Στην Ελλάδα το ζήτημα έχει μέχρι τώρα αντιμετωπισθεί στα πλαίσια του υπάρχοντος μαθήματος «των θρησκευτικών» και επομένως έχουν τεθεί δύο βασικά ερωτήματα που συνδέονται με την απαλλαγή από το μάθημα και τα οποία τέθηκαν και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Πρώτο ερώτημα: Για την απαλλαγή χρειάζεται ή όχι η δικαιολόγηση, δηλαδή επίκληση διαφορετικών πεποιθήσεων (στην Ελλάδα δήλωση ότι δεν ανήκουν στην ορθόδοξη Εκκλησία)
Δεύτερο ερώτημα: Εάν το μάθημα των θρησκευτικών δεν είναι ομολογιακό, αλλά θρησκευτικό, αναφέρεται δηλαδή στα ανά τον κόσμο θρησκεύματα, κάνοντας όμως ασφαλώς κάποια αναφορά σε μία θρησκεία (στην Ελλάδα στην Ορθοδοξία), μπορεί να είναι υποχρεωτικό για όλους;
Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα δεν είναι απλή όσο φαίνεται. Κι αυτό διότι κατά την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το δικαίωμα απαλλαγής προβλέπεται για να εξασφαλίσουν οι γονείς εκπαίδευση σύμφωνη με τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις τους (όταν προφανώς αυτές είναι διαφορετικές από το περιεχόμενο του μαθήματος). Αυτό αναπόφευκτα απαιτεί δικαιολόγηση, αφού μάλιστα, κατά την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου οι πεποιθήσεις δεν είναι «απλές γνώμες ή ιδέες», αλλά «απόψεις που έχουν βαθμό ισχύος, σοβαρότητας, συνοχής και σημαντικότητας».
Εν τούτοις, το δικαστήριο αυτό, στην πρόσφατη απόφαση Folger κατά της Νορβηγίας, για να απορρίψει κάθε δικαιολόγηση της αίτησης απαλλαγής, παρέλειψε να ερευνήσει αν υπήρχαν διαφορετικές πεποιθήσεις των γονέων με τα κριτήρια που το ίδιο είχε θέσει. Έτσι, ήλθε σε αντίφαση με την ίδια τη νομολογία του (η υπόθεση, είναι αλήθεια, δίχασε το Δικαστήριο και η απόφαση ελήφθη με οριακή πλειοψηφία 9 προς 8).
Η απάντηση του δικαστηρίου στο δεύτερο ερώτημα θα απογοητεύσει όσους νομίζουν, κυρίως θεολόγους, ότι με το θρησκειολογικό περιεχόμενο μπορεί το μάθημα να είναι υποχρεωτικό για όλους. Στην ίδια υπόθεση Folger, ο νορβηγικός νόμος είχε εισάγει ευρύ θρησκειολογικό και φιλοσοφικό μάθημα, απλώς προέβλεπε για τον διδάσκοντα να έχει χριστιανικό προσανατολισμό. Επιπλέον, έδινε στους γονείς το δικαίωμα μερικής απαλλαγής για τα τμήματα του μαθήματος που ήταν αντίθετα με τις πεποιθήσεις τους. Το δικαστήριο αποφάσισε ότι και σ΄αυτό το θρησκειολογικό μάθημα επιβάλλεται να υπάρχει δυνατότητα όχι μόνο μερικής , αλλά ολικής απαλλαγής!
Αλλά μήπως και το «απόλυτο» θρησκειολογικό μάθημα χωρίς καμιά ιδιαίτερη αναφορά σε κάποια θρησκεία θα μπορούσε να επιβληθεί ως υποχρεωτικό, όπως νομίζεται από μία ακραία ισοπεδωτική – και αντιπαιδαγωγική αντίληψη-; Ακριβώς τότε θα ήταν αναγκαία η δυνατότητα απαλλαγής για όσους θα είχαν πεποιθήσεις αντίθετες με την ισοπεδωτική μεταχείριση των θρησκειών και την έλλειψη αναφοράς στη θρησκεία τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους, είναι αναγκαίο – αναφερόμαστε στην Ελλάδα- η λύση να ζητηθεί σε ένα μάθημα που θα εστιάζεται όχι σε μία θρησκεία ή στα θρησκεύματα συνολικά, αλλά σε μία συγκεκριμένη θρησκευτική κληρονομιά ως αντικειμενικό δεδομένο. Στην Ελλάδα αυτό σημαίνει «μάθημα χριστιανικής ορθόδοξης κληρονομιάς».
Εκ μέρους της Ομάδας Πρωτοβουλίας Πανεπιστημιακών Καθηγητών,
Καθηγητής Νικήτας Αλιπράντης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου