Τετάρτη 1 Απριλίου 2009

Ο μύθος της οικονομικώς επωφελούς μετανάστευσης κατεδαφίζεται


Όσοι παρακολουθούν το θέμα της μετανάστευσης στην χώρα μας θα έχουν παρατηρήσει ότι η πλειονότητα των δημοσιευμάτων επί του θέματος επιχειρεί να υποβαθμίσει τις αρνητικές συνέπειες του φαινομένου και να υπερπροβάλλει τις όποιες θετικές. Ουσιαστικά, το σύνολο των θετικών συνεπειών της μετανάστευσης περιστρέφεται γύρω από οικονομικές παραμέτρους, γι’ αυτό και είναι σημαντικό να υπάρξει κριτικός έλεγχος των όσων μας παρουσιάζονται από υπεύθυνους (αλλά και μη) φορείς γύρω από αυτές.

Η συντριπτική απάντηση στην φιλομεταναστευτική «φιλολογία» ήρθε προ ολίγων μηνών με την δημοσίευση της έκθεσης της Διακομματικής Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Λόρδων (1) η οποία εξέτασε τις οικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης στην Βρετανία. Τα συμπεράσματα της επιτροπής, όπως καταγράφονται στην έκθεση, είναι πραγματικά συντριπτικά καθώς καταρρίπτουν ένα προς ένα όλα τα επιχειρήματα που έχουν ακουστεί, τόσο στην Βρετανία όσο και στην χώρα μας, περί της οικονομικώς επωφελούς μεταναστεύσεως.

Η επιτροπή αποτελούνταν από 16 Λόρδους, μεταξύ των οποίων ήταν δύο πρώην υπουργοί Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, ένας πρώην Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, αρκετοί εξέχοντες οικονομολόγοι και διακεκριμένοι βιομήχανοι, και εξέτασε στοιχεία και γνώμες από πολλούς φορείς ειδικούς περί την μετανάστευση όπως πανεπιστημιακούς καθηγητές, την Τράπεζα της Αγγλίας, διάφορους Δήμους της χώρας, τον Βρετανικό Ιατρικό Σύλλογο, τον αρμόδιο Υπουργό για τα Σύνορα και την Μετανάστευση, την Επιτροπή Φυλετικής Ισότητας, την Συνομοσπονδία Βιομηχανιών, το υπουργείο Εσωτερικών, την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία και άλλους πολλούς.

Σύμφωνα με την έκθεση «η οικονομική επίπτωση στον διαμένοντα πληθυσμό θα πρέπει να αποτελεί κεντρικό κριτήριο για την ρύθμιση της μετανάστευσης και της απασχόλησης εκείνων που προέρχονται από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Περιοχής και των μη-αιτούντων άσυλο που επιθυμούν να έλθουν στην χώρα μας» (σελ. 9). Με το ίδιο σκεπτικό «μία αντικειμενική ανάλυση των οικονομικών επιπτώσεων της μετανάστευσης στην Βρετανία θα πρέπει να εστιάσει στις επιπτώσεις στον διαμένοντα (ή «προϋπάρχοντα») πληθυσμό στην Βρετανία» (σελ. 23).

Οι Λόρδοι υπογραμμίζουν ότι «Το ΑΕγχΠ – το οποίο μετρά την συνολική παραγωγή που δημιουργείται από μετανάστες και προ-υπάρχοντες κατοίκους στην Βρετανία – είναι ένα άσχετο και παραπλανητικό μέτρο για τις οικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης στον διαμένοντα πληθυσμό. Το συνολικό μέγεθος μίας οικονομίας δεν αποτελεί δείκτη ευμάρειας ή του επιπέδου διαβίωσης των κατοίκων. Το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ αποτελεί καλύτερο μέτρο από το ΑΕγχΠ γιατί λαμβάνει υπ’ όψιν το γεγονός ότι η μετανάστευση αυξάνει όχι μόνο το ΑΕγχΠ αλλά και τον πληθυσμό επίσης…Από το να αναφέρεται στο συνολικό ΑΕγχΠ όταν συζητά τις οικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης, η Κυβέρνηση θα πρέπει να εστιάσει στο κατά κεφαλήν εισόδημα (ως μέτρο του επιπέδου διαβίωσης) του διαμένοντος πληθυσμού» (σελ. 23). Η επισήμανση αυτή της έκθεσης είναι πραγματικός κόλαφος για το «φιλομεταναστευτικό» ακαδημαϊκό, πολιτικό και δημοσιογραφικό λόμπυ το οποίο προβάλλει την αύξηση του ΑΕγχΠ λόγω μετανάστευσης αδιαφορώντας για το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ.

