Πως η Εθνοκάθαρση σε Βάρος των Σέρβων Ανοίγει το Δρόμο στους Αλβανούς για την Ανεξαρτησία
του Γιώργου Στάμκου
Tο 1389 οι Σέρβοι έδωσαν στο Κόσοβο μια μάχη που έκρινε την τύχη των Βαλκανίων. Πολέμησαν γενναία αλλά νικήθηκαν από τους Τούρκους, οι οποίοι στη συνέχεια κατέκτησαν για αιώνες ολόκληρα τα Βαλκάνια. Εξακόσια δέκα χρόνια αργότερα, το 1999, πάλι στο Κόσοβο οι Σέρβοι έδωσαν μια δεύτερη μάχη, όχι μόνον απέναντι στους Αλβανούς αντάρτες αλλά και σ’ ολόκληρο το ΝΑΤΟ.
Δεν υπήρχε περίπτωση να κερδίσουν, ωστόσο οι Σέρβοι ήταν αναγκασμένοι να πολεμήσουν για το Κόσοβο.
Εδώ και επτά χρόνια το Κόσοβο είναι προτεκτοράτο του ΟΗΕ, ενώ ταυτόχρονα εξαλβανίζεται και οι Σέρβοι κάτοικοι του περνούν δύσκολες στιγμές, περιορισμένοι σε θύλακες και υφίστανται κάθε είδους εγκληματικές ενέργειες, απειλές και διώξεις.
Όλο αυτό το διάστημα οι Αλβανοί πιέζουν για ανεξαρτησία. Τελικά θα γίνει ανεξάρτητο, θα διχοτομηθεί ή θα παραμείνει όπως έχει; Μήπως η ενδεχόμενη ανεξαρτησία του Κοσόβου θα οδηγήσει στη δημιουργία της Μεγάλης Αλβανίας που θα τινάξει στον αέρα τα βαλκανικά σύνορα;
Λίγα χιλιόμετρα έξω από την Πρίστινα, τη γκρίζα πρωτεύουσα του Κοσσυφοπεδίου, ορθώνονται δύο μνημεία, που συνεχίζουν να διχάσουν τα Βαλκάνια: ένας σέρβικος πύργος κι ένας μουσουλμανικός τάφος (turbe). Ο πύργος στο Γκαζιμέσταν κτίστηκε μετά τον ‘Α Παγκόσμιο Πόλεμο από το Σέρβο βασιλιά Αλέξανδρο Καρατζόρτζεβιτς προς τιμή του Σέρβου Τσάρου Λάζαρου Χρεμπελιάνοβιτς, που στις 28 Ιουνίου του 1389 σκοτώθηκε στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου, μαζί με το άνθος της σέρβικης αριστοκρατίας και νεολαίας, οδηγώντας ένα συνασπισμό χριστιανικών λαών που ήρθαν στην «Κοιλάδα των Κοτσυφιών» (Kosovo Polje) για να ανακόψουν την κατάκτηση της Βαλκανικής από τους Τούρκους.
Κάτω από αυτόν τον πύργο συγκεντρώθηκαν στις 28 Ιουνίου του 1989, στην επέτειο των 600 χρόνων από τη μάχη του Κοσσυφοπεδίου, σχεδόν ένα εκατομμύριο Σέρβοι για να ακούσουν εκστασιασμένοι έναν πύρινο λόγο του Σλομπόνταν Μιλόσεβιτς, που σηματοδότησε την έκρηξη του σέρβικου εθνικισμού: «Έξι αιώνες αργότερα, σήμερα, πάλι βρισκόμαστε σε μάχες. Αυτές δεν είναι ένοπλες, αλλά και οι τέτοιες δεν αποκλείονται».
