αρκετά σωστή και, αν την αποσαφηνίσουμε, θα γίνει δεκτή από όλο το λαό μας.

Η μοναδική ελεύθερη περιοχή της Μακεδονίας όπου σήμερα ο μακεδονικός λαός μπορεί ελευθέρα να ενδυναμώνει τις σχέσεις του με την Σοβιετική Ένωση και τους δημοκρατικούς λαοΰς και να δημιουργήσει δικό του σοσιαλιστικό έθνος είναι η περιοχή του Πιρίν. Στην περιοχή του Πιρίν υπάρχουν όλες οι ευνοϊκές συνθήκες υπό την ηγεσία του ΒΚΚ και με τη βοήθεια της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας να διαμορφωθεί και να ενδυναμωθεί το μακεδονικο σοσιαλιστικό έθνος που θα συσπειρώνει όλους τους Μακεδόνες. Στη Μακεδονία του Πιρίν ο μακεδονικός λαός θα δει πραγματοποιημένο το ιδανικό του για εθνική και κοινωνική ελευθερία. Το καθήκον μας είναι να ενδυναμώνουμε το μακεδονικο αίσθημα και τη μακεδονικη συνείδηση, να εμπνέουμε αγάπη για το μακεδονικο απελευθερωτικό έργο στο παρελθόν και στο παρόν, αγάπη για τη μακεδόνικη ενότητα, να ενδυναμώνουμε την πίστη μας στο δίκαιο ιδανικό των Μακεδόνων και στο γρήγορο θρίαμβο του ιδανικού κατά την πορεία του μακεδονικού λαού προς τη δημοκρατία.19

Έτσι έχει το ζήτημα της ύπαρξης μακεδόνικου έθνους.

Πάντα πρέπει να έχουμε υπόψη μας τις οδηγίες του Στάλιν, ότι τα έθνη διαθέτουν εξαιρετικά μεγάλη συνοχή, κολοσσιαία δύναμη και ανθεκτικότητα έναντι της πολιτικής της αφομοίωσης, ότι η πολιτική της αφομοίωσης, όντας αντιλαϊκή, αντεπαναστατική, είναι καταδικασμένη σε αναπόφευκτη αποτυχία και κραχ. Γι’ αυτό μιλούν τα αδιάψευστα γεγονότα της ιστορίας. Έτσι, για παράδειγμα οι Τούρκοι αφομοιωτές, «οι πιο σκληροί από όλους τους αφομοιωτές», εκατοντάδες χρόνια βασάνιζαν και σακάτευαν τα βαλκανικά έθνη, αλλά, παρ’ όλα αυτά, δεν πέτυχαν τον απαίσιο σκοπό τους - τον αφανισμό των βαλκανικών εθνών. Απέτυχαν και εξαναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν. Οι αφομοιωτές στην τσαρική Ρωσία, όπως και οι σκληροί πρωτεργάτες του εκγερμανισμού στην Πρωσία και στην Αυστρία, διαμέλισαν το πολωνικό έθνος πάνω από 100 χρόνια. Οι Πέρσες και οι Τούρκοι αφομοιωτές εκατοντάδες χρόνια διαμέλιζαν, βασάνιζαν και εξολόθρευαν το αρμενικό και το γεωργιανό έθνος, αλλά ούτε οι πρώτοι, ούτε οι δεύτεροι κατάφεραν τον ύπουλο σκοπό τους. Οι Αγγλοαμερικάνοι αφομοιωτές, τυραννώντας και εξολοθρεύοντας κατά τη διάρκεια εκατοντάδων ετών δεκάδες και εκατοντάδες φυλές, εθνικότητες και έθνη στην Ασία, Αφρική, Αυστραλία και Αμερική επίσης θα αποτύχουν και θα εξαναγκαστούν να συνθηκολογήσουν μπροστά στο ενιαίο μέτωπο των φιλελευθέρων εθνών που ξεσηκώνονται σε αγώνα για την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους.

Ο σύντροφος Στάλιν διδάσκει πως είναι απαραίτητο να έχουμε υπόψη αυτές τις περιστάσεις «για να μπορούμε σωστά να προβλέψουμε την πιθανή πορεία των γεγονότων από τη σκοπιά της εξέλιξης των εθνών, αμέσως μετά την καταστροφή του παγκοσμίου ιμπεριαλισμού». Γι’ αυτό το λόγο η αγνόηση του μακεδονικού έθνους είναι λάθος. Ακόμα μεγαλύτερο λάθος είναι να θεωρείται πως είναι δυνατόν μέσω διατάγματος εκ των άνω να γίνει η ένωση της Μακεδονίας με τους άλλους λαούς. Όπως και αν έχει - αυτό δεν μπορεί να γίνει. Έτσι έχει το ζήτημα του μακεδόνικου έθνους. Απόλυτα σωστό και επιστημονικό είναι να θεωρούμε ότι με τη νίκη της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού στα Βαλκάνια θα λυθεί και το μακεδόνικο εθνικό ζήτημα, η Μακεδονία θα εξελιχτεί σε ελεύθερο σοσιαλιστικό έθνος στην οικογένεια των ελευθέρων βαλκανικών χωρών υπό την προστασία της Σοβιετικής Ένωσης.

15. O Τρίτσκωφ, μέλος του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος από το 1942, συμμετείχε ως πολιτικός επίτροπος στο παρτιζάνικο απόσπασμα του Νικόλα Παραπούνωφ στη βουλγαρική Μακεδονία. Τα έτη 1949-1953 ήταν γραμματέας του τμήματος «προπαγάνδας και κινητοποίησης» στο Μπλαγκόεφγκραντ.
16. Πρόκειται για τον τουρκικό πληθυσμό της Δημοκρατίας της Μπασκιρίας εντός της σημερινής ρωσικής ομοσπονδίας.
17. Στο όνομα του νέου τύπου ανθρώπου που διαμορφώνεται στο σοσιαλισμό ο Στάλιν ισοπεδώνει τις εθνοτικές ομάδες, που δεν μπόρεσαν να εξελιχθούν σε «αστικά έθνη», με τα ιστορικά «αστικά» έθνη. Στη Σοβιετική Ένωση οι εθνοτικές ομάδες, με την απόκτηση κράτους, αναβαθμίστηκαν σε «σοσιαλιστικά» έθνη, δημιουργώντας μια κουλτούρα εθνική στη μορφή, αλλά σοσιαλιστική στο περιεχόμενο. Πρόκειται για τη σοβιετική πολιτική της «korenizacija» (επιστροφή στις ρίζες, αυτοχθονισμός) που αποσκοπούσε στην ανάσχεση του εκρωσισμού διαφόρων εθνοτικών ομάδων που είχαν πολιτισμικά χαρακτηριστικά, αλλά δεν κατόρθωσαν να αναπτύξουν εθνικά κινήματα στην τσαρική Ρωσία. Έτσι, για παράδειγμα διαμορφώθηκε το λευκορωσικό, το μολδαβικό έθνος κλπ μετά την «εκ των άνω» συγκρότηση της σοβιετικής δημοκρατίας της Λευκορωσίας, της Μολδαβίας. Η σταλινική θέση για το εθνικό ζήτημα βρίσκεται σε διαμετρική αντίθεση με τις θέσεις των Μαρξ και Ένγκελς για τους οποίους λαοί χωρίς ιστορική παράδοση δεν έχουν ζωτικότητα και δεν θα φθάσουν ποτέ στην πλήρη ανεξαρτησία, πρόκειται για ψυχορραγούσες εθνότητες που ή θα αφομοιωθούν ή θα παραμείνουν εθνογραφικά μνημεία. Για τον Μαρξ και τον Ένγκελς τα μεγάλα ιστορικά έθνη θα ήταν οι φορείς της κομμουνιστικής επανάστασης. Ο Τρίτσκωφ κατατάσσει το «μακεδόνικο έθνος» στα σοσιαλιστικά έθνη. Θέλει να τονίσει ότι στην «καπιταλιστική περίοδο» οι Σλαβομακεδόνες δεν μπόρεσαν να συγκροτήσουν εθνική ταυτότητα λόγω της «αφομοιωτικής πολιτικής των Βαλκανίων καπιταλιστών». Το σοβιετικό σταλινικό μοντέλο εθνογένεσης επιβεβαιώνεται στη σλαβομακεδονική περίπτωση, κατά τον Τρίτσκωφ.
18. Ο διεθνισμός των κομμουνιστών και ο σύγχρονος κοσμοπολιτισμός των οπαδών της παγκοσμιοποίησης έχουν ως κοινό παρανομαστή τη συρρίκνωση του εθνικού κράτους. Αν το λυκόφως του 20ού αιώνα σημαδεύτηκε από την πτώση του κομμουνισμού, το λυκαυγές του 21ου αιώνα χαρακτηρίστηκε από την κατάρρευση του νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού μοντέλου. Το εθνικό κράτος αποδείχτηκε μέχρι σήμερα αξεπέραστο, άσχετα αν η ευέλικτη προσαρμογή του στα νέα δεδομένα είναι απαραίτητη.
19. Ο Τρίτσκωφ θεωρεί το «μακεδονικό» έθνος ως σύγχρονο σοσιαλιστικό έθνος και αρνείται την ιστορικότητα του, την οξεία αντιπαράθεση του με το βουλγαρικό λαό. Συντονιζόμενος με την αντιγιουγκοσλαβική εκστρατεία του ΒΚΚ, θεωρεί το βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας ως τη «μόνη ελεύθερη περιοχή» όπου οι «Μακεδόνες» απολαμβάνουν την ελευθερία τους και «καλλιεργούν την κουλτούρα τους» σε ακατάλυτη ενότητα με το βουλγαρικό λαό. Στην πράξη ωστόσο οι «Μακεδόνες του Πιρίν» χρησιμοποιούσαν τη βουλγαρική γλώσσα και δεν είχαν δικές τους κομματικές οργανώσεις, θεωρούνταν τμήμα του βουλγαρικού λαού, γλωσσική-πολιτισμική ομάδα και όχι εθνική μειονότητα. Απλά για λόγους πολιτικής προπαγάνδας το ΒΒΚ διοργάνωνε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις «των Μακεδόνων του Πιρίν» που δεν είχαν αντιβουλγαρικό περιεχόμενο.

***

5. ΑΠΟΦΑΣΗ Ν° 37 ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΒΚΚ (20 Δεκεμβρίου 1951)
Παρόντες: οι σύντροφοι Β. Τσερβένκωφ, Γ. Τσανκώφ, Βλ. Ποπτόμωφ, Ρ. Νταμιγιάνωφ, Μ. Νέιτσεφ, Αντών Γιοΰγκωφ, Τ. Ζίφκωφ, Γ. Τσανκώφ, Ντ. Ντήμωφ, Ιβ. Ράϊκωφ.

ΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΙΚΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΠΙΡΙΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ-ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ ΤΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

1. Καθοδηγητικές αρχές στην πολιτική του Κόμματος σχετικά με το Μακεδoνικό ζήτημα παραμένουν και σήμερα οι βασικές θέσεις οι οποίες εκφράστηκαν στην εισήγηση του συντρόφου Γκεώργκυ Δημητρώφ στο Πέμπτο Συνέδριο του Βουλγάρικου Κομμουνιστικού Κόμματος. Αυτές οι, βασικές θέσεις συνοψίζονται στα εξής:
α) το κόμμα μας υποστηρίζει σταθερά την άποψη πως η Μακεδονία ανήκει στους Μακεδόνες,
β) το κόμμα είναι υπέρ της δίκαιης και συνολικής δημοκρατικής λΰσης του Μακεδονικου ζητήματος με την ισχυρή υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης,
γ) η απιστία της προδοτικής κλίκας του Τίτο ματαίωσε τη δίκαιη και συνολική λύση του Μακεδονικού ζητήματος και την πραγματοποίηση της εθνικής ενότητας του μακεδονικού λαού.

2.Η προδοσία των οπαδών του Τίτο και η μεταπήδηση τους στο πλευρό των ιμπεριαλιστών μετέβαλε ριζικά τις μέχρι τότε σχέσεις μεταξύ Βουλγαρίας και Γιουγκοσλαβίας. Απώλεσαν το νόημα τους τα ζητήματα για την ίδρυση μίας Νοτιοσλαβικής Ομοσπονδίας Λαϊκών Δημοκρατιών και για τη συνένωση της μακεδονικης περιοχής του Πιρίν στο πλαίσιο μίας Μακεδονικής Λαϊκής Δημοκρατίας στην Γιουγκοσλαβία. Επιπλέον, έγινε σαφές πως τον πόθο για ενότητα, για κρατική ένωση των λαών της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας που απελευθέρωσε ο σοβιετικός στρατός από το ζυγό του ιμπεριαλισμού και του φασισμού, τον εκμεταλλεύτηκε δολίως η κλίκα του Τίτο για να υποτάξει τη Βουλγαρία, να την αποσπάσει από τη Σοβιετική Ένωση και να την οδηγήσει στο στρατόπεδο των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών. Για τους ίδιους προδοτικούς σκοπούς οι οπαδοί του Τίτο ήθελαν να εκμεταλλευτούν το φυσικό πόθο για εθνική ένωση του μακεδόνικου πληθυσμού από τα δυο τμήματα της Μακεδονίας.

Η προδοσία των οπαδών του Τίτο εμπόδισε τη δημοκρατική λΰση του Μακεδόνικου ζητήματος. Αυτή η προδοσία, μαζί με τη φασιστικοποίηση του καθεστώτος στη Γιουγκοσλαβία (συμπεριλαμβανομένης και της Δημοκρατίας της Μακεδονίας) και τη μετατροπή της σε προγεφύρωμα για επίθεση του αγγλοαμερικανικοΰ συνασπισμού εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, της Λαϊκής δημοκρατίας της Βουλγαρίας και των άλλων χωρών των λαϊκών δημοκρατιών έδωσαν νέα πολιτική τροπή στο Μακεδονικό εθνικό ζήτημα. Για το μακεδονικό πληθυσμό στη Γιουγκοσλαβία (για τον πληθυσμό της Δημοκρατίας της Μακεδονίας), όπως και για το μακεδονικό πληθυσμό στην Ελλάδα, αυτή η νέα τροπή εκφράστηκε στο συνεχή και αποφασιστικό του αγώνα, μαζί με τις δημοκρατικές δυνάμεις σ’ αυτές τις δυο χώρες, για την ανατροπή του αιμοδιψούς αυτού φασιστικο-αστυνομικού καθεστώτος της κλίκας των Τίτο-Κολισέφσκυ και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών και για τη συντριβή των αλυσίδων του ενισχυόμενου ιμπεριαλιστικού ζυγοΰ, τον οποίο επέβαλαν οι Αγγλοαμερικάνοι επιδρομείς στους λαούς της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδος, συμπεριλαμβανομένου και του μακεδόνικου λαού.

Όσον αφορά στο μακεδόνικο πληθυσμό στη Βουλγαρία (την περιοχή του Πιρίν και τους πολυάριθμους Μακεδόνες πρόσφυγες), η νέα τροπή του Μακεδονικού ζητήματος εκδηλώνεται στην υποστήριξη με όλες τις δυνάμεις του απελευθερωτικού αγώνα του μακεδονικού πληθυσμού στη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, στην αποφασιστική αποκάλυψη της κλίκας του Τίτο και του Κολισέφσκυ η οποία παρέδωσε τη Γιουγκοσλαβία (μαζί με τη Μακεδονία) στα χέρια των Αγγλοαμερικάνων, υποκινητών πολέμου. Μ’ αυτόν τον τρόπο οι μακεδονικές μάζες στη Βουλγαρία μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στον αγώνα εναντίον της φασιστικής κλίκας του Τίτο και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών.

3. Στην παρούσα πολιτική κατάσταση των Βαλκανίων το μεγαλύτερο τμήμα του μακεδονικου λαού τελεί υπό την καταπίεση της φασιστικής συμμορίας του Τίτο και της μοναρχοφασιστικής κλίκας στην ελληνική Μακεδονία. Και οι δυο αυτές χώρες έχουν φασιστικό καθεστώς και βρίσκονται σε υποτελή εξάρτηση από τους Αγγλοαμερικάνους ιμπεριλιστές, επομένως και οι δυο χώρες είναι στο στρατόπεδο των υποκινητών νέου πολέμου. Μόνο στη Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η οποία βρίσκεται στο μέτωπο της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση, ο μακεδονικός πληθυσμός στην περιοχή του Πιρίν και οι Μακεδόνες πρόσφυγες έχουν αποκτήσει την οικονομική και εθνική απελευθέρωση τους και απολαμβάνουν σήμερα όλα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες, αναπτύσσουν ελευθέρα την εθνική τους κουλτούρα και μαζί με το βουλγαρικό λαό οικοδομούν με επιτυχία το σοσιαλισμό στη Μακεδονία του Πιρίν και σ’ όλο το κράτος μας. Έτσι όπως έχουν τα πράγματα είναι σαφές ότι, εφόσον στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα υπάρχει φασιστικό καθεστώς και εφόσον αυτές οι χώρες βρίσκονται στο στρατόπεδο των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών, δεν μπορεί ούτε καν να υπάρξει συζήτηση για δημοκρατική λύση του Μακεδόνικου ζητήματος. Αυτό θα γίνει δυνατόν μόνο μετά τη συντριβή του ιμπεριαλιστικού ζυγού και της φασιστικής τυραννίας, μετά τη νίκη των δημοκρατικών δυνάμεων στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα. Τότε θα δημιουργηθούν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για τον ελεύθερο αυτοπροσδιορισμό του μακεδονικού λαού, για την εθνική και την κρατική του ένωση.

Για τη λύση αυτού του προβλήματος ο μακεδονικός λαός θα έχει την αδελφική υποστήριξη της σοσιαλιστικής Βουλγαρίας, των δημοκρατικών δυνάμεων στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα, όλου του μετώπου της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού και προπάντων θα έχει την ισχυρή υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης. Γι’ αυτό ακριβώς ο μακεδονικός λαός ενδιαφέρεται έντονα για τη νίκη των δημοκρατικών δυνάμεων στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα, για τη νίκη του μετώπου της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση.

4. Το κεντρικό καθήκον σήμερα για όλες τις δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις του κόσμου είναι ο αγώνας για ειρήνη, για ματαίωση των σχεδίων των Αγγλοαμερικάνων ιμπεριαλιστών να προκαλέσουν νέο παγκόσμιο πόλεμο. Η νίκη της ειρήνης θα σημάνει νίκη των δυνάμεων της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού στα Βαλκάνια και στον κόσμο. Γι’ αυτό το λόγο ακριβώς ο μακεδονικός λαός ενδιαφέρεται έντονα για την επιτυχία του αγώνα για ειρήνη, για την αποκάλυψη των Αγγλοαμερικάνων υποκινητών πολέμου και των υπηρετών του φασισμού στα Βαλκάνια που εκπροσωπούνται από την προδοτική συμμορία του Τίτο και από τους Έλληνες μοναρχοφασίστες. Έτσι, το βασικό καθήκον του μακεδονικού εθνικού κινήματος σήμερα είναι ο αγώνας για ειρήνη, ελευθερία και δημοκρατία στα Βαλκάνια και η επιτυχία του αγώνα αυτού θα δημιουργήσει προϋποθέσεις για εθνική ένωση του μακεδονικού λαού.

5. Η φασιστική κλίκα του Τίτο, αλλά και οι Έλληνες μοναρχοφασίστες, προσχώρησαν οριστικά στο στρατόπεδο των Αγγλοαμερικάνων υποκινητών πολέμου. Αρχηγοί στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα είναι σήμερα οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές οι οποίοι όλο και περισσότερο υποδουλώνουν οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά αυτές τις χώρες, υποδουλώνουν επομένως και το μακεδονικό λαό. Ο γιουγκοσλαβικός στρατός, όπως και ο ελληνικός, εξοπλίζονται με αμερικανικά όπλα, εκπαιδεύονται σε αμερικανικές στρατιωτικές αποστολές και τέθηκαν πραγματικά υπό τον έλεγχο της αμερικανικής στρατιωτικής διοίκησης στην Ευρώπη. Η Γιουγκοσλαβία και η Ελλάδα, επομένως και η Μακεδονία, μετατράπηκαν σε στρατιωτική βάση των Αμερικάνων επιδρομέων εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και των άλλων Λαϊκών Δημοκρατιών. Πρόσφατα ο προϊστάμενος του επιτελείου των αμερικανών χερσαίων στρατευμάτων - ο στρατηγός Κόλινς- ήρθε στη Γιουγκοσλαβία για να ελέγξει τις στρατιωτικές της δυνάμεις και την στρατιωτική της ετοιμότητα, πήγε και στη Μακεδονία για την οποία είπε πως έχει εξαιρετική στρατηγική σημασία για τις μελλοντικές επιθετικές δραστηριότητες στα Βαλκάνια. Η συμμορία του Τίτο, και αυτό πια δεν αμφισβητείται, ετοιμάζεται να θυσιάσει τους γιουγκοσλάβικους λαούς, συμπεριλαμβανομένου και του μακεδονικού λαού, για τα συμφέροντα των Αμερικανών εκατομμυριούχων και την τρελή τους μανία να επιβάλουν την παγκόσμια ηγεμονία. Η Γιουγκοσλαβία στην πραγματικότητα θα καταληφθεί από το στρατό του αγγλοαμερικανικού επιθετικού συνασπισμού, έτσι όπως καταλήφθηκαν η Ελλάδα και οι χώρες της δυτικής Ευρώπης. Δεν θα απομείνει τίποτα από την εθνική ανεξαρτησία των γιουγκοσλαβικών λαών, έτσι όπως δεν απέμεινε τίποτα από την ανεξαρτησία του ελληνικού λαού. Πα τη μοίρα τους θα αποφασίζουν μόνο οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές.

