Του ΜΑΝΟΛΗ ΚΑΡΕΛΛΗ
«Το 1923... για την εθναρχούσα Εκκλησία του Οικουμενικού
Πατριαρχείου... είναι η αρχή μιας νέας περιόδου στην ιστορική της πορεία: Καταργούνται τα προνόμια που είχε παραχωρήσει
η οθωμανική αυτοκρατορία και το διοικητικό σύστημα των γενικών κανονισμών και αρχίζει η εντός των τειχών της Κωνσταντινουπόλεως περισυλλογή με πολλές δυσκολίες...».
Το απόσπασμα προέρχεται από βιβλίο λόγιου κρητός ιεράρχη που ανήκει στον «σκληρό» πυρήνα του καλουμένου πατριαρχικού κλίματος (1).
Και απαιτούνται σίγουρα επεξηγήσεις για τον «δύσπεπτο» όρο «εθναρχούσα Εκκλησία»:
Πατριαρχείου... είναι η αρχή μιας νέας περιόδου στην ιστορική της πορεία: Καταργούνται τα προνόμια που είχε παραχωρήσει
η οθωμανική αυτοκρατορία και το διοικητικό σύστημα των γενικών κανονισμών και αρχίζει η εντός των τειχών της Κωνσταντινουπόλεως περισυλλογή με πολλές δυσκολίες...».
Το απόσπασμα προέρχεται από βιβλίο λόγιου κρητός ιεράρχη που ανήκει στον «σκληρό» πυρήνα του καλουμένου πατριαρχικού κλίματος (1).
Και απαιτούνται σίγουρα επεξηγήσεις για τον «δύσπεπτο» όρο «εθναρχούσα Εκκλησία»:
Τι ακριβώς σημαίνει αυτός και σε ποιο έθνος αναφέρεται;
Γιατί αν λάβουμε υπόψη μας την εγκύκλιο του Οικουμενικού Πατριάρχη Γρηγορίου ΣΤ΄ που προσδιόριζε το έργο του ποιμνίου στην Κρήτη και συντάχθηκε το έτος 1869, ενώ εξέπνεε η μεγάλη κρητική επανάσταση που είχε ξεκινήσει πριν από τρία χρόνια με κυρίαρχο σύνθημα «Ένωση (με τη μάνα Ελλάδα) ή θάνατος», δημιουργούνται σίγουρα ερωτήματα για το έθνος στο οποίο αναφέρεται και για το οποίο φρόντιζε:
Ήταν η Ελλάδα ή η Τουρκία;
Αναφέρει η πατριαρχική εγκύκλιος: «Το πρώτον και ιερόν χρέος, όπερ απαιτεί η κοινωνική τάξις και η προς την ευημερίαν πρόοδος... ο σεβασμός και τέλεια και ειλικρινής αφοσίωσις και η υποταγή αυτής προς τους καθεστώτας νόμους και τας διατάξεις της πολιτικής αρχής, υφʼ ας έλαχεν κυβερνωμένη...» (2)
Και οι «καθεστώτες νόμοι» στους οποίους αναφέρεται η εγκύκλιος του Γρηγορίου ΣΤ΄ ήσαν, βέβαια, τουρκικοί ενώ η πολιτική αρχή που έτυχε, εν έτει 1869, να κυβερνά την Κρήτη ήταν εκείνη του τουρκικού έθνους.
Και οι «καθεστώτες νόμοι» στους οποίους αναφέρεται η εγκύκλιος του Γρηγορίου ΣΤ΄ ήσαν, βέβαια, τουρκικοί ενώ η πολιτική αρχή που έτυχε, εν έτει 1869, να κυβερνά την Κρήτη ήταν εκείνη του τουρκικού έθνους.
Αξιοσημείωτη, όμως, είναι και εκείνη η «περισυλλογή», λέξη που χρησιμοποιεί ο λόγιος Ιεράρχης στο απόσπασμα του βιβλίου του ενώ και ο «ευφημισμός» που εμπεριέχει πρέπει να ερμηνευθεί. Γιατί για τα ίδια ακριβώς πράγματα που συνιστούν την «περισυλλογή» του αποσπάσματος, χρησιμοποιήθηκε πρόσφατα ένας άλλος όρος: εκείνος της σταύρωσης.
= Ένα από τα στοιχεία της πατριαρχικής «περισυλλογής» (ή με την άλλη διατύπωση της σταύρωσης) είναι η υποχρέωση όσων επιθυμούν να εκλεγούν στο αξίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη ή στη θέση των συνοδικών Μητροπολιτών να διαθέτουν την τουρκική ιθαγένεια.
Από τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 προέρχεται η ρύθμιση που πέρασε σχετικά απαρατήρητη όταν εμφανίστηκε, καθώς υπήρχαν εκατοντάδες χιλιάδες ορθόδοξων με τουρκική υπηκοότητα, κυρίως κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, που μπορούσαν να επανδρώσουν (εδώ το επανδρώσουν κυριολεκτεί) χωρίς κανένα πρόβλημα τα ύπατα αξιώματα της Ορθοδοξίας.
Τα προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται όταν οι ορθόδοξοι χριστιανοί της Τουρκίας υπέστησαν σημαντική μείωση, ενώ σήμερα, με 2.000-3.000 όλους κι όλους ορθόδοξους χριστιανούς που ζουν στην Κωνσταντινούπολη, οι πλείστοι των οποίων βρίσκονται κοντά στη φυσική ή πνευματική απόσυρση ή την έχουν υπερβεί, είναι ορατό το όριο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Η ορθοδοξία προσεγγίζει προς το τέλος της, τουλάχιστον ως προς τη δυνατότητα να επιλέγει τις κορυφές της.
= Κι εδώ εμφανίστηκε η «μεγαθυμία» του τούρκου πρωθυπουργού, του κ. Ταγίπ Ερντογάν, που δέχθηκε, όπως εμφανίστηκε να δηλώνει σε συνάντηση που είχε πριν από μερικές μέρες με τον πρόεδρο της «συμβουλευτικής επιτροπής της τουρκικής μειονότητας της Θράκης» κ. Αχμέτ Μετέ, να κάνει τα «στραβά μάτια» για έξι μη τούρκους υπηκόους, από τη δωδεκαμελή Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. (3) (Από την Εκκλησία της Κρήτης έχει οριστεί ως συνοδικός του Οικουμενικού Πατριαρχείου ο Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας κ. Μακάριος.)
Ο πρωθυπουργός, όμως, της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν δεν σταμάτησε να επιδεικνύει τη μεγαθυμία του έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ορθοδοξίας. Δήλωσε, πράγματι, στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο ότι προτίθεται να προσφέρει την τουρκική υπηκοότητα σε όσους θα επιθυμούσαν να διεκδικήσουν εν καιρώ το πατριαρχικό αξίωμα ή εκείνο του συνοδικού Μητροπολίτη, προκειμένου το Οικουμενικό Πατριαρχείο να σταματήσει να νιώθει ασφυξία εξαιτίας της λειψανδρίας.
Η «προσφορά» του τούρκου πρωθυπουργού έγινε ασμένως αποδεκτή από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, που έσπευσε να συντάξει επιστολή με κάπου 70 αποδέκτες που βρίσκονται στην Κρήτη, στα Δωδεκάνησα, στο Άγιον Όρος (τις τρεις ελληνικές περιφέρειες, που μαζί με τις νέες χώρες που εξαιρέθηκαν από τους αποδέκτες της επιστολής συνιστούν εκείνες που εξέρχονται από την ελληνική εκκλησιαστική δικαιοδοσία και προσχωρούν στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, σύμφωνα με μία ελληνική ιδιαιτερότητα, ή κατ' άλλους ανωμαλία). Η ίδια επιστολή είχε αποδέκτες στην Αμερική, την Αυστραλία και άλλες περιοχές του πατριαρχικού κλίματος.
Στην επιστολή ετίθετο το ερώτημα αν οι αποδέκτες της, ανώτατοι εκκλησιαστικοί λειτουργοί ως επί το πλείστον, θα εδέχοντο να αποκτήσουν την τουρκική υπηκοότητα που τους προσφέρει ο κ. Ταγίπ Ερντογάν, προκειμένου να είναι σε θέση να διεκδικήσουν «νομίμως» το αξίωμα του Πατριάρχη ή του συνοδικού Μητροπολίτη.
Στην επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχη απάντησαν θετικά πρώτοι οι τέσσερις νεώτεροι στην ηλικία και στα πρεσβεία της αρχιεροσύνης Ιεράρχες της ημιαυτόνομης Εκκλησίας της Κρήτης, ενώ και η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Κρήτης στην οποία τέθηκε αργότερα η επιστολή για συζήτηση και για λήψη απόφασης δέχθηκε ομόφωνα να γίνει αποδεκτή η προσφορά του κ. Ταγίπ Ερντογάν και να γίνουν όλοι οι κρήτες ιεράρχες μέλη της τουρκικής κοινωνίας. (Απʼ ό,τι έγινε γνωστό, την τουρκική προσφορά αποδέχθηκαν και οι δωδεκαννήσιοι Ιεράρχες, ενώ την αποποιήθηκαν οι Ιεράρχες της Αμερικής στο σύνολό των).
Δεν αμφισβητούνται οι αγαθές προθέσεις των κρητών ιεραρχών, ούτε τίθενται εν αμφιβόλω τα πατριωτικά των αισθήματα με την απόφαση που έκανε αποδεκτή την τουρκική προσφορά.
Δεν αμφισβητούνται οι αγαθές προθέσεις των κρητών ιεραρχών, ούτε τίθενται εν αμφιβόλω τα πατριωτικά των αισθήματα με την απόφαση που έκανε αποδεκτή την τουρκική προσφορά.
Θα έπρεπε, όμως, αντί να δεχθούν «ως έτοιμοι από καιρόν» την τουρκοποίησή τους, προκειμένου να βοηθηθεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο να βγει από τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει, να υποψιαστούν μήπως η μεγαθυμία του τούρκου πρωθυπουργού μπορούσε να ερμηνευθεί και κατ' άλλον τρόπο. Μήπως δηλαδή πρόκειται για μια επικοινωνιακή κίνηση από εκείνες στις οποίες ειδικεύεται ο κ. Ταγίπ Ερντογάν και ότι την ίδια ώρα πετυχαίνει μια διείσδυση σε ευαίσθητες ελληνικές περιοχές τις οποίες ορέγεται αξιολογουμένως και υποβλέπει ποικιλοτρόπως, ελπίζοντας ότι θα ακολουθήσουν και άλλες διεισδύσεις, σε εύθετο χρόνο, περισσότερο καίριες και αποφασιστικές;
Θα έπρεπε, ακόμα, οι κρήτες Ιεράρχες, αντί να σπεύσουν να αποδεχθούν την τουρκική προσφορά να καταγγείλουν με όλη τη δύναμη της φωνής τους τη ρύθμιση που υποχρεώνει τους υποψηφίους για το πατριαρχικό αξίωμα ή εκείνο του συνοδικού Μητροπολίτη να διαθέτουν ως πρόσθετο προσόν την τουρκική υπηκοότητα ως εθνικιστική στο έπακρον, ανελεύθερη, προσβλητική για τη χριστιανική θρησκεία και, σίγουρα, εκτός «φιλοσοφίας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του οργανισμού στον οποίο η Τουρκία φιλοδοξεί να γίνει μέλος. Και βέβαια να ζητήσουν την κατάργησή της.
Την ίδια υποχρέωση για καταγγελία της ρύθμισης και για προβολή του αιτήματος για την κατάργησή της θα πρέπει να περιμένουμε και από τους βουλευτές της Κρήτης, από την τοπική αυτοδιοίκηση, από τα κόμματα, από την ελληνική κυβέρνηση και, βέβαια, από τον λαό στο σύνολό του. Η αντίδραση αυτή πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο έντονη και όσο το δυνατόν ευρύτερη.
Έσφαλαν, ακόμα, οι Ιεράρχες της Κρήτης γιατί δεν γνωστοποίησαν την πατριαρχική επιστολή (ή το πιο σωστό, επιταγή) με την οποία τους γνωστοποιούσε ο Οικουμενικός Πατριάρχης την προσφορά της Τουρκίας στο ποίμνιό των, μόνο προτίμησαν να κρατήσουν (ένοχη) σιωπή.
Στο κάτω της γραφής οι πιστοί της Κρήτης έπρεπε πρώτα αυτοί να ερωτηθούν αν δέχονται οι ποιμενάρχες των να αποκτήσουν μια υπηκοότητα άλλης χώρας, εκτός της Ελλάδας, πολύ περισσότερο όταν η χώρα αυτή συμπίπτει να είναι η Τουρκία που αντιδικεί με την πατρίδα μας για όχι λίγα ούτε ασήμαντα ζητήματα.
Και από την απάντηση του ποιμνίου έπρεπε να εξαρτηθεί η απάντηση των Ιεραρχών της Κρήτης στην επιστολή του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Είναι δε παραπάνω από βέβαιον ότι οι πιστοί της Κρήτης στην ολότητά τους θα έλεγαν «όχι» στην τουρκοποίηση των Ιεραρχών τους.
Θα δήλωναν ότι θέλουν τον ποιμενάρχη τους να εμπνέεται από τον Παπαφλέσσα, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Σαμουήλ, τον Γαβριήλ.
Και, κυρίως, να μην ακολουθεί τον υποτακτικό Γρηγόριο ΣΤ΄, όπως τον γνωρίσαμε από την εγκύκλιό του, ή τον Διονύσιο Ε΄, τον Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη το 1887, τον διαβόητο κατά κόσμον Διονύσιο Χαριτωνίδη, ο οποίος Μητροπολίτης Κρήτης τον Νοέμβριο του 1866 συνεόρτασε μετά του Μουσταφά Πασά για την εξολόθρευση περίπου 1.000 χριστιανών στην ανατίναξη της Μονής του Αρκαδίου και για τον οποίο ο πρόξενος της Ελλάδας στην Κρήτη Νικόλαος Σακόπουλος έγραψε από τα Χανιά στον υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδας Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, ότι θεωρείται «εις των πιστοτέρων υπαλλήλων της Πύλης».
1. Ανδρέας Νανάκης, Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου, καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ.
«Εκκλησία εθναρχούσα και
Εθνική» σελ. 215.
2. Ο.α.π. σελ. 42.
3. Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 17/1/2010, σελ. 16.
4. «Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας», τόμος έκτος, τεύχος α΄: Η Κρητική Επανάστασις 1866 - 1869, έκθεσις των εν Κρήτη προξένων της Ελλάδος Α. Απρίλιος 1866 - Ιούλιος 1867, σελ. 124.
Πηγή:Το Παρόν
1. Ανδρέας Νανάκης, Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου, καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ.
«Εκκλησία εθναρχούσα και
Εθνική» σελ. 215.
2. Ο.α.π. σελ. 42.
3. Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 17/1/2010, σελ. 16.
4. «Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας», τόμος έκτος, τεύχος α΄: Η Κρητική Επανάστασις 1866 - 1869, έκθεσις των εν Κρήτη προξένων της Ελλάδος Α. Απρίλιος 1866 - Ιούλιος 1867, σελ. 124.
Πηγή:Το Παρόν
Δεν είναι κακοπροαίρετοι. Είναι απλώς αφελείς. Οι ιερείς δεν μπορούν να διαβλέψουν πονηριά στην ξαφνική "γενναιοδωρία" του Ερντογκάν. Όμως, δεν συμβουλεύονται και κανέναν και αυτό είναι το κακό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι ιερείς δεν μπορούν να διαβλέψουν πονηριά;
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως ζεις στον κόσμο σου;
το πατριαρχειο ειναι τελειωμενη δουλεια .δεν αξιζει να θυσιασουμε ουτε μια δραχμη ουτε ενα βημα πισω γιαυτο.μαλλον ζημια μας κανει σαν εθνος με τηνηγεσια που εχει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔύο νέα άρθρα ήλθαν να φέρουν το ζήτημα και πάλι στην επικαιρότητα. Μετά από μακρά σιωπή, ο Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου Καστελλίου κ΄ Βιάννου, κ. Ανδρέας, δημοσίευσε στην εφημερίδα “ΠΑΤΡΙΣ” το άρθρο H τουρκική υπηκοότητα των Μητροπολιτών, με ημερομηνία 8/12/2010, σε μία μάλλον απέλπιδα και οπωσδήποτε πολύ καθυστερημένη προσπάθεια να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣήμερα, στην ίδια εφημερίδα, τού απαντά ο πρώην Δήμαρχος Ηρακλείου, κ. Καρέλλης, με ένα πολύ εύστοχο, κατά την άποψή μου, άρθρο.
Αν κι έχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από τότε που μαθεύτηκε η ιστορία, την οποία η Εκκλησία της Κρήτης φρόντισε να κρατήσει μυστική από το ποίμνιό της, ίσως θα άξιζε να αναρτηθούν και τα δύο και ο καθένας ας βγάλει τα συμπεράσματά του.