Στην έκθεση επίσης επισημαίνεται ότι «Οι περισσότεροι οικονομολόγοι που κατέθεσαν στοιχεία σε εμάς, εισηγήθηκαν ότι η πιθανότερη μακροπρόθεσμη επίπτωση της μετανάστευσης είναι η επέκταση της απασχόλησης και της οικονομίας, με μικρές ή καθόλου επιπτώσεις στο κατά κεφαλήν εισόδημα του διαμένοντος πληθυσμού» (σελ. 24). Γι’ αυτό και οι Λόρδοι καταλήγουν ότι «δεν βρήκαμε κάποια συστηματικά εμπειρικά στοιχεία που να υποδεικνύουν ότι η καθαρή εισροή μεταναστών δημιουργεί σημαντικά δυναμικά οφέλη για τον διαμένοντα πληθυσμό στην Βρετανία» (σελ. 26). Αναφορικά με την επίπτωση της μετανάστευσης στους μισθούς οι Λόρδοι συμπεραίνουν ότι «τα διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η μετανάστευση είχε μία μικρή αρνητική επίπτωση στους χαμηλότερα αμειβόμενους εργαζόμενους στην Βρετανία, και μία μικρή θετική επίπτωση στις απολαβές των υψηλότερα αμειβόμενων εργαζόμενων» (σελ. 28).

Ως προς το επιχείρημα υπέρ της μετανάστευσης για την κάλυψη κενών στην αγορά εργασίας οι Λόρδοι επισημαίνουν ότι «Παρ’ όλο που ωφελεί εμφανώς τους εργοδότες, η μετανάστευση που γίνεται προς το συμφέρον μεμονωμένων εργοδοτών δεν είναι πάντα και προς το συμφέρον της οικονομίας συνολικά» (σελ. 33). Και συνεχίζουν «Η Κυβερνητική πολιτική θα πρέπει να σκοπεύει να εξασφαλίσει ότι οι εργοδότες καταβάλουν προσπάθειες να προσλάβουν Βρετανούς ή άλλους εργάτες από την Ευρωπαϊκή Οικονομική Περιοχή προτού στραφούν στους εκτός ΕΕ μετανάστες…Μέλημά μας είναι η αποφυγή διαμόρφωσης μίας συγκεκριμένης ζήτησης για μετανάστες εργαζόμενους η οποία θα βασίζεται στις χαμηλότερες προσδοκίες των μεταναστών αναφορικά με τους μισθούς και τις συνθήκες εργασίας ή σε μία προτίμηση για εργατικό δυναμικό του οποίου η ελευθερία απασχόλησης στην Βρετανία θα περιορίζεται από το καθεστώς παραμονής του μετανάστη» (σελ. 35-36).

Μάλιστα υπογραμμίζουν ότι «η εύκολη πρόσβαση σε φθηνό μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό μπορεί να μειώσει τα κίνητρα των εργοδοτών να εξετάσουν άλλες δυνατότητες, και ειδικότερα την αλλαγή μεθόδων παραγωγής» (σελ. 38). Και όπως τονίζουν «η μετανάστευση που χρησιμοποιείται προκειμένου να καλύψει βραχυπρόθεσμες ελλείψεις [εργατικού δυναμικού] μπορεί να έχει την ακούσια συνέπεια της δημιουργίας των συνθηκών που ενθαρρύνουν ελλείψεις ντόπιων εργαζομένων μακροπρόθεσμα» (σελ. 39).

Κατά την Διακομματική Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Λόρδων «το επιχείρημα ότι η συνεχιζόμενη καθαρή εισροή μεταναστών είναι απαραίτητη προκειμένου να καλυφθούν κενές θέσεις εργασίας, και ότι οι μετανάστες κάνουν τις δουλειές που οι ντόπιοι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κάνουν, είναι εντελώς λανθασμένο. Αγνοεί τις δυνητικές εναλλακτικές απέναντι στην μετανάστευση προκειμένου να υπάρξει ανταπόκριση στις ελλείψεις εργατικού δυναμικού, συμπεριλαμβανομένων των προσαρμογών των τιμών σε μία ανταγωνιστική αγορά εργασίας και την συνακόλουθη αύξηση στην προσφορά ντόπιου εργατικού δυναμικού η οποία αναμένεται να προκύψει λόγω της απουσίας μετανάστευσης» (σελ. 39).

Επιπλέον, οι Λόρδοι τονίζουν ότι «Επιχειρήματα υπέρ της αυξημένης μετανάστευσης για να αφοπλιστεί η «ωρολογιακή βόμβα των συντάξεων» δεν αντέχουν στην κριτική καθώς βασίζονται στην παράλογη υπόθεση περί μίας στατικής ηλικίας συνταξιοδότησης ενώ οι άνθρωποι ζουν περισσότερο, και αγνοεί το γεγονός ότι, με την πάροδο του χρόνου, και οι μετανάστες θα γεράσουν και θα πάρουν σύνταξη» (σελ. 46).

Αναφορικά με τις «θετικές» δημοσιονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης οι Λόρδοι υπογραμμίζουν ότι «Εκτιμήσεις περί των δημοσιονομικών επιπτώσεων εξαρτώνται σημαντικά από το ποιός προσμετράται ως μετανάστης (ή ως απόγονος μετανάστη) και από το ποιά κονδύλια θα πρέπει να περιληφθούν στα κόστη και στα οφέλη» (σελ. 5). Κατ’ αυτούς «Το γενικό μας συμπέρασμα είναι ότι τα οικονομικά οφέλη της θετικής καθαρής μετανάστευσης είναι μικρά ή ασήμαντα. Επομένως, η επιλογή πολιτικής θα πρέπει να βασισθεί σε άλλα κριτήρια, συμπεριλαμβανομένης της διαφορετικότητας και της κοινωνικής συνοχής και των θετικών ή των αρνητικών πλευρών ενός αυξανόμενου πληθυσμού» (σελ. 52). Η άποψη αυτή των Λόρδων ταυτίζεται με την άποψη του ειδικευμένου σε θέματα μετανάστευσης καθηγητή του Πανεπιστημίου του Harvard George J. Borjas ότι «Η προσέγγιση κόστους-οφέλους ξεκάθαρα συνιστά ότι άλλα θέματα πέραν του προσήμου στο τέλος του ισολογισμού θα καθορίσουν την κατεύθυνση της συζήτησης για την μετανάστευση. Στο τέλος τέλος, το αποτέλεσμα του ισολογισμού δεν είναι ούτε συντριπτικά θετικό ούτε συντριπτικά αρνητικό – και ένας εχέφρων άνθρωπος θα συμπέραινε πιθανότατα ότι βρίσκεται πολύ κοντά στο μηδέν» (2, σελ. 126).

Οι προαναφερθείσες επισημάνσεις και τα συμπεράσματα των Λόρδων δικαιώνουν την αντίστοιχη κριτική που άσκησε ο γράφων σε μελέτη που έχει δημοσιευθεί για την Ελλάδα (3) και στην οποία τόνιζε - μεταξύ άλλων - την έμφαση που δινόταν στο ΑΕγχΠ χωρίς να εξετάζεται η επίπτωση της μετανάστευσης στο κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ και υπογράμμιζε την πλήρη απουσία αποτίμησης του κόστους της μετανάστευσης προς την χώρα. Επιπλέον, ο γράφων στο τελευταίο του βιβλίο (4) έχει επισημάνει ότι τα κριτήρια επιλογής μεταναστευτικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η εθνική ασφάλεια, η κοινωνική συνοχή και οι ανάγκες της οικονομίας.

Πάντως, αν οι εγχώριοι ειδικοί θεωρούν δύσκολο (ή και αδύνατο) τον υπολογισμό του δημοσιονομικού κόστους της μετανάστευσης θα ήθελα να τους ενημερώσω ότι μία ενδιαφέρουσα σχετική μελέτη περί της δημοσιονομικής επίπτωσης της μετανάστευσης στις ΗΠΑ έκανε ο οικονομολόγος του Hudson Institute και του Manhattan Institute Edwin Rubenstein (5) προσμετρώντας κόστη τα οποία επισωρεύει η μετανάστευση σε διάφορους τομείς όπως η Εθνική Ασφάλεια, η Άμυνα, η Εκπαίδευση, η Δικαιοσύνη, οι υπηρεσίες Υγείας, η Κρατική Διοίκηση, η Κοινωνική Ασφάλιση, οι Μεταφορές, η Αστική Ανάπτυξη κλπ. Η μελέτη αυτή, αλλά και τα ευρήματα της έκθεσης των Λόρδων, θα τους φανούν χρήσιμοι οδηγοί, αν τους ενδιαφέρει πραγματικά η ειλικρινής αποτύπωση της οικονομικής επίπτωσης της μετανάστευσης στην χώρα μας.

Τα συμπεράσματα της έκθεσης της Διακομματικής Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Λόρδων θα πρέπει να προκαλέσουν σοβαρό προβληματισμό σε κάθε καλοπροαίρετο και σκεπτόμενο πολίτη αναφορικά με την ακολουθούμενη μεταναστευτική πολιτική της χώρας μας κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Όταν το βασικό επιχείρημα το οποίο προβάλλεται για να δικαιολογήσει αυτήν την πολιτική (δηλαδή οι θετικές επιπτώσεις στην οικονομία) είναι τουλάχιστον αμφισβητούμενο (για να μην πούμε λανθασμένο) γιατί αυτή η πολιτική συνεχίζεται αβασάνιστα;

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


1) House of Lords Select Committee on Economic Affairs, 1st Report of Session 2007-08 “The Economic Impact of Immigration, Volume I: Report”, 1 April 2008, London: The Stationery Office

2) Borjas George J. “Heaven’s Door: Immigration policy and the American economy”, Princeton University Press, Princeton, New Jersey 1999

3)Κολοβός Γιάννης «Οι οικονομικές συνέπειες της μετανάστευσης προς την Ελλάδα», Ρεσάλτο, τεύχος 26, Μάρτιος 2008, σελ. 44-46

4) Κολοβός Γιάννης «Το τέλος μίας ουτοπίας: η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών στην Δυτική Ευρώπη» Αθήνα: Εκδόσεις Πελασγός, 2008

5) Rubenstein Edwin S. “The Fiscal Impact of Immigration: an analysis of the costs to 15 Federal Departments and Agencies”, The Social Contract Press, 2008

Ο Γιάννης Κολοβός είναι επικοινωνιολόγος. Το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Το τέλος μίας ουτοπίας: η κατάρρευση των πολυπολιτισμικών κοινωνιών στην Δυτική Ευρώπη» κυκλοφόρησε το 2008 από τις Εκδόσεις Πελασγός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Υβριστικά σχόλια θα πηγαίνουν στα αζήτητα.