6. Ως αποτέλεσμα ο μακεδονικός λαός, αλλά και οι άλλοι λαοί στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα, υποβάλλονται σήμερα σε διπλή καταπίεση - την καταπίεση των Αμερικάνων ιμπεριαλιστών και την καταπίεση της φασιστικής τυραννίας των υπηρετών του Τίτο και των μοναρχοφασιστών. Γι’ αυτό μπροστά στο μακεδονικό λαό και στους άλλους λαούς της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας, μπροστά στα δημοκρατικά κινήματα αυτών των χωρών τίθεται το ιστορικό καθήκον να ξεκινήσουν αποφασιστικό αγώνα εναντίον του αιμοδιψούς φασιστικο-αστυνομικοΰ καθεστώτος της συμμορίας του Τίτο και των μοναρχοφασιστών για ελευθερία και δημοκρατία. Για το λόγο αυτό ο εθνικός απελευθερωτικός αγώνας του μακεδονικου λαού έχει σήμερα αντιιμπεριαλιστικό και ταυτόχρονα αντιφασιστικό και επομένως λαοκρατικό χαρακτήρα.

7. Η κλίκα του Τίτο, κυριευμένη από ασυγκράτητη εθνικιστική λύσσα, δεν εμπιστεύεται τις μακεδονικές λαϊκές μάζες των οποίων η συμπάθεια προς τη Σοβιετική Ένωση, τη Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας, προς τις δυνάμεις της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού είναι γνωστή και γι’ αυτό όλες οι νευραλγικές θέσεις (στρατός, αστυνομία, διοίκηση, οικονομία, παιδεία) στην λεγόμενη Δημοκρατία της Μακεδονίας στη Γιουγκοσλαβία παραδόθηκαν στα χέρια των σταλμένων από έξω πρακτόρων του Τίτο. Η πουλημένη ληστοσυμμορία του Κολισέφσκυ είναι μόνο επικάλυμμα της εθνικής καταπίεσης στην οποία υποβάλλεται σήμερα ο μακεδονικός λαός και η οποία δεν διαφέρει από την καταπίεση του βασιλιά Αλέξανδρου και του γνωστού Ζίκα Λάζιτς.20

Σήμερα, όπως και στην εποχή της μοναρχικής Γιουγκοσλαβίας, οι καλύτεροι και οι ευφυέστεροι γιοι και κόρες του μακεδονικού λαού στέλνονται εκατοντάδες και χιλιάδες σε αργό θάνατο στα στρατόπεδα του θανάτου.21 Έτσι, τίποτα δεν απέμεινε από τις ελευθερίες και τη λεγόμενη αυτοδιαχείριση του μακεδονικού λαού στη Δημοκρατία της Μακεδονίας στη Γιουγκοσλαβία. Αυτή η κατάσταση μετατρέπει τον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα στη Δημοκρατία της Μακεδονίας σ’ έναν παλλαϊκό αγώνα. Όλος ο μακεδόνικος λαός, εξαιρουμένων των λίγων πουλημένων πρακτόρων του Τίτο γύρω από τον Κολισέφσκυ, ενδιαφέρεται γι’ αυτόν τον πατριωτικό, παλλαϊκό αγώνα για κατάλυση του μισητού φασιστικο-αστυνομικοΰ καθεστώτος της κλίκας του Τίτο, για αγώνα απόκτησης μίας ανεξάρτητης και δημοκρατικής Μακεδονίας.

8. Ο μακεδόνικος πληθυσμός στην ελληνική Μακεδονία, ο οποίος υποβάλλεται σε αγριότατη εθνική τυραννία και απεθνοποίηση, ενδιαφέρεται ζωηρά να αγωνιστεί μαζί με τις δημοκρατικές δυνάμεις στην Ελλάδα, υπό την καθοδήγηση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, για την αποτίναξη του ζυγού της αγγλοαμερικανικής ιμπεριαλιστικής δουλείας, για την κατάργηση του αιμοδιψούς μοναρχοφασιστικού καθεστώτος, για ειρήνη, ανεξαρτησία, ελευθερία και δημοκρατία.

9. Ο μακεδόνικος πληθυσμός στην περιοχή του Πιρίν, καθώς επίσης και οι Μακεδόνες πρόσφυγες στη Βουλγαρία, υποστηρίζουν ηθικά και πολιτικά τον απελευθερωτικό αγώνα του μακεδονικού λαου στη γιουγκοσλαβική Μακεδονία, αλλά και στην ελληνική Μακεδονία. Αυτή η ηθικο-πολι/ακή υποστήριξη εκδηλώνεται με διάφορες μορφές - με συστηματική προπαγάνδα μέσω του ραδιοφώνου και μέσω του τΰπου• με συλλαλητήρια, συνελεύσεις και συζητήσεις, στις οποίες παίρνονται αποφάσεις διαμαρτυρίας και γίνονται αποκαλύψεις22 για να σταλθούν στην ΟΗΕ, στον Παγκόσμιο Συμβούλιο Ειρήνης και σε άλλες διεθνείς οργανώσεις, με την προβολή και αντίστοιχων συνθημάτων και εκκλήσεων. Είναι λογικό κάποιοι Μακεδόνες επαναστάτες του παρελθόντος, μέσω του ραδιοφώνου και του τύπου, να προβαίνουν σε αποκαλύψεις και να κάνουν εκκλήσεις, στιγματίζοντας το φασιστικο-αστυνομικό αιμοδιψές καθεστώς των οπαδών του Τίτο και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών, να καλούν ταυτόχρονα τους Μακεδόνες πατριώτες να συγκροτήσουν ένα ευρυ εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο και, μαζί με τις γιουγκοσλαβικές και ελληνικές λαϊκές μάζες, να ξεκινήσουν αποφασιστικό αγώνα για την κατάλυση της φασιστικής τυραννίας, για ελευθερία και δημοκρατία.

10. Τα πιο σημαντικά συνθήματα και OL εκκλήσεις που πρέπει να προβάλλονται στην προφορική και γραπτή μακεδόνικη προπαγάνδα έχουν ως εξής: «Μακεδόνες πατριώτες, αγωνιστείτε για ειρήνη, ξεσκέπαστε τους Αγγλοαμερικάνους, τους υποκινητές νέου παγκοσμίου πολέμου, και τους υπηρέτες τους στα Βαλκάνια - τους οπαδούς του Τίτο και τους Έλληνες μοναρχοφασίστες».

«Κάτω η προδοτική συμμορία του Τίτο και του Κολισέφκυ η οποία εξαπάτησε τη Σοβιετική Ένωση, το σλαβισμό, τη δημοκρατία και το σοσιαλισμό και η οποία παίζει τον απαίσιο ρόλο του πολιτικού και στρατιωτικού προβοκάτορα των Αγγλοαμερικανών, των υποκινητών πολέμου».

«Έξω OL αμερικανικές στρατιωτικές και πολιτικές αποστολές από τη Μακεδονία και τη Γιουγκοσλαβία που μετατρέπουν τη χώρα σε βάση επίθεσης εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών της Λαϊκής Δημοκρατίας».

«Μακεδόνες πατριώτες από την ελληνική Μακεδονία, αγωνιστείτε υπό την ηγεσία του ΚΚΕ μαζί με τις ελληνικές λαϊκές μάζες, εναντίον του αιμοδιψούς μοναρχοφασιστικού καθεστώτος για ελευθερία και δημοκρατία, για ανεξαρτησία»

«Oι Μακεδόνες ποτέ δε θα στρέψουν το όπλο τους εναντίον της αδελφικής Σοβιετικής Ένωσης, εναντίον της αδελφικής Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και των άλλων λαοκρατικών χωρών»

«Τα ζωτικά εθνικά συμφέροντα των Μακεδόνων επιβάλλουν αποφασιστικό αγώνα εναντίον της προδοτικής συμμορίας των οπαδών του Τίτο και του Κολισέφσκυ και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών, υπηρετών των ιμπεριαλιστών - άσπονδων εχθρών των πόθων για ελευθερία και δημοκρατία, για εθνική ένωση του μακεδονικού λαού».

«Μακεδόνες πατριώτες, μην επιτρέπετε στους προδότες οπαδούς του Τίτο και του Κολισέφσκυ να ληστεύουν, να εξάγουν τα πλούτη της γης σας και να τα παραδίδουν στους Αγγλαοαμερικάνους, τους υποκινητές πολέμου»

«Στο αιμοβόρο φασιστικό, αστυνομο-τρομοκρατικό καθεστώς του Τίτο και του Κολισέφσκυ αντιπαραθέστε τον αποφασιστικό ενιαίο αγώνα σας, αγώνα ανδρών και γυναικών, νεαρών αγοριών και κοριτσιών για ελευθερία και δημοκρατία - αγωνιστείτε έτσι όπως πριν OL πατέρες και οι μάνες σας ηρωικά πάλευαν για την ελευθερία τους υπό τη σημαία των επαναστατών του Ίλίντεν, υπό την αρχηγία των μεγάλων Μακεδόνων επαναστατών, Γκότσε Ντέλτσεφ, Πάνε Σαντάνσκυ, Ντήμο Χατζηντήμωφ και άλλων, εναντίον της τυραννίας και του ζυγου των Τούρκων σουλτάνων, πασάδων και μπέηδων»

«Μακεδόνες, μην πιστεύετε τα ψέματα του Τίτο ότι δήθεν στη Γιουγκοσλαβία οικοδομείται σοσιαλισμός και ότι οι Αμερικάνοι ιμπεριαλιστές εξοπλίζουν το στρατό του Τίτο για την άμυνα της χώρας. Με τα ψέματα αυτά στοχεύουν να σας αποκοιμίσουν και πιο εύκολα να σας οδηγήσουν στο μακελειό που ετοιμάζεται για τα συμφέροντα των Αγγλοαμερικάνων εκατομμυριούχων»

«Ο φιλελεύθερος και προοδευτικός μακεδονικός λαός, όπως και οι άλλοι, φιλελεύθεροι λαοί της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας, θα σπάσουν τις αλυσίδες του αγγλοαμερικανικού ιμπεριαλιστικού ζυγού και των οπαδών του Τίτο και των μοναρχοφασιστών υπηρετών τους και θα ταχθούν εκεί που είναι η θέση τους -στην οικογένεια των ειρηνοφίλων και δημοκρατικών λαών, με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση»

«Μακεδόνες, αγωνιστείτε για αδελφική φιλία με τη μεγάλη Σοβιετική Ένωση, με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας, με τις δημοκρατικές δυνάμεις στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα και με τις δυνάμεις της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού σε όλον τον κόσμο»,

«Oι δυνάμεις της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση είναι πολύ πιο ισχυρές από τις δυνάμεις των Αγγλοαμερικάνων, των υποκινητών πολέμου, η ειρήνη θα νικήσει τον πόλεμο, εμπρός για αποφασιστικό αγώνα για ειρήνη, ελευθερία και δημοκρατία».

11. Για να είναι αποτελεσματική η πολιτική βοήθεια που ο μακεδονικός πληθυσμός στην περιοχή του Πιρίν και οι Μακεδόνες πολιτικοί πρόσφυγες πρέπει να παρέχουν στους Μακεδόνες από τη Γιουγκοσλαβία και την ελληνική Μακεδονία είναι απαραίτητο οι ίδιοι οι Μακεδόνες να γνωρίζουν σωστά τη σημερινή κατάσταση του Μακεδονικού ζητήματος, να γνωρίζουν πολύ καλά το χαρακτήρα, τους σκοπούς και τα καθήκοντα του μακεδονικού απελευθερωτικού αγώνα, καθώς επίσης και τις προοπτικές για δημοκρατική λύση του Μακεδονικού ζητήματος, για εθνική ένωση του μακεδονικού λαού. Για το σκοπό αυτό είναι απαραίτητο σε εισηγήσεις, ομιλίες και συζητήσεις στις οποίες θίγεται η διεθνής κατά-σταση να αναφέρεται και το Μακεδόνικο ζήτημα, να αποσαφηνί-ζονται οι προοπτικές της δημοκρατικής του λΰσης, αλλά και οι στόχοι και τα καθήκοντα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα των Μακεδόνων από τη γιουγκοσλαβική και ελληνική Μακεδονία. Δεν πρέπει να παραλείπεται κατά την αποκάλυψη της προδοτικής, φασιστικής συμμορίας του Τίτο και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών ο στιγματισμός τους ως καταπιεστών και υποδουλωτών του μακεδονικού λαού.

Είναι, επίσης απαραίτητο να παρουσιάζονται μπροστά στο μακεδονικό πληθυσμό στην περιοχή του Πιρίν και στους Μακεδόνες πολιτικούς πρόσφυγες αυτοτελή θέματα για το Μακεδονικό ζήτημα στο παρελθόν και στο παρόν, για το χαρακτήρα και τα καθήκοντα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του μακεδονικού λαού σήμερα. Σε ομιλίες και συζητήσεις να αντιπαραθέτονται οι μεγάλες οικονομικές και πολιτιστικές επιτυχίες, τα επιτεύγματα στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην περιοχή του Πιρίν έναντι της οικονομικής και πολιτιστικής παρακμής, της ιμπεριαλιστικής ληστείας και καταπίεσης στη Μακεδονία υπό το ζυγό της φασιστικής συμμορίας του Τίτο και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών.

12. Οι κομματικές οργανώσεις πρέπει να δώσουν σημαντική βοήθεια στο μακεδόνικο πληθυσμό στην περιοχή του Πιρίν για να αναπτύξει σε προοδευτική κατεύθυνση τον τρόπο ζωής του, την επαναστατική παράδοση του στα λαϊκά πολιτιστικά έργα του και πάνω τους να οικοδομήσει και να αναπτύξει την εθνική και σοσιαλιστική του νέα μακεδονική κουλτούρα. Πρέπει να προβάλλονται τα λαϊκά έργα με όλα τα μέσα, με την ίδρυση εθνικών χορωδιών, μουσικών και χορευτικών συγκροτημάτων, ερασιτεχνικών θεατρικών ομίλων και άλλων μορφών ποικίλου εθνικού ερασιτεχνισμού. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και σ’ εκείνες τις αστικές και αγροτικές περιοχές όπου ζει η πιο συμπαγής μάζα των Μακεδόνων πολιτικών προσφυγών, οι καλύτεροι μακεδονικοί ερασιτεχνικοί σύλλογοι πρέπει να ασκούν συστηματική προπαγάνδα μέσω ραδιοφώνου στο μακεδόνικο πληθυσμό στη Γιουγκοσλαβία και στην Ελλάδα. Είναι απαραίτητη η αντιπαραβολή της λεγόμενης μακεδονικής πολιτιστικής ερασιτεχνικής δημιουργίας στη Δημοκρατία της Μακεδονίας στη Γιουγκοσλαβία, η οποία αναπτύσσεται στη δηλητηριώδη ατμόσφαιρα της πολιτικής αντίδρασης και της πνευματικής παρακμής, προς τον ελεύθερο και προοδευτικό πολιτιστικό ερασιτεχνισμό του μακεδονικού πληθυσμού στην περιοχή του Πιρίν ο οποίος αναπνέει τον αέρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, της οικονομικής, πολιτιστικής και ηθικής ακμής της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και εμπνέεται από την πιο προοδευτική ιδεολογία του Μαρξισμού-Λενινισμου.