Το άλλο μνημείο είναι ο τάφος του σουλτάνου Μουράτ, που σκοτώθηκε κι αυτός αμέσως μετά το τέλος της μάχης του Κοσσυφοπεδίου από τον Μίλος Όμπιλιτς, έναν Σέρβο αριστοκράτη που προσποιήθηκε τον αιχμάλωτο για να εισέλθει μέχρι τη σκηνή του σουλτάνου και να τον μαχαιρώσει. Ο φύλακας του τάφου (turbetar) είναι πάντα κάποιος τουρκικής καταγωγής Κοσοβάρος, που μεταβιβάζει αυτό το ιερό καθήκον στο γιο του. Ο τελευταίος φύλακας του τάφου πέθανε το 2001 και τη φύλαξη του τάφου την ανέλαβε η γυναίκα του που είναι μια Σλάβα μουσουλμάνα από το Νόβι Πάζαρ (Σάντζακ) της Σερβίας. Όπως και ο σύζυγος της έτσι κι αυτή δεν έμαθε ποτέ τα αλβανικά, τη γλώσσα των Σίπταρι (Shiptari), όπως τους αποκαλεί περιφρονητικά. Αν και μουσουλμάνα αισθάνεται περιφρόνηση και φόβο για τους επίσης μουσουλμάνους Αλβανούς Κοσοβάρους, που επιθυμούν με ζήλο ένα ανεξάρτητο και «καθαρό» Κόσοβο χωρίς μειονότητες.
Αποτελεί άλλωστε κοινό μυστικό πως οι Αλβανοί είναι πρωταρχικά Αλβανοί εθνικιστές και μετά μουσουλμάνοι και γι’ αυτό δεν έχουν κανένα ενδοιασμό να εκδιώξουν από το πολυπολιτισμικό Κόσοβο όχι μόνο τους Σέρβους αλλά και Τούρκους, Τσιγγάνους και Σλάβους μουσουλμάνους (Γκόραντζι κ.α.).
Θεωρώντας ότι είναι «αυτόχθονες Ιλλυριοί» θεωρούν το Κόσοβο ήταν και θα παραμείνει αλβανικό, αφού όμως εξαλειφθεί η «σέρβικη παρένθεση» των τελευταίων δεκαπέντε αιώνων…
Στον αντίποδα οι Σέρβοι έχουν ανατραφεί ώστε να θεωρούν το Κόσοβο πολιτιστική τους κοιτίδα και ιερό τόπο, δηλαδή κάτι σαν «σέρβικη Ιερουσαλήμ».
Στο συλλογικό φαντασιακό τους το Κόσοβο κατέχει μια υπεραξία, που δικαιολογείται από την παρουσία δεκάδων μεσαιωνικών σέρβικων μοναστηριών απαράμιλλης ομορφιάς και τέχνης, όπως το Βίσοκι Ντέτσανι και η Γκρατσάνιτσα, αλλά κι από τα ο γεγονός ότι σ’ αυτό το χώρο δόθηκε η μάχη του Κοσσυφοπεδίου, που έχει στοιχειώσει τη σέρβικη ιστορία. Περισσότερα κι από την εναπομείνασα σερβική μειονότητα στο Κόσοβο οι εκτάσεις λίγο έξω από την Πρίστινα, όπου δόθηκε η περίφημη μάχη του Κοσσυφοπεδίου που καθόρισε και την τύχη της Βαλκανικής, έχουν τεράστια σημασία στο διανοητικό σύμπαν του σέρβικου λαού.
Οι Σέρβοι γιορτάζουν την ήττα σ’ αυτή τη μάχη σαν να επρόκειτο για νίκη, λες και μόνο μέσα από την τραγωδία μπορούν να αισθανθούν αντάξιοι του πεπρωμένου τους. Για τους Σέρβους αυτή η μάχη δεν τέλειωσε ποτέ αλλά συνεχίζεται στα αόρατα πεδία του μυαλού τους και όχι μόνο. Έτσι, για να αποτρέψουν τον ολοκληρωτικό εξαλβανισμό του Κοσόβου, αναγκάστηκαν να τα βάλουν με σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο και να δεχθούν ένα ανελέητο βομβαρδισμό για 78 μέρες την άνοιξη του 1999. Τελικά υποχώρησαν και δέχθηκαν αυτή η επαρχία τους, που κατοικούνταν κατά 90% από Αλβανούς, να περάσει υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την οριστική της ανεξαρτησία…
Η «Ιερή Γη» των Σέρβων
Το Κόσοβο βρίσκεται στο κέντρο της Βαλκανικής χερσονήσου, αποτελεί τη «γεωπολιτική καρδιά» της χερσονήσου μας. Στην αρχαιότητα κατοικούνταν από Ιλλυριούς, έναν μυστηριώδη λαό των δυτικών Βαλκανίων, από τους οποίους υποτίθεται πως κατάγονται οι σημερινοί Αλβανοί.
Οι Σέρβοι άρχισαν να εγκαθίστανται στην περιοχή τον 8ο μ.Χ. αιώνα, αλλά η περιοχή άνηκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία μέχρι τον 12ο μ.Χ αιώνα. Ο ιδρυτής του πρώτου σερβικού βασιλείου, Στέφανος Νέμανια και στη συνέχεια ο γιος του Στέφανος ο Πρωτοστέφανος, αφαίρεσαν το Κόσοβο από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το κατέστησαν σταδιακά κέντρο ενός ισχυρού σερβικού κράτους, που έφθασε στην ακμή του στα μέσα του 14ου μ.Χ. αιώνα επί Στεφάνου Ντουσάν. Έτσι το Κόσοβο κατέστη κέντρο της διοικητικής, πνευματικής και θρησκευτικής ζωής της Σερβίας. Εκεί δόθηκε στις 28 Ιουνίου του 1389 και η πολύνεκρη μάχη του Κοσσυφοπεδίου που έκρινε και την τύχη της βαλκανικής.
Η θυσία των Σέρβων στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου σφράγισε ανεξίτηλα την εθνική τους μνήμη κι απέτρεψε τον εξισλαμισμό τους. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος της σημασίας αυτής της μάχης στην ιστορία του σέρβικου λαού, απλά σας λέμε ότι η ιστορία τους χωρίζεται σε Προ και Μετά η μάχη του Κοσσυφοπεδίου (1389).
Πρόκειται δηλαδή για το σέρβικο αντίστοιχο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης (1453). Με αυτή τη μάχη ο σέρβικος λαός ταύτισε απόλυτα την επιλογή του χριστιανικού «Ουράνιου Βασίλειου» με τη θυσία του γι αυτό. Στην εθνική συνείδηση των Σέρβων το «ιερό Κόσοβο» συνδέθηκε με τα Ιεροσόλυμα και τους Αγίους Τόπους. Πολλοί συνέκριναν μάλιστα αυτή τη μάχη με τη σταύρωση του Χριστού (υποταγή των Σέρβων στους Οθωμανούς), πράγμα που έδινε για αιώνες την ελπίδα στο λαό για την επικείμενη «Ανάσταση» του σερβικού κράτους.
Η μάχη του Κοσσυφοπεδίου, που πέρασε γρήγορα στη σφαίρα των μύθων, δημιούργησε στο σέρβικο λαό μια τεράστια επική παράδοση που έμεινε γνωστή ως «Κύκλος του Κοσσυφοπεδίου». Αναθρεμμένες σε αυτή τη λαϊκή επική παράδοση οι μετέπειτα γενιές των Σέρβων, φορτωμένες μ' ένα περίπλοκο συναισθηματικό σύμπλεγμα, δεν σταμάτησαν ποτέ να βλέπουν το Κόσοβο ως λίκνο του πολιτισμού τους κι ως ηρωική αρένα των εθνικών τους αγώνων.
Δεν έχει ωστόσο το Κόσοβο τεράστια συναισθηματική αξία για τους Σέρβους, μόνο και μόνο για το γεγονός ότι εκεί επέλεξαν να γίνουν «επουράνιος», δηλαδή μαρτυρικός λαός, δημιουργώντας έτσι το μύθο της «επουράνιας Σερβίας» (Nebeska Srbija). Το Κόσοβο θεωρείται και επίκεντρο της «Ιερής Γεωγραφίας» της Σερβίας, με το Πατριαρχείο του Πετς να θεωρείται «μυστικιστική μήτρα» του σέρβικου λαού.
Ο Εξαλβανισμός του Κοσόβου
Το 14ο μ.Χ. αιώνα το Κόσοβο κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς. Η οθωμανική κατάκτηση οδήγησε σε πρωτοφανείς λεηλασίες, καταστροφές κι εκτοπίσεις των σερβικών πληθυσμών από το Κόσοβο. Το 1688 όταν, ως αποτέλεσμα των Αυστρο-τουρκικών πολέμων, οι Σέρβοι του Κόσοβο (ακόμη και ο Πατριάρχης τους) αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν κατά χιλιάδες στα εδάφη της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Το πληθυσμιακό κενό στο Κόσοβο καλύφθηκε από μουσουλμανικούς πληθυσμούς του αλβανικού βορρά, που κατέλαβαν τα χωριά και τις περιουσίες των ορθόδοξων Σέρβων που μετανάστευσαν πέρα από τον Δούναβη.
Το 1912 κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, ο Σέρβικος Στρατός απελευθέρωσε το Κόσοβο, έπειτα από πέντε αιώνες τουρκικής κατάκτησης.
Την ίδια χρονιά Σέρβοι και Αλβανοί μοιράζονταν από ένα 45% του πληθυσμού της επαρχίας. Από το 1941 ως το 1944 το Κόσοβο γνώρισε μια σκληρή ιταλο-αλβανική κατοχή και χιλιάδες Σέρβοι κάτοικοι του δολοφονήθηκαν, ενώ δεκάδες χιλιάδες κατέφυγαν στην κυρίως Σερβία εγκαταλείποντας τις περιουσίες τους στους Αλβανούς καταπατητές.
Ακόμη και μετά την απελευθέρωση της περιοχής ο Τίτο, που άσκησε εξ αρχής μια αντισερβική πολιτική, απαγόρευσε την επιστροφή των Σέρβων προσφύγων από το Κόσοβο στα σπίτια τους, τα οποία και παραχώρησε στους Αλβανούς που τα κατέλαβαν. Άφησε μάλιστα ως το 1948 τα εκτεταμένα σύνορα με την Αλβανία αφύλακτα, διευκολύνοντας έτσι την παράνομη είσοδο 100.000 Αλβανών από την φτωχή βόρεια Αλβανία στα πλούσια οροπέδια του Κοσόβου, οι οποίοι και προστέθηκαν στον ντόπιο αλβανικό πληθυσμό ανατρέποντας έτσι μοιραία τη δημογραφική ισορροπία σε βάρος των Σέρβων.
Το 1948, έπειτα από εκδιώξεις χιλιάδων Σέρβων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την εγκατάσταση τουλάχιστον 100.000 Αλβανών εποίκων από τη βόρειο Αλβανία, το αλβανικό στοιχείο στο Κόσοβο έφτασε το 65% του συνολικού πληθυσμού.
Τις επόμενες δεκαετίες ο Γιουγκοσλάβος ηγέτης Τίτο, δίνοντας στο Κόσοβο το καθεστώς της αυτόνομης επαρχίας (αλλά και την κρυφή υπόσχεση ότι μελλοντικά θα γίνει η 7η γιουγκοσλαβική δημοκρατία), επέδειξε μια αξιοζήλευτη εύνοια στους Αλβανοκοσοβάρους, οι οποίοι κυριολεκτικά προσκύνησαν τη βαλκανική «θεά της γονιμότητας»: από 500.000 το 1948 οι Αλβανοί του Κοσόβου εκτινάχθηκαν στα 1,6 εκατομμύρια το 1991.
Την ίδια περίοδο ο σερβικός πληθυσμός της επαρχίας παρέμενε στάσιμός γύρω στις 250.000 (από 24% το 1961 έπεσαν στο 10% το 1991). Μάλιστα, μετά τους βομβαρδισμούς του 1999, την απομάκρυνση των σερβικών δυνάμεων και την εγκατάσταση της διεθνούς στρατιωτικής και αστυνομικής δύναμης (KFOR και UNMIK), οι περισσότεροι Σέρβοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους στο Κόσοβο. Απέμειναν γύρω στις 80.000-100.000, που αποτελούν πλέον μια μειονότητα της τάξεως του 5-8%, και μάλιστα περιορισμένη σε προστατευόμενους θύλακες και στο βόρειο Κόσοβο.
Η Εθνοκάθαρση σε Βάρος των Σέρβων
Μετά το 1999 οι εναπομείναντες σερβικοί πληθυσμοί στο Κόσοβο έζησαν τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία τους, αντιμέτωποι με το εκδικητικό μένος των Αλβανών. Από τις 13 Ιουνίου του 1999, όταν σε εφαρμογή της απόφασης 1244 του ΟΗΕ οι δυνάμεις της KFOR κατέφθασαν κι εγκαταστάθηκαν στο Κόσοβο, υπολογίζεται ότι περίπου 350.000 μη-Αλβανοί, δηλαδή Σέρβοι, Τσιγγάνοι, Μουσουλμάνοι, Γκόραντσι (εξισλαμισμένοι Σλαβομακεδόνες) κ.α. αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους, οι περισσότεροι απ’ αυτούς οριστικά.
Σήμερα υπολογίζεται ότι παραμένουν στο Κόσοβο περίπου 100.000 Σέρβοι κι από αυτούς οι 40.000 βρίσκονται βορείως της διχοτομημένης πόλης Κοσόβσκα Μίτροβιτσα.
Αμέσως μόλις οι Γιουγκοσλαβικές στρατιωτικές δυνάμεις αποχώρησαν από το Κόσοβο Αλβανοί εξτρεμιστές άρχισαν τις εγκληματικές δραστηριότητες σε βάρος του άμαχου σερβικού πληθυσμού της επαρχίας.
Στα τέσσερα πρώτα χρόνια (1999-2003) της παρουσίας της UNMIK στο Κόσοβο σημειώθηκαν 6.391 επιθέσεις σε βάρος Σέρβων, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν 1.194 άνθρωποι και τραυματίστηκαν 1.305.
Επίσης, στην επαρχία έγιναν 1.138 απαγωγές Σέρβων, οι 155 από τις οποίες κατέληξαν με δολοφονία του θύματος. Επίσης αγνοείται και η τύχη αρκετών εκατοντάδων Σέρβων που απήχθηκαν ή δολοφονήθηκαν χωρίς ποτέ να βρεθούν τα πτώματα τους.
Καταγράφηκαν επίσης εκατοντάδες περιπτώσεις κακοποίησης, βιασμού και ληστειών, πράξεις που προξένησαν εγκληματικά στοιχεία των Αλβανών σε βάρος των μέχρι πρότινος γειτόνων τους.
Τα σπίτια που λεηλατήθηκαν και κάηκαν υπολογίζονται σε 50.000, ενώ τα οχήματα των Σέρβων που κλάπηκαν ξεπερνούν τις 12.000. Και μια σύγκριση που τα λέει όλα: Στην Πρίστινα σήμερα κατοικούν περίπου 500.000 Αλβανοί, ενώ το 1999 ο πληθυσμός της δεν ξεπερνούσε τις 250.000. Από τους 40.000 Σέρβους που το 1999 κατοικούσαν στην πρωτεύουσα σήμερα έχουν απομείνει μόνο 170!
Μια Συνεχιζόμενη «Πολιτιστική Γενοκτονία»
Το Κόσοβο, η περίφημη «Ιερή Γη» των Σέρβων, ήταν μια κιβωτός που διέσωζε περίπου 1.400 μνημεία μεγάλης πολιτιστικής αξίας. Για τους Σέρβους τα μνημεία αυτά αποτελούσαν ένα κομμάτι από το ιστορικό τους «Είναι».
Για τους Αλβανούς δεν ήταν παρά ενοχλητικά σημάδια μιας «ξένης» παρουσίας. Γι’ αυτό και εφάρμοσαν απέναντι τους την τακτική της «πολιτιστικής γενοκτονίας», με την καταστροφή των πολιτιστικών και ιστορικών μνημείων, ώστε ο «Άλλος», δηλαδή οι Σέρβοι να μείνουν πνευματικά ανέστιοι και να δυσκολευτούν να συνδεθούν διανοητικά αλλά και ψυχικά με το παρελθόν τους.
Αφού λοιπόν ολόκληρο σχεδόν το Κόσοβο εκκαθαρίστηκε από τους Σέρβους, που περιορίστηκαν σε μερικούς διάσπαρτους και προστατευόμενους από την KFOR θύλακες, τα πολιτιστικά τους μνημεία ήταν ο επόμενος στόχος. Περίπου 80 εκκλησίες, μοναστήρια και άλλα πολιτιστικά μνημεία, που κτίστηκαν το 14ο και 15ο αιώνα, καταστράφηκαν ολοσχερώς ή έπαθαν σοβαρές ζημιές από τους Αλβανούς εξτρεμιστές, τα περισσότερα από εκρήξεις δυναμίτιδας.
Περισσότερα από 200 ορθόδοξα παρεκκλήσια καταστράφηκαν ή έπαθαν μεγάλες ζημιές, και περίπου 10.000 εικόνες και άλλα εκκλησιαστικά ιερά αντικείμενα, τα περισσότερα εκ των οποίων είχαν ιστορική αξία και ήταν κάτω από την προστασία του κράτους, καταστράφηκαν ή εκλάπησαν.
Τέλος, πολλά μνημεία και αγάλματα, που στήθηκαν έξω από πολιτιστικά κέντρα προς τιμήν μεγάλων Σέρβων συγγραφέων και ποιητών, καταστράφηκαν. Την ίδια μοίρα είχαν και τα αγάλματα των Σέρβων βασιλιάδων του Μεσαίωνα.
Η επιχείρηση ολοκληρωτικής αλβανοποίησης αυτής της πρώην σερβικής επαρχίας συνεχίστηκε με τη μετονομασία των τοπωνυμίων και των πόλεων του Κοσόβου.
Στον αλβανικό χάρτη του Κοσόβου (Xarta e Kosoves στα αλβανικά) το Όμπιλιτς (η περιοχή όπου έγινε η περίφημη μάχη του Κοσσυφοπεδίου) μετονομάστηκε σε Καστριώτη (από τον Γεώργιο Καστριώτη, έναν Βυζαντινό άρχοντα που οι Αλβανοί θεωρούν εθνικό τους ήρωα). Το σέρβικο Κόσοβο δεν υπάρχει πλέον, αυτό που υπάρχει είναι η αλβανική Κόσοβα (Kosova).
Αυτή η «πολιτιστική γενοκτονία», που δεν έχει ακόμη τελειώσει, εκτυλίχθηκε κάτω από τα «άγρυπνα» βλέμματα των στρατιωτών της διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης. Το παράδοξο είναι ότι αυτά τα μνημεία επιβίωσαν τα 500 χρόνια της τουρκικής κατοχής, για να καταστραφούν κάτω από την πάνοπλη παρουσία των 40.000 στρατιωτών της KFOR!
17 Μαρτίου του 2004: Η «Νύκτα των Κρυστάλλων» στο Κόσοβο
Το Μάρτιο του 2004 μια σπίθα έβαλε φωτιά στο Κόσοβο και λίγο έλειψε να τινάξει στον αέρα την εύθραυστη ειρήνη και να φανερώσει τα εθνικιστικά σχέδια των Αλβανών για ένα ανεξάρτητο και πλήρως εξαλβανισμένο Κόσοβο. Στις 15 Μαρτίου του 2004, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Σερβίας, μέσω του Μητροπολίτη Κοσσυφοπεδίου, Αρτέμιου, απέστειλε επιστολή στον γενικό γραμματέα Κόφι Ανάν ζητώντας από τον ΟΗΕ βοήθεια για τους Σέρβους του Κοσσυφοπεδίου. Η αλβανική πλευρά θεώρησε αυτή την κίνηση πρόκληση και αποφάσισε να λάβει «αποφασιστικά μέτρα» για να απαλλαγεί από τους εναπομείναντες Σέρβους του Κοσόβου μια ώρα αρχύτερα…
Τη Δευτέρα, 15 Μαρτίου του 2004, ένας 18χρονος Σέρβος, ο Γιόβιτσα Ιβιτσα, τραυματίστηκε θανάσιμα από τα πυρά Αλβανών εξτρεμιστών, που επέβαιναν σε διερχόμενο όχημα. Οι Σέρβοι βγήκαν στους δρόμους ζητώντας την προστασία του ΟΗΕ. Την ίδια μέρα, στη διχοτομημένη Κοσόβσκα Μίτροβιτσα, δύο παιδιά Αλβανών βρέθηκαν πνιγμένα στον ποταμό Ίμπαρ, που χωρίζει την πόλη στα δύο,. Οι Αλβανοί της Μίτροβιτσα θεώρησαν ως υπεύθυνους για τον πνιγμό των παιδιών τους Σέρβους.
Μόλις αυτό το τραγικό συμβάν μαθεύτηκε οι Αλβανοί της Κόσοβσκα Μίτροβιτσα και άλλων περιοχών άρχισαν διαδηλώσεις διαμαρτυρίας με εκδικητικές διαθέσεις. Μέχρι την επόμενη μέρα σ’ ολόκληρη την περιοχή της Κοσόβσκα Μίτροβιτσα σκοτώθηκαν οκτώ Αλβανοί και δύο Σέρβοι, ενώ τραυματίσθηκαν περίπου 200 Αλβανοί, 60 Σέρβοι και 11 Γάλλοι στρατιώτες.
Τα επεισόδια γενικεύτηκαν την Τετάρτη 17 Μαρτίου σχεδόν σε όλες τις περιοχές του Κοσόβου, με θύματα κυρίως Σέρβους, τους οποίους αδυνατούσαν να προστατεύσουν οι δυνάμεις της KFOR. Σε όλο το κεντρικό και ανατολικό Κόσοβο πυρπολήθηκαν, παρά την «προστασία» της KFOR, χιλιάδες σερβικά σπίτια και δεκάδες εκκλησίες.
«Εδώ και εκατόν πενήντα χρόνια κάνουν τα πάντα να μας διώξουν», δήλωσε σε Έλληνα δημοσιογράφο ο μητροπολίτης Kοσόβου Αρτέμιος, «τώρα το σχέδιο εξελίσσεται στην τελική του φάση, με την τρομοκρατία να έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της».
Ο Μύθος του «Πολυεθνικού Κοσόβου»
Το «πολυεθνικό Κόσοβο», για το οποίο κόπτεται η διεθνής κοινότητα, είναι ένας μύθος. Οι Αλβανοκοσοβάροι επιδιώκουν απροκάλυπτα να δημιουργήσουν ένα εθνικά καθαρό δεύτερο αλβανικό κράτος, που φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα είδος αλβανικού «Πεδεμοντίου» για τη συνένωση όλων των αλβανικών πληθυσμών στα δυτικά Βαλκάνια.
Στόχος τους είναι ένα ανεξάρτητο Κόσοβο χωρίς Σέρβους Oι Αλβανοί, κυνηγώντας το όνειρο ενός «εθνικά καθαρού» και ανεξάρτητου Κόσοβου, θέλουν να σβήσουν το παρελθόν της περιοχής, θεωρώντας ότι καταστρέφοντας τα μνημεία θα αποσερβοποιούσαν αυτομάτως το Κόσοβο.
Οι Αλβανοκοσοβάροι υποστηρίζουν πως μόνον ένα ανεξάρτητο Κόσοβο μπορεί να επαναφέρει τη σταθερότητα στα δυτικά Βαλκάνια. Σε αντίθετη περίπτωση, αν η κατάσταση συνεχίσει ως έχει, τα Βαλκάνια θα συνεχίζουν να αποτελούν «ζώνη αστάθειας». Κάποιοι άλλοι όμως μιλούν για το φάντασμα της Μεγάλης Αλβανίας, που μπορεί να τινάξει στον αέρα τα βαλκανικά σύνορα, τη στιγμή μάλιστα που όλες οι χώρες της περιοχής επιθυμούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (κάτι που προβλέπεται να συμβεί το αργότερο μέχρι το 2015).
Είναι γεγονός πως η ενδεχόμενη ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου θα απειλούσε άμεσα την εύθραυστη εδαφική ακεραιότητα της γειτονικής ΠΓΔΜ, που κατοικείται κατά 25% από Αλβανούς. Επίσης θα δημιουργούσε αλυτρωτικές βλέψεις στους 60.000 Αλβανούς της κοιλάδας του Πρέσεβο και του Μπουγιάνοβατς, όπως επίσης και στους Αλβανούς του Μαυροβουνίου. Θα άνοιγε επίσης την όρεξη και στους Τσάμηδες να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους και την επιστροφή τους στα εδάφη της Ηπείρου. Η χωρίς όρους ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου θα άνοιγε τους Ασκούς του Αιόλου στα δυτικά Βαλκάνια.
Η Σερβία δεν δέχεται την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου. Αν και ηττημένη η Σερβία δεν επιθυμεί να παραχωρήσει εύκολα τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Συζητά μόνον για «κάτι περισσότερο από αυτονομία, κάτι λιγότερο από ανεξαρτησία». Θέλει να διαφυλάξει την κυριαρχία της στο Κόσοβο, τη σέρβικη μειονότητα και την προστασία των ιστορικών της μνημείων. Στο παρελθόν το Βελιγράδι είχε προτείνει την ίδρυση «σέρβικων καντονιών» στο Κόσοβο, «σέρβικης οντότητας», συνένωση των σέρβικων δήμων, ακόμη και τη διχοτόμησή του, ιδέες που οι Αλβανοί απέρριψαν. Στις διαπραγματεύσεις όμως που αναμένονται πολλές παρόμοιες ιδέες θα συζητηθούν.
Από την πλευρά της η διεθνής κοινότητα καλοβλέπει ένα ανεξάρτητο Κόσοβο. Ειδικά οι Αμερικανοί, που θεωρούν τους Αλβανούς πιστούς συμμάχους τους στην περιοχή. Οι Ρώσοι όμως έχουν αντίθετη άποψη, υποστηρίζοντας πως η ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου θα αποτελέσει κακό προηγούμενο για ανάλογες περιπτώσεις στον Καύκασο (ανεξαρτητοποίηση Αμπχαζίας κ.α.).
Η Ευρωπαϊκή Ένωση γνωρίζει πως δύσκολα θ’ αποφύγει την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου, γι’ αυτό και προτείνει να είναι «υπό όρους» και το Κόσοβο να συνεχίσει για μεγάλο χρονικό διάστημα να αποτελεί διεθνές προτεκτοράτο, όπως η Βοσνία, έως ότου να εμπεδωθεί η δημοκρατία, η ανεκτικότητα και η προστασία των μειονοτήτων, κάτι που οι εκδικητικοί Αλβανοί δεν φαίνονται διατεθειμένοι να παραχωρήσουν άμεσα.
Τι μέλει γενέσθαι;
Οι εξελίξεις αναμένονται ραγδαίες. Όπως δείχνουν τα πράγματα το 2008 θα είναι η χρονιά που θα καθορίσει το μέλλον του Κοσόβου, αλλά και ολόκληρων των δυτικών Βαλκανίων. Το Κόσοβο, ένας τόπος στοιχειωμένος με τα φαντάσματα του παρελθόντος συνεχίζει να παραμένει το κλειδί για τη σταθερότητα των Βαλκανίων.
Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος. Από το 1988 αρθρογραφεί συστηματικά στον ειδικό, κυρίως, τύπο κι έχει δημοσιεύσει πάνω από 1.000 εξειδικευμένα άρθρα σε περισσότερα από 30 περιοδικά. Υπήρξε αρχισυντάκτης του περιοδικού Strange (1998-2001). Από το Νοέμβριο του 2004 εκδίδει και διευθύνει το ανατρεπτικό περιοδικό ΖΕΝΙΘ και από το Μάρτιο του 2006 την τριμηνιαία έκδοση ΣΥΝΩΜΟΣΙΕΣ. Έχει μέχρι στιγμής γράψει τα βιβλία: Νίκολα Τέσλα: Ο Προφήτης του 21ου Αιώνα (1999), Μυστική Σερβία (1999), Απαγορευμένη Τεχνολογία (2000), Γεωπολιτική του Αρχιπελάγους: Ο Ελληνισμός στην Εποχή της Παγκοσμιοποίησης (2000), Ελεύθερη Ενέργεια (2001), Μετα-Αποκάλυψη Τώρα (2002), Θεωρίες Συνωμοσίας (2003), Από τις εκδόσεις ΑΓΝΩΣΤΟ κυκλοφορούν τα βιβλία του Ο Θαυμαστός Κόσμος του Τέσλα (2004) και Mind Control: O Πόλεμος για τον Έλεγχο του Νου (2005), Στοιχειωμένα Βαλκάνια (μαζί με τη Μίλιτσα Κοσάνοβιτς, 2005), το τολμηρό και ανατρεπτικό βιβλίο Γκρίζα Ελλάδα: Η Ανατομία του Ελληνικού Συνδρόμου (το 2005), Νίκολα Τέσλα: Ο Απαγορευμένος Επιστήμονας (2007) και Terra Incognita: Άγνωστη Μακεδονία και Μυστική Θεσσαλονίκη (2008). Όλα τα βιβλία του οδηγήθηκαν σε πολλές επανεκδόσεις κι έγιναν αφορμή για δημιουργικές συζητήσεις, ακόμη και διαφωνίες. Έχει επίσης συμμετάσχει με εκτενή κείμενά του σε πολλά συλλογικά. Ζει κι εργάζεται στη Θεσσαλονίκη, ενώ ταξιδεύει συχνά στη βαλκανική ενδοχώρα. Για επικοινωνία με το συγγραφέα: stamkos@post.com –http://www.stamkos.gr/ και http://www.agnosto.gr/
Πηγή:e-telescope.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Υβριστικά σχόλια θα πηγαίνουν στα αζήτητα.