13. Όλη η προπαγάνδα και η διαφώτιση στο Μακεδονικό ζήτημα πρέπει να πραγματοποιηθεί υπό την ηγεσία του Κόμματος, των κομματικών επιτροπών και οργανώσεων στην περιοχή του Πιρίν, έχοντας πάντα υπόψη τη θέση του Λένιν και του Στάλιν πως το εθνικό ζήτημα υποτάσσεται στα συμφέροντα της προλεταριακής επανάστασης. Αυτή η μπολσεβίκικη θέση, εφαρμοσμένη στην επικρατούσα σημερινή κατάσταση, σημαίνει πως τα πρωταρχικά καθήκοντα των μαζών στην περιοχή του Πιρίν, είτε ανήκουν στο κόμμα είτε όχι, είναι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού, η ενίσχυση της οικονομικής, πολιτικής και αμυντικής δύναμης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας. Είναι απαραίτητο να συνδυαστούν με ευφυή τρόπο τα πρωταρχικά καθήκοντα για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση με τα καθήκοντα του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του μακεδονικου λαού.

Πρέπει επίσης να επισημανθεί η αναγκαιότητα για μπολσεβίκικη επαγρύπνηση, ώστε να μην επιτραπούν εθνικιστικές και σοβινιστικές διαστρεβλώσεις στη διαφώτιση και στην προπαγάνδα για το Μακεδονικό ζήτημα. Ποτέ οι προδοτικές φασιστικές κλίκες του Τίτο και των Ελλήνων μοναρχοφασιστών δεν συγχέονται με τις εργατικές μάζες στην Ελλάδα και στη Γιουγκοσλαβίας με τις οποίες ο μακεδονικός λαός έχει φιλικές σχέσεις και δίνει από κοινού απελευθερωτικό αγώνα εναντίον του ίδιου εχθρού. Η απελευθέρωση της Μακεδονίας και η εθνική ένωση του μακεδονικού λαού θα πραγματοποιηθούν με τη ισχυρή υποστήριξη των δυνάμεων της ειρήνης, της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού, με επικεφαλής τη Σοβιετική Ένωση. Επομένως, στη βάση του απελευθερωτικού αγώνα του μακεδονικού λαού σήμερα πρέπει να τίθεται η αδελφική φιλία και η μαχητική συνεργασία με τους δημοκρατικούς λαούς. Απαιτείται συνεχή επαγρύπνηση και μεγάλη προσοχή από την πλευρά των κομματικών οργανώσεων, αλλά και από την πλευρά των ίδιων των μακεδονικών μαζών της περιοχής του Πιρίν, στην αντιλαϊκή και υπονομευτική δραστηριότητα των πρακτόρων του Τίτο και του Μιχαήλωφ, που υπηρετούν σήμερα και οι δυο τον ίδιο αφέντη, τους Αμερικάνους επιδρομείς. Εναντίον αυτών των εχθρικών πρακτόρων πρέπει να δίνεται αποφασιστικότατος αγώνας σαν να είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και του μακεδονικού απελευθερωτικού έργου. Ένα επιτακτικό καθήκον των κομματικών οργανώσεων στην περιοχή του Πιρίν, βρισκόμενη κοντά σε δυο εχθρικά σύνορα, είναι η διαπαιδαγώγηση του πληθυσμού για μεγάλη επαναστατική επαγρύπνηση στην υπονομευτική και προκλητική δραστηριότητα των εχθρών πέρα από τα δυο σύνορα, διαπαιδαγώγηση για την παροχή ολόπλευρης βοήθειας για την άμυνα των συνόρων, διαπαιδαγώγηση για απεριόριστη αγάπη προς τη σοσιαλιστική πατρίδα, για φλογερό πατριωτισμό και προλεταριακό διεθνισμό, καθώς επίσης και για μαζικό εργατικό ηρωισμό, για την οικοδόμηση μίας ισχυρής και ακμάζουσας σοσιαλιστικής Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας.
(υπογραφή του Τσερβένκωφ)

FOND IB, Opis 6, Arhiva Edinica 160

20.Εννοεί την πολιτική του βίαιου εκσερβισμοΰ των Σλαβομακεδόνων στη Γιουγκοσλαβία του Μεσοπολέμου και τη δράση παραστρατιωτικών σερβικών οργανώσεων των οποίων προίστατο ο Λάζιτς.
21.Εννοεί τα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Κομινφορμιστών, όσων δηλαδή δέχτηκαν τις αντιτιτοϊκές θέσεις της Κομινφόρμ, στο ξερονήσι της Αδριατικής Γκόλι Ότοκ, τη Μακρόνησο της Γιουγκοσλαβίας.
22. Εννοεί ότι αποκαλύπτονται οι πράκτορες του Τίτο και η προδοσία τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: